Στα τέλη του 640 μ.Χ. ο γερασμένος αυτοκράτορας Ηράκλειος, άρρωστος σωματικά και ψυχικά, κρυβόταν στο ανάκτορο της Ιέρειας, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη.
Παρόλες τις εκκλήσεις και τις πληροφορίες για συνωμοσία, έτρεμε να περάσει τον Βόσπορο καθώς είχε αναπτύξει μια παρανοϊκή φοβία για τη θάλασσα. Ο άνθρωπος που είχε κάποτε διαπλεύσει τη μισή Μεσόγειο, από την Καρχηδόνα μέχρι την Κωνσταντινούπολη, για να σώσει την αυτοκρατορία, τριάντα χρόνια αργότερα δεν τολμούσε να διασχίσει έναν στενό πορθμό για να σώσει τη δυναστεία του.
Κι όμως στην ακμή του ο Ηράκλειος δεν έμοιαζε καθόλου με αυτό το ράκος.
Απελευθέρωσε την αυτοκρατορία από την τυραννία του εγκληματικού και ανίκανου Φωκά, ναναδιοργάνωσε τον στρατό, θέτοντας τις βάσεις για την στρατιωτική/πολιτική διαίρεση της αυτοκρατορίας σε θέματα.
Ένα σύστημα που εξασφάλισε την επάνδρωση των στρατιών που για τους επόμενους πέντε αιώνες θα υπεράσπιζαν την αυτοκρατορία και θα πραγματοποιούσαν την εποποιία του 10ου αιώνα.
Στη συνέχεια εξαπέλυσε τον πρώτο ιερό πόλεμο της Χριστιανοσύνης εναντίον των Περσών και, επιδεικνύοντας γενναιότητα και στρατηγική ευφυΐα, οδήγησε προσωπικά το στρατό σε έναν μακροχρόνιο και σκληρό αγώνα ενάντια στους Σασσανίδες που στεκόταν ισάξια απέναντι στους Ρωμαίους για τετρακόσια χρόνια.
Η τελική νίκη τον ανέδειξε σε ήρωα, είχε υποτάξει μια αυτοκρατορία, είχε ανακτήσει όλα τα χαμένα εδάφη και είχε γνωρίσει τον θρίαμβο στην Κωνσταντινούπολη και την Ιερουσαλήμ, όπου αναστήλωσε μέσα σε αποθέωση τον Τίμιο Σταυρό που είχε ανακτήσει από τους Πέρσες.
Παράλληλα έκανε σημαντικά βήματα για τον εκσυγχρονισμό του κράτους και τον εξοβελισμό των παρωχημένων στοιχείων που βάρυναν τις λειτουργίες του, με κυριότερο την καθιέρωση της ελληνικής ως επίσημης γλώσσας της διοίκησης και του στρατού.
Αυτές ήταν οι επιτυχίες του.
Από εκεί και πέρα τη βασιλεία του βάρυναν πολλά σύννεφα, που οφείλονταν στην εκκλησιαστική πολιτική του και τις οικογενειακές του υποθέσεις.
Η επικράτηση του δόγματος του Μονοφυσιτισμού μεταξύ των πληθυσμών της Συρίας
και της Αιγύπτου είχε δημιουργήσει ένα βαθύ πνευματικό χάσμα μεταξύ αυτών και της Κωνσταντινούπολης που προωθούσε το δόγμα της Χαλκηδόνας, ένα χάσμα που είχε διευκολύνει προηγούμενα την διείσδυση των Περσών σε αυτές τις επαρχίες.
