Ό,τι χαρακτηρίζει μια καλή διδασκαλία με τα παιδιά τυπικής ανάπτυξης, όπως αντιαυταρχική αγωγή, ευχάριστη ατμόσφαιρα, παιδοκεντρική αρχή και ενθουσιασμός του δασκάλου, θα πρέπει να εφαρμόζεται και στη διδασκαλία των παιδιών με νοητική καθυστέρηση.
Ειδικότερα τονίζονται τα εξής σημεία:
α) Ως βασικό πρόβλημα της διδακτικής της ένταξης θα μπορούσε να θεωρηθεί η "διαφορετικότητα" των παιδιών. Η διαφορετικότητα απαιτεί μια διαφορετική διδασκαλία για να βρουν όλα τα παιδιά τις πραγματικές τους δυνατότητες. Με την εξατομίκευση της διδασκαλίας αναγνωρίζεται ότι τα παιδιά μαθαίνουν με διαφορετικό ρυθμό, ανάλογα με το εξελικτικό τους επίπεδο.
β) Η διδασκαλία πρέπει να ανταποκρίνεται στα ενδιαφέροντα και τις δυνατότητες των παιδιών, να είναι πλούσια σε ερεθίσματα, να είναι εποπτική και να έχει εργαστηριακή μορφή. Επίσης, να είναι προσεκτικά σχεδιασμένοι οι διδακτικοί στόχοι, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ενεργός συμμετοχή στη μάθηση σ' ένα ευχάριστο δημιουργικό κλίμα που σέβεται το ρυθμό του παιδιού.
γ) Eίναι πολύ σημαντικό να εφαρμόζεται ποικιλία διδακτικών μεθόδων που συμβάλλουν κυρίως στην ανάπτυξη γνωστικών και μεταγνωστικών στρατηγικών και να στοχεύουν στην ανάπτυξη της ικανότητας επίλυσης προβλημάτων, της κριτικής σκέψης και να παρέχουν ενεργό συμμετοχή των μαθητών στη μάθηση. Η δασκαλοκεντρική μέθοδος διδασκαλίας για μαθητές με νοητική καθυστέρηση απορρίπτεται, επειδή απαιτεί αυξημένη συγκέντρωση προσοχής από το μαθητή και είναι παθητική μέθοδος.
Προτείνεται να χρησιμοποιούνται:
1) Η ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, διότι συμβάλει στην ομαλή συμβίωση όλων των μαθητών. Οι μαθητές με νοητική καθυστέρηση ωφελούνται από τη συναναστροφή με συνομηλίκους τους, διότι λειτουργούν ως μοντέλα για επιθυμητή συμπεριφορά και επηρεάζουν τη διαμόρφωση της αυτό-εικόνας τους, η οποία δημιουργείται από τις κοινωνικές εμπειρίες. Ασφαλώς η απλή συνύπαρξη των τυπικά αναπτυσσόμενων παιδιών με τα παιδιά με νοητική καθυστέρηση, δεν εξασφαλίζει ότι θα ενταχθούν σε πλαίσιο δραστηριοτήτων κοινωνικής αλληλεπίδρασης στις δομές εκπαίδευσης, αλλά θεωρείται απαραίτητο το ενταξιακό πλαίσιο, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και η συμπεριφορά του δασκάλου. Ο δάσκαλος οφείλει να βοηθήσει τους άλλους μαθητές να αναπτύξουν συναισθήματα αγάπης προς το συνάνθρωπο, κατανόησης και αποδοχής και να δεχτούν τα παιδιά με νοητική υστέρηση, χωρίς οίκτο και συμπόνια.
2) Η διδασκαλία μέσω Project, διότι προϋποθέτει την ενεργή συμμετοχή των μαθητών και τους δίνει τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση στη γνώση με διαφορετικούς τρόπους. Σύμφωνα με τον J. Piaget, οι μαθητές μαθαίνουν, όταν ενεργοποιούνται μέσα σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε ερεθίσματα.
3) Η μέθοδος η οποία χρησιμοποιείται ευρύτατα στα καθυστερημένα παιδιά για την ενίσχυση της επιθυμητής συμπεριφοράς, είναι η μέθοδος "τροποποίησης της συμπεριφοράς". Τα κύρια σημεία της μεθόδου είναι:
- Ακριβής καθορισμός της συμπεριφοράς που πρέπει να αλλάξει (στόχος).
- Μελέτη της σε σχέση με τα προσωπικά χαρακτηριστικά του παιδιού και το περιβάλλον του.
