Εκτός από την Αθήνα, όπου άρπαξε γλυπτά και αρχιτεκτονικά μέλη από τον Παρθενώνα και άλλα μνημεία της Ακρόπολης, ο Λόρδος Έλγιν έκανε το ίδιο και για διάφορες αρχαιότητες από άλλες ελληνικές περιοχές, της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Όμως, όταν για πρώτη φορά θέλησε να αποκτήσει αρχαιότητες, οι Έλληνες που τις είχαν, αρνήθηκαν να τις πωλήσουν, όπως είχαν κάνει στο παρελθόν και με άλλους Ευρωπαίους. Όμως, ο Έλγιν είχε τα μέσα με τους Οθωμανούς και αυτοί υποχρέωσαν με τη βία τους Έλληνες να παραδώσουν τις αρχαιότητες στον Έλγιν. Σήμερα εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο μαζί με τα μάρμαρα του Παρθενώνα.
Πρέσβης στην Υψηλή Πύλη
Το 1799 ο Τόμας Μπρους, 7ος Κόμης του Έλγιν, γνωστός ως λόρδος Έλγιν, διορίστηκε πρέσβης με έκτακτες εξουσίες της Μεγάλης Βρετανίας στην οθωμανική αυτοκρατορία. Την εποχή εκείνη, οι δύο χώρες είχαν συνάψει στρατιωτική συμμαχία εναντίον της Γαλλίας. Ο Ναπολέων Βοναπάρτης είχε μόλις καταλάβει την Αίγυπτο που ήταν οθωμανική επαρχία. Οι Τούρκοι συμμάχησαν με τους Βρετανούς που πολεμούσαν τη Γαλλία από το 1793, προκειμένου από κοινού να τον διώξουν από την Αίγυπτο.
Έτσι ο Έλγιν δεν ήταν απλά ένας νέος πρέσβης για την Υψηλή Πύλη, αλλά ο εκπρόσωπος μιας μεγάλης δύναμης που την υποστήριζε στρατιωτικά. Το αποτέλεσμα ήταν οι Τούρκοι να του κάνουν ιδιαίτερες τιμές και να του εκπλήρωνουν κάθε επιθυμία του. Ο λόρδος Έλγιν ενδιαφερόταν από τότε να αποκτήσει ελληνικές αρχαιότητες, αν και δεν είχε ξεκινήσει το πλιάτσικο στα μάρμαρα του Παρθενώνα.
Επίσκεψη στην Τρωάδα
Λίγες μέρες μετά την άφιξη του Έλγιν στην Κωνσταντινούπολη και την επίσημη ανάληψη των καθηκόντων του ως πρέσβη του Ηνωμένου Βασιλείου, με τη σύζυγό του, πραγματοποίησαν εκδρομή στην περιοχή της Τρωάδας. Εκεί επισκέφθηκαν το λόφο του Χισαρλίκ, όπου πίστευαν ότι βρίσκονταν τα κατάλοιπα της Τροίας των Ομηρικών Επών.
Ο Έλγιν δεν πήγε στην Τρωάδα μόνο για να δει αν θα μπορούσε να εντοπίσει τη θέση της Τροίας αλλά και γιατί εκεί βρισκόταν το χωριό Γενή Σερ όπου είχαν βρεθεί αρχαιότητες. Στην αρχαιότητα εκεί υπήρχε το Σίγειον, μία από τις σημαντικότερες πόλεις της Τρωάδας. Μάλιστα, το όνομα «Γενή Σερ» ήταν απόδοση στα τουρκικά του αρχαιοελληνικού όρου «Σίγειον άκρον».
Οι αρχαιότητες του Γενή Σερ
Πολλοί κάτοικοι του Γενή Σερ ήταν Έλληνες και γύρω στο 1700 ανακάλυψαν δύο αρχαίες μαρμάρινες πλάκες. Η πρώτη ήταν μία στήλη με μια καθιστή γυναικεία μορφή με άλλες δύο όρθιες μορφές αριστερά και δεξιά της. Θεωρούνταν ότι ήταν επιτύμβια στήλη μίας μητέρας με τα τέσσερα παιδιά της. Σήμερα γνωρίζουμε ότι οι τέσσερις όρθιες μορφές μάλλον είναι ιέρειες που αποδίδουν λατρεία σε κάποια γυναικεία θεότητα που εικονίζεται στο κέντρο της παράστασης να κάθεται σε θρόνο.
