Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχία της διαδικασίας της ένταξης παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στο γενικό σχολείο, είναι η προετοιμασία όλων των προσώπων και φορέων που εμπλέκονται ώστε η νέα εκπαιδευτική πολιτική που αποτυπώνεται στη νομοθεσία να γίνει εκπαιδευτική πρακτική.
Σύμφωνα με τον Bernstein (1990,1996, 2000:31), οι δομικού χαρακτήρα επιβολές στο εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικές, αν δεν ληφθεί υπ΄ όψιν και η εσωτερική δυναμική του παιδαγωγικού πεδίου (μικρο- επίπεδο), που αναδεικνύει τις αντιθέσεις που αναπτύσσονται, αλλά και αν δεν δρομολογηθεί από πιο πριν η ενημέρωση, η εκπαίδευση, η εξειδίκευση, η ευαισθητοποίηση και η αλλαγή σ΄ επίπεδο πρακτικών και στάσεων των εμπλεκόμενων ειδικών εκπαιδευτικών , επιστημόνων αλλά και γονέων (Hargreaves, 1994:ix).
Βασικά κριτήρια επιτυχίας της ενταξιακής διαδικασίας είναι τα εξής(Hunt, 1990; Μittler, 1999; Hargreaves, 1994, Meister, 2000):
• Η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του σχολείου και των εκπαιδευτικών για τη λογική, τη φιλοσοφία, την αναγκαιότητα και τους περιορισμούς της ένταξης. Έχει αποδειχθεί ότι αν λείπει το στέρεο και κατάλληλο θεωρητικό υπόβαθρο και μια εκπαιδευτική φιλοσοφία αποδεκτή απ΄ όλους, η ένταξη δυσχεραίνεται ή αποτυγχάνει .
• H ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των γονέων, των συμμαθητών και του ευρύτερου σχολικού περιβάλλοντος για θέματα που αφορούν στην αναπηρία και τη διαφορετικότητα. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να γίνεται σε ομάδες βιωματικών δραστηριοτήτων και συμμετοχής όλων των εμπλεκόμενων, με στόχο την συζήτηση, την έκφραση και μοίρασμα των προσωπικών στάσεων και συναισθημάτων και τη διεύρυνση του γνωστικού ορίζοντα σε θέματα που αφορούν στη διαφορετικότητα και στις στάσεις μας απέναντί της.
• H ενημέρωση των ίδιων των γονέων του παιδιού με αναπηρία για το νομοθετικό πλαίσιο της ένταξης και τους περιορισμούς της υλοποίησής της στην πράξη. Επίσης, η συζήτηση για τους προβληματισμούς και τους φόβους τους την ενίσχυση του συναισθήματός τους και την εξασφάλιση της λειτουργικής συμμετοχής τους στην προσπάθεια αυτή.
• Η καθιέρωση διεπιστημονικής συνεργασίας και διεπιστημονικών ομάδων στο χώρο του σχολείου με στόχο την ολιστική εκπαιδευτική παρέμβαση. Δηλαδή, η αναγκαία ειδική παιδαγωγική, θεραπευτική, εξειδικευμένη στην αναπηρία βοήθεια παρέχεται καθημερινά στις εγκαταστάσεις του σχολείου και αποτελεί συστατικό στοιχείο της κοινής ζωής και μάθησης. Αυτό σημαίνει συνεργασία του παιδαγωγού της τάξης τόσο με τον Ειδικό Παιδαγωγό αλλά και τον φυσικοθεραπευτή, εργοθεραπευτή, λογοθεραπευτή, ψυχολόγο και γιατρό που τυχόν παρακολουθούν το παιδί εκτός σχολείου. • Διάθεση επιπλέον προσωπικού, για την καλύτερη εξυπηρέτηση του μαθητή με αναπηρία στους χώρους του σχολείου.
• Η καθιέρωση προγραμμάτων επιμόρφωσης και εξειδίκευσης εκπαιδευτικών σε θέματα που αφορούν στην ενταξιακή διαδικασία και στην κατάρτιση εξατομικευμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τον κάθε μαθητή.
• Η θέση ρεαλιστικών στόχων βασισμένων στην αναπτυξιακή εικόνα του παιδιού και τις αναδυόμενες ικανότητες αλλά και ο σεβασμός στον ρυθμό προσωπικής εξέλιξης.
• Η συνεχής επαναξιολόγηση και επαναπροσδιορισμός του συνολικού εκπαιδευτικού προγράμματος και των επιμέρους στρατηγικών υλοποίησης του.