- Τροποποίηση των συνθηκών και των παραγόντων του περιβάλλοντος.
- Η διδασκαλία και η μάθηση της επιθυμητής συμπεριφοράς που πρέπει να εγκατασταθεί στο παιδί.
- Ενίσχυση ώστε να παγιωθεί σωστά.
- Αξιολόγηση της προόδου του παιδιού.
- Επανατροφοδότηση των προγραμμάτων με βάση τα αποτελέσματα. Όταν οι δεξιότητες που θέλουμε να διδάξουμε στα παιδιά είναι πολύπλοκες, είναι ανάγκη να σπάσουμε το διδακτικό στόχο σε μικρότερα βήματα - στάδια, τα οποία θα διευθετηθούν κατά σειρά δυσκολίας, ώστε ο μαθητής να οδηγηθεί στην κατάκτησή τους σταδιακά. Η εργασία αυτή ονομάζεται ανάλυση έργου (task analysis), το δε σύνολο των επιμέρους σταδίων απαρτίζει τον τελικό διδακτικό στόχο και ονομάζεται πρόγραμμα. Η αυτοαξιολόγηση σε όλη την εκπαιδευτική διαδικασία θεωρείται απαραίτητη διότι είναι ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος για αυτοενίσχυση.
4) Για τη βελτίωση της βραχυπρόθεσμης μνήμης χρησιμοποιούνται: Ο εσωτερικός διάλογος - Λεκτική αυτοκαθοδόγηση- Επανάληψη και ανασκόπηση. Εισηγητής αυτής της τεχνικής είναι ο Meichenbaum, ο οποίος περιγράφει τα βήματα αυτοκαθοδήγησης ως εξής: α) Ο δάσκαλος εκτελεί παραδειγματικά, β) Το παιδί εκτελεί με καθοδήγηση του δασκάλου, γ) Το παιδί εκτελεί και επαναλαμβάνει με εσωτερικό διάλογο τις πράξεις, δ) Οργάνωση και συσχέτιση της ύλης για να μπορεί να μάθει καλά και να θυμηθεί αυτό που έμαθε.
Η μέθοδος έχει πολλά περιθώρια εκπαιδευτικής χρησιμότητας σε συνδυασμό με την μίμηση προτύπου. Επιβάλλεται να γίνεται διαρκής αξιολόγηση των μαθητών και του ειδικού εκπαιδευτικού προγράμματος που εφαρμόζεται. Με την συχνή αξιολόγηση παρακολουθούμε την πρόοδο των παιδιών και καταρτίζουμε διορθωτικά προγράμματα για την προοδευτική κάλυψη των μαθησιακών κενών. Επίσης, δίνεται η ευκαιρία να γίνονται συνεχείς βελτιώσεις, διορθώσεις, τροποποιήσεις, αναπροσαρμογές κ.ά.
Επίσης στην περίπτωση των παιδιών με ελαφρά και μέτρια νοητική υστέρηση κατά τη διάρκεια μιας διδασκαλίας θα πρέπει να χρησιμοποιούνται διδακτικές μορφές που ενισχύουν την ενεργό συμμετοχή των μαθητών και αυξάνουν τα κίνητρα και την προσοχή όπως : α) Τα παιχνίδια ρόλων (role-play) και η προσομοίωση που βοηθούν στην ανάπτυξη καλύτερων διαπροσωπικών σχέσεων. β) Η επίδειξη, η επανάληψη και η εξάσκηση είναι απαραίτητες για την εμπέδωση της νέας γνώσης. γ) Για την πρόσβαση των μαθητών με νοητική καθυστέρηση στο γραπτό λόγο γίνεται προσαρμογή του κειμένου με τη μέθοδο easy to read-κείμενο για όλους. Με την προσαρμογή αυτή το κείμενο γίνεται εύληπτο και διευκολύνεται η κατανόησή του.
Θεωρείται απαραίτητο κάθε σχετικό στοιχείο, όπως είναι οι πληροφορίες που συγκέντρωσε η διαγνωστική ομάδα, ο ατομικός φάκελος του μαθητή και το ημερολόγιο παρατηρήσεων, να λαμβάνονται υπόψη σοβαρά σ' όλα τα στάδια της διδακτικής εργασίας. Ο δάσκαλος πρέπει να έχει "κλινική - διαγνωστική" ικανότητα και διάθεση. Να παρατηρεί δηλαδή το παιδί στις διάφορες εκδηλώσεις μέσα στη σχολική κοινότητα και να προσαρμόζει ανάλογα και την ύλη και την μέθοδο διδασκαλίας.