Την εποχή που ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση και οι Έλληνες αγωνίζονταν να αποτινάξουν τον ζυγό της δουλείας, στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης ο Τύπος ήταν εξαρτημένος από την εξουσία και σε γενικές γραμμές βρισκόταν υπό κρατικό έλεγχο.
Σε αντίθεση όμως με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, στη Βρετανία οι εφημερίδες διακρίνονταν για τη σχετική ανεξαρτησία τους από την πολιτική εξουσία. Υπήρχε ωστόσο οικονομική εξάρτηση, γιατί παρά τη σχετικά υψηλή τιμή τους, καμιά από τις εφημερίδες της εποχής του 1821 δεν κάλυπτε τις δαπάνες έκδοσης, με αναπόφευκτη συνέπεια να βασίζεται περισσότερο ή λιγότερο στη χρηματική ενίσχυση του κράτους ή των κομμάτων αντίστοιχα, στην περίπτωση που η εφημερίδα υποστήριζε την κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση. Γι’ αυτό ο βρετανικός τύπος ήταν υποχρεωμένος να λειτουργεί ως εκφραστικό όργανο των κομμάτων, και κατ’ επέκταση των τάξεων, τα συμφέροντα των όποιων ήταν ταγμένος να προβάλει, να προπαγανδίζει και να προασπίζει.
Η έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης κατέλαβε απροετοίμαστες τις βρετανικές εφημερίδες. Έγραφε η «MORNING POST» στις 25 Απριλίου 1821, εφημερίδα συντηρητική στην ιδεολογία της, παρά το γεγονός ότι ακολουθούσε την πολιτική γραμμή της δεξιάς πτέρυγας των «Φιλελευθέρων»:
«Υπάρχουν ελπίδες ότι η εξέγερση αυτή θα τελειώσει όπως και οι περισσότερες από αυτές που ταλαιπωρούν τις (Οθωμανικές) επαρχίες. Το παράδειγμα πενήντα χωριών που θα ισοπεδωθούν από τη φωτιά και τη σφαγή, καθώς και μερικές εκατοντάδες κεφάλια επαναστατών που θα εκτεθούν στην πύλη του Σεραγιού, είναι αρκετό για να τη σταματήσει…».
Οι προβλέψεις πως η ελληνική επανάσταση θα λάμβανε γρήγορα τέλος, επαναλαμβάνονται και σε κύριο άρθρο της στις 23 Μαΐου:
«Σχετικά με την Ελληνική εξέγερση, δεν είναι εκπληκτικό, εξαιτίας του αμφιταλαντευόμενου χαρακτήρα των πρώτων της φάσεων, ότι δεν θα πρέπει να περιμένουμε να πετύχει. Από την πλευρά μας ουδέποτε βασίσαμε τις αρετές της πάνω στις υπερβολές του τωρινού κακού -και πιθανώς καλού- όπως είναι τα απατηλά αποκυήματα των επαναστατών, όχι σχετικά με τα οποιαδήποτε δικαιώματα των Ελλήνων σε κάποια κληρονομική ελευθερία -διότι οι κυβερνήσεις τους και στις πιο λαμπρές περιόδους της ιστορίας τους ήταν ελάχιστα καλύτεροι υπερασπιστές της ευημερίας τους από τους σημερινούς κυβερνήτες της Κωνσταντινούπολης- αλλά πάνω στο ορατό όσο και απτό γεγονός της καταπίεσης που έχει ασκηθεί, πέρα από κάθε προηγούμενο, ακόμη και στις βάρβαρες περιόδους της ανθρώπινης Ιστορίας.
Προς το παρόν δεν θα προχωρήσουμε στην ανάλυση των απόψεών μας σχετικά με το θέμα, αλλά πάντως δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη σκέψη ότι θα έπρεπε να είμαστε ευχαριστημένοι με την προοπτική της ίδρυσης ενός ανεξάρτητου βασιλείου που θα πάρει ακριβώς τη θέση των Τούρκων ως πιο φυσικός και πιο πολιτισμένος φρουρός των Δαρδανελλίων και που θα διασώσει ένα τμήμα του κόσμου, όχι απλά και μόνο από την άμεση απειλή ενός απάνθρωπου κινδύνου, αλλά θα εξουδετερώσει και τα εμπόδια κατά της προόδου του πολιτισμού στις μεγάλες περιοχές της Ασίας…».
Η «MORNING POST» στις 23.6.1821 και 28.7.1821, δημοσίευσε και τα παρακάτω στατιστικά στοιχεία με τον πληθυσμό ορισμένων περιοχών της Ελλάδας:
ΈΛΛΗΝΕΣ | ΟΘΩΜΑΝΟΙ | |
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ | 724.000 | 244.000 |
ΘΕΣΣΑΛΙΑ | 579.000 | 89.000 |
ΑΛΒΑΝΙΑ | 691.00 | 863.000 |
ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ | 300.000 | 35.000 |
Για τον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης δίνεται ο γενικός αριθμός 90.000.