• Η καθιέρωση της αρχής της εποπτείας στον εκπαιδευτικό χώρο του σχολείου με στόχο την ανατροφοδότηση του παρεχόμενου έργου και την επαναξιολόγησή της φιλοσοφίας του.
• H oριοθέτηση του ρόλου τόσο του Ειδικού Παιδαγωγού όσο και του Παιδαγωγού της τάξης και κατάρτιση ενός σαφούς και συμβολαίου συνεργασίας, βασισμένου στην συνεργασία.
• H αναπροσαρμογή της θεματολογίας του κοινού αναλυτικού προγράμματος μέσω διαφοροποιημένης διδασκαλίας ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε μαθητή και χρήσης επιπλέον εποπτικών μέσων.
• Η εργονομική διευθέτηση όχι μόνο των εξωτερικών αλλά και εσωτερικών χώρων του σχολείου (τάξη) ώστε να είναι εφικτή η πρόσβαση και ελεύθερη μετακίνηση όλων των μαθητών.
• Η ύπαρξη της απαραίτητης υλικοτεχνικής υποδομής και των κατάλληλων εποπτικών μέσων στο χώρο του σχολείου ( Η/Υ, ειδικά πληκτρολόγια,VIDEO, οθόνες αφής, εκπαιδευτικό υλικό, κλπ.).
• Επιλογή της κατάλληλης μορφής ένταξης και κατάρτιση εκπαιδευτικού σχεδιασμού πολλαπλών σταδίων με στόχο την επιτυχή έκβασή της.
● Εγγύτητα του τόπου κατοικίας: Οι εγκαταστάσεις (νηπιαγωγείο, σχολείο) βρίσκονται κοντά στο τόπο όπου διαμένει το παιδί.
● Δημιουργία των προϋποθέσεων και μέριμνα για μετάβαση του παιδιού σε άλλη βαθμίδα εκπαίδευσης, όταν ολοκληρώσει τη φοίτησή του στην υπάρχουσα.
Καθ΄ ένα από τα παραπάνω κριτήρια έχει τη δική του δυναμική και επιρροή στην ενταξιακή διαδικασία και οπωσδήποτε βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της είναι ο εκ νέου σχεδιασμός της εκπαιδευτικής πολιτικής, έτσι ώστε να επιτευχθεί η αναδιαμόρφωση του σχολείου αλλά και του ρόλου όλων των εμπλεκόμενων φορέων και υπηρεσιών.
Ωστόσο, η εμπειρία αποδεικνύει ότι η βάση της επιτυχίας εδρεύει τόσο στην αποτελεσματική διεύθυνση σε κάθε τομέα του σχολείου αλλά και μέσα στην τάξη όπου βασικός παράγοντας δράσης είναι οι ίδιοι οι δάσκαλοι, το γνωστικό υπόβαθρο και οι αντιλήψεις τους (Scrugs & Mastropieri, 1996).
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι αναμφισβήτητα δεν είναι δυνατόν να ισχύουν στην πράξη όλες οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια που προαναφέρθηκαν, και αυτό γιατί είναι αρκετά δύσκολο να συντονιστούν όλες οι διαδικασίες και ταυτόχρονα ν΄ αντιμετωπιστούν όλα τα ζητήματα που αφορούν στο σχολείο γενικότερα.
Παρ΄ όλα αυτά αποτελεί πολύ σημαντικό βήμα το να επικεντρώνουμε το ενδιαφέρον μας στις δομές διοίκησης της σχολικής κοινότητας, στην ποιοτική αξιολόγηση του έργου μας ως εκπαιδευτικοί, στις προϋποθέσεις για την βελτίωση του ρόλου του σχολείου καθώς και στην αλλαγή της νοοτροπίας μας και των στερεοτύπων έτσι ώστε να υπάρξει πρόοδος στην ενταξιακή αλλά και γενικότερα στην Παιδαγωγική διαδικασία και συνακόλουθα ν΄ αντιμετωπιστούν οι ανάγκες του μαθητικού πληθυσμού που γίνεται ολοένα και πιο σύνθετος.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΥ
Ο ρόλος του ειδικού παιδαγωγού που πλαισιώνει την ενταξιακή διαδικασία, είτε συνεργαζόμενος μέσα στην τάξη με τον παιδαγωγό, είτε εκτός τάξης, στο τμήμα ένταξης είναι σύνθετος και χαρακτηρίζεται από ρευστότητα. Αυτό συμβαίνει γιατί ο ρόλος αυτός εξαρτάται από τις ανάγκες των εκάστοτε μαθητών που εντάσσονται στο γενικό σχολείο.