Ο Ηράκλειος, σε συνεργασία με τον εξίσου σπουδαίο πατριάρχη Σέργιο, προσπάθησε να αντιμετωπίσει την κατάσταση με την εισαγωγή του συμβιβαστικού δόγματος του Μονοθελητισμού. Ωστόσο ο τεχνητός αυτός συμβιβασμός δεν ικανοποιούσε καμιά από τις δύο πλευρές και έμεινε κενό γράμμα παρά τις προσπάθειες του αυτοκράτορα. Στην προσωπική του ζωή ο Ηράκλειος έκανε μια επιλογή που αποδείχτηκε ολέθρια, παίρνοντας ως δεύτερη σύζυγό του την κόρη της αδελφής του Μαρτίνα, περιφρονώντας τη νομοθεσία και τους εκκλησιαστικούς κανόνες. Η ένωση αυτή προκάλεσε γενική δυσαρέσκεια και αποστροφή, που έμεναν ωστόσο χωρίς αντίκρισμα όσο ο αυτοκράτορας ήταν ισχυρός.
Η μοίρα επεφύλασσε ένα συντριπτικό χτύπημα στον ηρωικό, μετριοπαθή, δραστήριο και δημιουργικό αυτοκράτορα. Πέντε μόλις χρόνια μετά τη συντριβή των Περσών οι Άραβες, που είχαν μόλις ολοκληρώσει την πολιτική τους ένωση, εισέβαλαν στα εδάφη της αυτοκρατορίας. Ο Ηράκλειος συγκέντρωσε ένα μεγάλο στράτευμα για να τους αντιμετωπίσει, όμως, έχοντας περάσει πια τα εξήντα, δεν το οδήγησε προσωπικά στη μάχη, όπως εναντίον των Περσών. Ο αυτοκρατορικός στρατός ηττήθηκε και διαλύθηκε στην επική μάχη του Ιερομίακα (Jarmuk) στις 20 Αυγούστου του 636, γεγονός που σήμανε την απώλεια της Συρίας και την αποκοπή της Αιγύπτου. Ο αυτοκράτορας βλέποντας τους κόπους της ζωής του να πηγαίνουν χαμένοι, εξουθενωμένος και άρρωστος, πήρε τον δρόμο της επιστροφής, καταλήγοντας στην Ιέρεια.
Τελικά μπόρεσε να διασχίσει τον Βόσπορο, αν και χρειάστηκε ένα επίτευγμα τεχνικής και μηχανικής, μια πλωτή γέφυρα, με άμμο στο κατάστρωμα και κλαδιά δέντρων στα παραπέτα. Πάνω σε αυτή ίππευσε ο αλλοτινός ήρωας αυτοκράτορας μέχρι την πρωτεύουσά του, χωρίς να αντικρίζει τη θάλασσα. Πέθανε λίγους μήνες αργότερα, στις 11 Φεβρουαρίου του 641, αφού υπέφερε μέχρι την τελευταία στιγμή. Σύμφωνα με τη διαθήκη του η σαρκοφάγος του έμεινε ανοικτή και φρουρούμενη για τρεις μέρες, από τον φόβο του να μην θαφτεί ζωντανός.
Η κληρονομιά του ήταν και αυτή πικρή. Η αγαπημένη του σύζυγος και ο γιος τους, εστεμμένος συναυτοκράτορας, ταπεινώθηκαν, ακρωτηριάστηκαν και εξορίστηκαν. Τα κατορθώματά του έσβησαν, αφού αποδείχτηκαν εφήμερα. Ο ίδιος στιγματίστηκε από τους επιγόνους του ως αιρετικός και αμαρτωλός. Στη συλλογική μνήμη της Δύσης αντίθετα καθιερώθηκε και τιμήθηκε, χάρη στον αγώνα του για τον Τίμιο Σταυρό, ως ο «πρώτος σταυροφόρος». Άλλα ούτε αυτή η αναπάντεχη τιμή ήταν αρκετή. Σαν να μην είχε βασανιστεί αρκετά αυτός ο άτυχος, έμελλε να υποστεί μια τελευταία ταπείνωση, εξακόσια χρόνια μετά τον θάνατό του. Κατά την Άλωση του 1204 οι έξαλλοι σταυροφόροι λεηλατώντας τον ναό των Αγίων Αποστόλων, παραβίασαν τον τάφο του πρώτου του είδους τους. Πάνω στην έξαψή τους να τραβήξουν το χρυσό στέμμα του Ηρακλείου, ξερίζωσαν και τα μαλλιά του.
Γιάννης Κωτσοκώστας