Ήταν απολύτως αναμενόμενο. Κάτι που το περιμένανε οι πάντες, παρά τα μισόλογα (αυτο)διαβεβαιώσεων πως φέτος το καλοκαίρι τα πράγματα θα είναι διαφορετικά και δε θα μας «επιτεθεί» με τέτοιο ιικό μένος ο covid. Μια εξέλιξη, εν ολίγοις, που ήταν απλά θέμα χρόνου να συμβεί.
Ο… απέθαντος κορωνοϊός είναι και πάλι στα μέρη μας- όχι ότι έφυγε ποτέ, παρά μονάχα, τελείως ασυνείδητα, στη συνείδηση του κόσμου-, και αρχίσαμε να το συνειδητοποιούμε εκ νέου εδώ και λίγες ημέρες.
Το απόγευμα της Τρίτης (5/7), μάλιστα, επιστρέψαμε σε επίπεδα Μαρτίου σε ό,τι έχει να κάνει στον αριθμό των κρουσμάτων, καθώς «μετρήσαμε» 25.500 σε μόλις 24 ώρες. Παράλληλα, κι αυτό είναι το απείρως χειρότερο, είχαμε αύξηση και στους θανάτους (19).
Εκείνο που τρομάζει δεν είναι αυτός καθαυτός ο αριθμός των κρουσμάτων, αλλά ο δείκτης θετικότητας στον οποίον κανείς δεν δίνει πια σημασία: 15.24% ήταν σήμερα, την στιγμή που το 4% θεωρείται το όριο για ν’ αρχίσουν να χτυπάνε καμπανάκια.
Στο να φτάσουμε σε αυτό το αδιανόητο νούμερο, φυσικά, «χρειάστηκε» μια σειρά από ακατανόητες αποφάσεις, όπως η μη χρήση της μάσκας ακόμα και σε κλειστούς χώρους, γιατί έλα μωρέ τώρα, ξέρεις… λόγοι.
Πέραν των ξεκάθαρων ευθυνών της κυβέρνησης, ωστόσο, υπάρχει εδώ και ένα δίμηνο περίπου ένα κοινό μυστικό, το οποίο «βοηθάει» τα μέγιστα την εξάπλωση του ιού και άπαντες κάνουν πως δεν το γνωρίζουν.
Σε τι αναφερόμαστε;
Στο γεγονός πως εργαζόμενοι που είναι θετικοί (μα όχι με βαριά συμπτώματα) εξωθούνται από τ’ αφεντικά τους να δουλεύουν στις τουριστικές περιοχές κανονικότατα, αφού η ανάγκη για εργατικά χέρια ξεπερνάει την στοιχειώδη λογική (και ανθρωπιά…) του να μπει σε καραντίνα αυτός/ αυτή που νοσεί.
Φυσικά, όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η συγκεκριμένη τακτική ανακυκλώνει τον ιό και το αποτέλεσμα είναι τα νησιά να παρουσιάζουν ένα ποσοστό νόσησης που πλησιάζει πολλές φορές ακόμα και το 50%, μετατρέποντας τον τουρισμό σε υγειονομική βόμβα.
Και δεν είναι, φυσικά, μόνο οι εργαζόμενοι. Πάρα πολύς κόσμος που έχει κλείσει να πάει κάπου «βγαίνει» θετικός λίγες μέρες πριν ταξιδέψει, όμως δεν ακυρώνει τις διακοπές του πηγαίνοντας κανονικά στον προορισμό του, αν και φορέας του ιού. Αρκετά σύνηθες, βεβαίως, είναι και το να επιλέγουν κάποιοι την… αποχή από τα τεστ, αν και έχουν συμπτώματα, προκειμένου να μη χρειαστεί να μπούνε στο δίλημμα του ν’ ακυρώσουν ή να μεταθέσουν, ει δυνατόν βέβαια, τις διακοπές τους.
Μ΄αυτά και μ’ αυτά, δημιουργείται ένα εκρηκτικό ιικό μείγμα, με τις προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων να κάνουν λόγο για 50.000 κρούσματα ημερησίως στο εγγύς μέλλον- ου μην και παραπάνω.
Το εύλογο ερώτημα που γεννάται εδώ, βέβαια, είναι το «τι να κάνει ο κόσμος που περιμένει πώς και πώς το να ξεσκάσει λίγες ημέρες το καλοκαίρι; Σε πολλές περιπτώσεις τα χρήματα των κρατήσεων δεν επιστρέφονται, επομένως ποια είναι η λύση;».
Σαφέστατα και η αέναη, θαρρείς, ψυχολογική κούραση (απόρροια της καραντίνας, των μέτρων και της πίεσης της τελευταίας τριετίας σχεδόν) είναι δεδομένη και πράγματι οι κοινωνίες βρίσκονται στα όριά τους. Ιδίως το καλοκαίρι σε χώρες σαν τη δική μας, είναι σχεδόν αδιανόητο το να μην κάνει κάποιος διακοπές τους θερινούς μήνες. Απολύτως λογικό, λοιπόν, το να θέλει κανείς να… ξεσκάσει.
Ας είμαστε όλοι μας, όμως, όσο το δυνατόν πιο προσεκτικοί γίνεται γιατί όπως έχουμε πει πολλάκις, μπορεί η Όμικρον 4-5 να είναι πιο ήπια εν συγκρίσει με τις «προκατόχους» της, όμως είναι πολύ πιο μεταδοτική και αν τα κρούσματα δεκαπλασιαστούν, όπως πάει να γίνει τώρα, μοιραία θα εκτοξευτούν σε δυσθεώρητα, απευκταία ύψη και οι θάνατοι.
Δεν χρειάζεται αυτή η αδιάλειπτη τρομολαγνεία πολλών Μέσων ούτε, ωστόσο, είναι καλός σύμβουλος και η πλήρης αδιαφορία ή το να προσποιούμαστε πως έχουμε ξεμπερδέψει με τον κορωνοϊό.
Γιατί, μεταξύ μας, δεν έχουμε ξεμπερδέψει...