Η Σφαγή της Χίου
Προς το τέλος Μαΐου 1822, στις στήλες της «MORNING POST» μονοπωλούσε το ενδιαφέρον για λίγες βδομάδες το θέμα των σφαγών της Χίου, που ασφαλώς είχαν συγκλονίσει την Ευρώπη.
Ίσως η μεγάλη δημοσιότητα που δόθηκε στο γεγονός αυτό, δείγμα της τουρκικής βαρβαρότητας, από τις σελίδες όλων των εφημερίδων της Βρετανίας, να συνέβαλε στη σχετική συζήτηση που έγινε στη Βουλή των Κοινοτήτων, κατά την οποία ο τότε πρωθυπουργός Λόρδος Liverpool προσπάθησε να δικαιολογήσει τη σιγή της Βρετανικής κυβέρνησης με τον ισχυρισμό ότι αντίθετη στάση θα ισοδυναμούσε με επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Εκείνη την εποχή δημοσιεύτηκαν τόσο στην «MORNING POST» όσο και σε άλλες εφημερίδες της Βρετανίας πολλά άρθρα με φιλελληνικό περιεχόμενο, όπως του αιδεσιμότατου Robert Ghatfield, ο οποίος καλούσε τη χριστιανική κοινότητα να προσφέρει ηθική και υλική συμπαράσταση στα θύματα των σφαγών που, κατά την εφημερίδα, από 120.000 είχε παραμείνει στο νησί το ένα έκτο του, ενώ περί τις 45.000 παιδιά και γυναίκες είχαν κατακλύσει τα σκλαβοπάζαρα της Μικράς Ασίας και της Βόρειας Αφρικής.
Η δουλεία των Ελλήνων
Η δουλεία των Ελλήνων ήταν μείζον γεγονός της Επανάστασης, και ένα από αυτά που ανάγκασαν τους πολιτικούς να λάβουν θέση. Από το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική βρισκόταν σε άνοδο το κίνημα υπέρ της κατάργησης της δουλείας, και σταδιακά λαμβάνονταν νομικά μέτρα για την παύση ενός θεσμού τόσο αρχαίου όσο και ο πολιτισμός. Το 1807 η Βρετανία και οι ΗΠΑ απαγόρευσαν το εμπόριο σκλάβων, και το 1833 απαγορεύθηκε γενικά η δουλεία στη Βρετανία.
Στην εποχή της Ελληνικής Επανάστασης βρετανικά πλοία εκτελούσαν νηοψίες στους ωκεανούς συλλαμβάνοντας πλοία που μετέφεραν σκλάβους, τους οποίους ελευθέρωναν. Ταυτόχρονα ανάγκαζαν τους Αφρικανούς φυλάρχους να σταματήσουν τις πωλήσεις ανθρώπων. Στο αντιδουλοκτητικό κίνημα είχαν πρωτοστατήσει περίπου οι ίδιοι κύκλοι που ήταν ευνοϊκοί και προς την Επανάσταση, δηλαδή Προτεσταντικές Εκκλησίες με τους πιστούς τους, και πολιτικοί όλου του φάσματος από τους φιλελεύθερους μέχρι τους συντηρητικούς. Σε πολλές εφημερίδες υπήρχαν ξεχωριστές στήλες με νέα για το ζήτημα της δουλείας.
Ο οίκτος για τα θύματα της δουλείας τροφοδοτούσε τα φιλελληνικά αισθήματα των λαών και δημιουργούσε πιέσεις στις κυβερνήσεις για να παρέμβουν. Στη Βουλή των Κοινοτήτων της Βρετανίας, η αντιπολίτευση ρωτούσε πιεστικά την κυβέρνηση αν γνωρίζει ότι «οι αγορές της Σμύρνης και της Κων/πολης έχουν γεμίσει από Ελληνίδες που προσφέρονται στις ορέξεις των βάρβαρων μωαμεθανών» (GdL 9 και 30/7/22).
Περιέργως, η σύγχρονη ελληνική κοινή γνώμη γνωρίζει ελάχιστα για τη δουλεία των Ελλήνων. Και όμως η δουλεία των Ελλήνων απετέλεσε ένα από τους ακρογωνιαίους λίθους του Φιλελληνικού κινήματος κατά την δεκαετία του 1820 αλλά και πολύ αργότερα. Πολλοί έρανοι φιλελλήνων λάμβαναν χώρα διαρκώς και πολλοί εύποροι Ευρωπαίοι διέθεταν μεγάλα ποσά, για την εξαγορά και απελευθέρωση Ελλήνων σκλάβων, των οποίων μάλιστα οι τιμές ανέβαιναν επειδή υπήρχε μεγάλη ζήτηση.
Πηγές:
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΟΥΛΕΣ « Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ Ο ΒΡΕΤΑΝΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ, Η Περίπτωση της MORNING POST, 1821-1827.