Όπως υποστηρίζουν οι Thomas et al.(1998), οι βασικοί άξονες του ρόλου του Ειδικού Παιδαγωγού είναι οι εξής:
• Ο Ειδικός Παιδαγωγός διερευνά την εκπαιδευτική φιλοσοφία του σχολείου στο οποίο επιχειρείται η ένταξη, ενημερώνει για τις νέες εκπαιδευτικές κατευθύνσεις και προοπτικές και συζητά εκπαιδευτικές πρακτικές και στρατηγικές που θα διευκολύνουν τη διαδικασία της ένταξης.
• Οι ρόλοι του Ειδικού Παιδαγωγού και του εκπαιδευτικού της τάξης είναι ισότιμοι και δεν περιορίζει ο ένας τον άλλον. Έτσι, ο Ειδικός Παιδαγωγός, μελετά μαζί με τον παιδαγωγό της τάξης το Αναλυτικό Πρόγραμμα της βαθμίδας εκπαίδευσης στην οποία επιχειρείται η ένταξη και καταρτίζουν από κοινού το εκπαιδευτικό πρόγραμμα λαμβάνοντας υπ΄ όψιν τις εκπαιδευτικές ανάγκες όχι μόνο του μαθητή με αναπηρία αλλά και του συνόλου των μαθητών. Στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή ο Ειδικός Παιδαγωγός αναλάμβανε εξολοκλήρου τους μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, η παρουσία του θα ενίσχυε τις πρακτικές διαχωρισμού τους και θα δυσχέρανε την πλήρη κοινωνική ένταξή τους.
• Ο ρόλος του δεν περιορίζεται μόνο στο μαθητή ή τους μαθητές που εντάσσονται, αλλά επεκτείνεται στο σύνολο της ομάδας. Έτσι, στην περίπτωση που κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας αναφύονται δυσκολίες μαθησιακού τύπου ή συμπεριφοράς από τους άλλους μαθητές μπορεί να παρέμβει. Μάλιστα πολλές φορές μπορούν οι δύο εκπαιδευτικοί να εναλλάξουν τους ρόλους τους: o Ειδικός Παιδαγωγός να διδάξει μια μεγαλύτερη ομάδα μαθητών και ο εκπαιδευτικός της τάξης μια μικρότερη.
• Ο Ειδικός Παιδαγωγός εμπλέκεται από κοινού με τον εκπαιδευτικό της τάξης, στην αξιολόγηση της διδακτικής διαδικασίας και τον κριτικό αναστοχασμό πάνω σ΄αυτή και συζητούν προτάσεις βελτίωσης ή αναθεώρησής της.
• Αναλαμβάνει τη συμβουλευτική καθοδήγηση των γονέων σε θέματα που αφορούν στην σχολική και κοινωνική ένταξη. Προετοιμάζει τους γονείς των μαθητών χωρίς αναπηρία να αποδεχτούν την από κοινού φοίτηση των παιδιών τους με μαθητές με αναπηρία. Επίσης, συζητά με τους γονείς των παιδιών με αναπηρία τις προκλήσεις και δυσκολίες της ένταξης και προτείνει λύσεις στους προβληματισμούς τους. Αν κρίνεται εφικτό, μπορεί να οργανώσει κοινές ομάδες γονέων όπου θα συζητηθούν γενικοί προβληματισμοί σε σχέση με εκπαιδευτικά και κοινωνικά θέματα.
• Τέλος, έρχεται σ΄ επαφή με τους υπόλοιπους φορείς που εμπλέκονται στην ενταξιακή διαδικασία άμεσα ή έμμεσα(υπηρεσίες υγείας, ειδικούς που ασχολούνται με τους μαθητές εκτός σχολείου, κέντρα κοινωνικής φροντίδας, Κ.Δ.Α.Υ, κλπ.). Επίσης, καλείται να παρέχει τις ερευνητικές του προτάσεις και να συνεργάζεται με τις υπηρεσίες των διαφόρων υπουργείων στο πλαίσιο ανάπτυξης της εκπαιδευτικής μεθοδολογίας και παραγωγής διαδακτικού υλικού.
Περισσότερα θέματα για την Ειδική Αγωγή εδώ.