Η άλλη μαρμάρινη πλάκα είχε μια αρχαία ελληνική επιγραφή με βουστροφηδόν γραφή, δηλαδή ξεκινούσε από τα αριστερά προς τα δεξιά και στη συνέχεια από τα δεξιά προς τα αριστερά, όπως οργώνουν τα βόδια. Πρόκειται για μία από τις παλαιότερες αρχαίες ελληνικές επιγραφές αφού η βουστροφηδόν γραφή χρησιμοποιούνταν κυρίως όταν ξεκίνησε ο γραπτός λόγος με το ελληνικό αλφάβητο, δηλαδή στην πρώιμη αρχαϊκή περίοδο.
Οι Έλληνες στο Γενή Σερ τοποθέτησαν τις δύο πλάκες έξω από την εκκλησιά τους. Σύμφωνα με περιηγητές, χρησιμοποιούταν ως καθίσματα, όταν γίνονταν θείες λειτουργίες έξω από το ναό.
Άρνηση πώλησης
Ξένοι περιηγητές, κυρίως Άγγλοι και Γάλλοι, έμαθαν γι’ αυτές τις αρχαιότητες. Τότε άρχισαν να προσφέρουν μεγάλα ποσά στους ντόπιους για να τις πάρουν. Αυτοί με επικεφαλής τον εκάστοτε ιερέα του ναού αρνούνταν κατηγορηματικά.
Όπως περνούσαν τα χρόνια, οι αρχαιότητες έγιναν διάσημες και για την αγορά τους έδειξαν ενδιαφέρον και ξένοι πρεσβευτές στην Κωνσταντινούπολη. Δύο τουλάχιστον πρέσβεις της Γαλλίας, χώρας φιλικής στην Τουρκία, δεν μπόρεσαν να δελεάσουν τους κατοίκους με σημαντικά χρηματικά ποσά. Στις αρχές του 18ου αιώνα προσπάθησε ανεπιτυχώς να τις αγοράσει ο πρέσβης του Λουδοβίκου 14ου στην Υψηλή Πύλη. Το 1788 οι κάτοικοι απέρριψαν και την προσφορά του Κόμη ντε Σουαζέλ-Γκουφιέ πρεσβευτή του Λουδοβίκου 16ου που ήταν από τους πιο γνωστούς αρχαιοκάπηλους της εποχής του.
Το μεγαλύτερο ποσό που γνωρίζουμε ότι προσφέρθηκε στους Έλληνες του Γενή Σερ ήταν 400 ενετικά τσεκίνια στα μέσα του 18ου αιώνα από ένα Άγγλο περιηγητή. Όταν αρνήθηκαν να πουλήσουν ακόμη και σε αυτή την υψηλή τιμή, ο Άγγλος με απορία ζήτησε εξηγήσεις.
Οι κάτοικοι απάντησαν πως, όταν κάποτε πούλησαν ένα μικρό αρχαίο μάρμαρο σε κάποιο άλλο περιηγητή, το χωριό τους χτυπήθηκε από επιδημία.
Καταστροφές στις πλάκες
Όμως το δεύτερο μισό του 18ου αιώνα οι πιέσεις από τους ξένους, άρχισαν να γίνονται αφόρητες στους κατοίκους του Γενή Σερ. Τότε προέβησαν σε μία πράξη που σήμερα μας φαίνεται απαράδεκτη, αλλά που δείχνει πόσο αποφασισμένοι ήταν να μην αποχωριστούν τις αρχαιότητές τους.
Έσπασαν τα κεφάλια από τις πέντε ανάγλυφες μορφές στη μία πλάκα και έσβησαν κάποια από τα γράμματα στην πλάκα με την επιγραφή. Πίστευαν ότι οι ξένοι δεν θα ενδιαφέρονταν πια να αγοράσουν τις αρχαιότητες και θα σταματούσαν κάθε προσπάθεια. Μάταιος κόπος και αχρείαστη καταστροφή.
Έλγιν και Καπουδάν Πασάς
Αρχικά και ο Έλγιν προθυμοποιήθηκε να αγοράσει τις δύο αρχαίες μαρμάρινες πλάκες. Όταν έμαθε ότι οι Έλληνες κάτοικοι συνέχισαν να αρνούνται να πουλήσουν, έβαλε μπροστά τα μεγάλα μέσα.
Ήταν η εποχή που οι Τούρκοι είχαν ανάγκη τους Βρετανούς για να διώξουν τους Γάλλους του Ναπολέοντα από την Αίγυπτο. Κατά συνέπεια ήταν πρόθυμοι να ικανοποιήσουν κάθε επιθυμία του πρέσβη τους.
Έτσι όταν ο Έλγιν ζήτησε από τον Καπουδάν Πασά, τον Τούρκο ναύαρχο, να «πείσει» τους κατοίκους του Γενή Σερ να του δώσουν τις δύο αρχαιότητες, αυτός ενήργησε άμεσα και αποτελεσματικά. Έστειλε ενόπλους στρατιώτες και εξανάγκασαν τους ντόπιους να παραδώσουν τις δύο πλάκες. Μάταια, με επικεφαλής τον ιερέα, προσπαθούσαν με κλάματα να εμποδίσουν την αρπαγή της πολιτιστικής τους κληρονομιάς.
Ο Καπουδάν Πασάς παρέδωσε τις δύο πλάκες στον Έλγιν. Αυτός κανόνισε να φορτωθούν σαν λάφυρα σ’ ένα αγγλικό πολεμικό πλοίο που τα μετέφερε στο Λονδίνο. Πολλά χρόνια αργότερα, το 1816, ο Έλγιν τις πούλησε μαζί με τα Μάρμαρα του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα.
Ο σεβασμός των Ελλήνων
Η προσήλωση των Ελλήνων κατοίκων του Γενή Σερ στις δύο αρχαίες πλάκες προκάλεσε το ενδιαφέρον των περιηγητών ακόμη και μετά τη βίαιη αρπαγή τους από τον Καπουδάν Πασά για λογαριασμό του Λόρδου Έλγιν.
Ενάμιση χρόνο μετά το γεγονός, ο Άγγλος περιηγητής Φίλιπ Χαντ πήγε στο χωριό και μίλησε με τον ιερέα που προσπάθησε να εμποδίσει την αρπαγή. Σύμφωνα με τον Άγγλο, ήταν καθαρά θέμα δεισιδαιμονίας που οι Έλληνες δεν ήθελαν να αποχωριστούν τις αρχαιότητες. Πίστευαν ότι μπορούσαν να γιατρέψουν ανθρώπους από την ελονοσία. Όμως, δεν αναρωτήθηκε γιατί ενώ ήταν χριστιανοί είχαν ως μέσο προστασίας, έργα των αρχαίων Ελλήνων που ήταν ειδωλολάτρες και όχι χριστιανικά σύμβολα, όπως ο σταυρός και οι εικόνες:
«Για να εξηγήσει κανείς αυτό [το σεβασμό προς τις αρχαιότητες] θα είναι ίσως απαραίτητο να αναφέρει ότι κατά τη διάρκεια του χειμώνα και της άνοιξης ένα σημαντικό τμήμα των γειτονικών πεδιάδων πλημμυρίζει, καταδικάζοντας έτσι τους κατοίκους σε εμπύρετα ρίγη και τέτοιο είναι το επίπεδο της δεισιδαιμονίας προς το παρόν μεταξύ των Ελλήνων Χριστιανών, που όταν κάποια ασθένεια γίνεται χρόνια ή πέρα από τις δυνατότητες των κοινών θεραπειών, αποδίδεται σε δαιμονικές δυνάμεις. Ο παπάς ή ιερέας καλείται τότε να εξορκίσει τον ασθενή, πράγμα το οποίο κάνει γενικά στο προαύλιο της εκκλησίας, διαβάζοντας μακροσκελή αποσπάσματα από την Ιερά Γραφή επάνω από τον πάσχοντα’ ορισμένες φορές πράγματι ολόκληρα και τα τέσσερα ευαγγέλια. Πλέον αυτού, στο Γενή Σερ, συνηθίζεται να κυλούν τον ασθενή επάνω στη μαρμάρινη πλάκα που περιέχει τη Σίγεια επιγραφή, τους χαρακτήρες της οποίας δεν έχουν αποκρυπτογραφήσει ποτέ οι δικοί τους διδάσκαλοι, επειδή υποτίθεται ότι περιέχουν μία πανίσχυρη μαγική δύναμη. Ωστόσο, η πρακτική αυτή έχει εξαφανίσει σχεδόν το επίγραμμα».
Οι Βρετανοί ερμήνευσαν αρνητικά τη δεισιδαιμονία αγράμματων ανθρώπων και έδειξαν απόλυτη κατανόηση στην απατεωνιά των μορφωμένων ευγενών τους.
Η δεισιδαιμονία, δεν ερμηνεύθηκε ως ανόθευτο ένστικτο διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Η αρχαιοκαπηλία δικαιολογήθηκε ως υψηλό προνόμιο.
Στοιχεία αντλήθηκαν από William St Claire, Ο Λόρδος Έλγιν και τα Μάρμαρα (τίτλος πρωτότυπου Lord Elgin and the Marbles) μετάφραση Μαίρη Περαντάκου-Cook, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1999, σελίδες 35-36
Κωνσταντίνος Λαγός, mixanitouxronou.gr