“Δεν έχει βρεθεί επίσημο φιρμάνι που να αφορά τον Λόρδο Έλγιν. Δεν είχε άδεια να πάρει μάρμαρα από τον Παρθενώνα. Είχε άδεια μόνο για επίσκεψη”.
Σε αυτό το συμπέρασμα έχουν καταλήξει για την ώρα η αρχιτέκτονας και συντηρήτρια Zeynep Aygen και ο ιστορικός Orhan Sakin, οι δυο ερευνητές από την Τουρκία που έχουν αναλάβει να κάνουν μια διεξοδική έρευνα στα οθωμανικά αρχεία της Κωνσταντινούπολης.
Τα αποτελέσματα της έρευνάς τους, που παρουσίασαν σε εκδήλωση στο Μουσείο της Ακρόπολης, έρχονται για μια ακόμη φορά να αντικρούσουν τον ισχυρισμό του Έλγιν αλλά και του Βρετανικού Μουσείου ότι είχε δοθεί σχετική άδεια από τον σουλτάνο για τη μεταφορά των μαρμάρων.
Όπως έχει αναφέρει και η επίτιμη γενική διευθύντρια αρχαιοτήτων, Ελένη Κόρκα το συγκεκριμένο χαρτί δεν βρέθηκε, παρά μόνο ένα μεταγενέστερο έγγραφο μεταφρασμένο στα ιταλικά. Επρόκειτο για μια φιλική επιστολή από τον Καϊμακάμ Πασά που επέτρεπε τη μεταφορά εκμαγείων από τα γλυπτά, χωρίς όμως να προκληθεί ζημιά στα μνημεία. Σύμφωνα με την οθωμανική νομοθεσία απαγορευόταν η μετακίνηση αρχαίων χωρίς την άδεια του σουλτάνου. Έπρεπε κάποιος να πάρει ειδικό φιρμάνι, το οποίο θα ήταν υπογεγραμμένο και σφραγισμένο.
Όπως, ανέφεραν η ερευνήτρια Aygen και ο ιστορικός Sakin που μελετούν τα οθωμανικά αρχεία, όλα τα φιρμάνια ήταν γραμμένα σ’ ένα ειδικό βιβλίο. “Το περιεχόμενό τους ήταν, επίσης, γραμμένο σ’ αυτό”, εξήγησαν.
Το μόνο που έχει εντοπιστεί μέχρι τώρα είναι γράμματα υπογεγραμμένα από τον Πασά Σεγούτ Αβδουλάχ πασά, ο οποίος αντικαθιστούσε εκείνη την εποχή τον Μεγάλο Βεζύρη Γιουσούφ Ζίγια Πασά, ο οποίος έλειπε στην Αίγυπτο λόγω της γαλλικής εισβολής.
Άδεια επίσκεψης και όχι αρπαγής
Όπως παρουσίασαν οι δυο ερευνητές υπάρχει μια επιστολή που τοποθετείται από τις 27 Ιουνίου έως τις 7 Ιουλίου 1801, στην οποία δίνεται άδεια για να επισκεφτούν οι συνεργάτες του Έλγιν την οθωμανική αυτοκρατορία, ενώ σε μετέπειτα επιστολή ζητήθηκε η παράταση του χρόνου παραμονής, ώστε να μπορέσουν να επισκεφτούν την Αθήνα και την Ρόδο. Ανάμεσα στους συνεργάτες του Έλγιν ήταν ο γραμματέας της πρεσβείας Γουίλιαμ Ρίτσαρντ Χάμιλτον, ο ιερέας Φίλιπ Χαντ και έξι καλλιτέχνες από την Ιταλία, μεταξύ των οποίων και ο ζωγράφος Λουζιέρι που στάλθηκαν για να καταγράψουν τα μνημεία και πάρουν εκμαγεία.
Στα αρχεία εντοπίστηκαν γράμματα του Έλγιν, ο οποίος αιτούνταν να επισκεφτεί τη Χίο και την Αθήνα για ιατρικούς λόγους, καθώς υποστήριζε ότι ο καθαρός αέρας θα βελτίωνε την υγεία του.
Ζητούσε να επιτραπεί η ασφαλής παραμονή του και των συνεργατών του στον ελλαδικό χώρο.
Σε πολλά σημεία των γραμμάτων του τόνιζε ότι ήταν “μέλη ενός έμπιστου συμμάχου από τη Βρετανία”.
Το υποτιθέμενο φιρμάνι
Φιρμάνι δεν βρέθηκε αλλά η βρετανική πλευρά υποστήριξε ότι υπάρχει ένα αντίγραφο στην ιταλική γλώσσα. Η ιταλική μετάφραση του υποτιθέμενου φιρμανιού έγινε από τον γραμματέα της βρετανικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη Πιζανί. Η ιταλική έκδοση του “φιρμανιού” δόθηκε στον ιερέα Χαντ, ο οποίος στη συνέχεια φρόντισε να μεταφραστεί στα αγγλικά και να παρουσιαστεί ως πειστήριο.
Η επίσημη μετάφραση του οθωμανικού Φιρμανίου στα ελληνικά, όπως αυτή έχει δημοσιευθεί στο Ενημερωτικό Δελτίο των Εταίρων της Αρχαιολογικής Εταιρίας είναι:
Προς τον Καδή ή Προϊστάμενο Δικαστή και
Προς τον Βοεβόδα ή Διοικητή της Αθήνας, 1801.
«Σε ειδοποιούμε ότι ο ειλικρινής Φίλος η Εξοχότητα του Λόρδος Έλγιν Έκτατος Πρεσβευτής από την Αγγλική Αυλή στην Πύλη της Ευτυχίας, μας έχει βεβαιώσει ότι είναι γνωστό πως οι περισσότερες Φράγκικες [χριστιανικές] Αυλές επιθυμούν να διαβάσουν και να μελετήσουν τα βιβλία, γλυπτά και άλλα επιστημονικά έργα των Αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων. Και ότι ειδικότερα, οι υπουργοί, φιλόσοφοι, επίσκοποι και άλλοι σημαίνοντες Άγγλοι ενδιαφέρονται για τα γλυπτά που έχουν μείνει από την εποχή των προαναφερθέντων Ελλήνων και τα οποία βρίσκονται στις ακτές του Αρχιπελάγους και σε άλλες περιοχές. Και εξαιτίας αυτού του πράγματος έχουν στείλει από καιρού εις καιρόν ανθρώπους για να εξερευνήσουν και να εξετάσουν τα αρχαία κτίρια και γλυπτά. Και πως επειδή ορισμένοι φιλότεχνοι της Αγγλικής Αυλής θέλουν να δουν τα αρχαία κτίρια και τα περίεργα γλυπτά στην Πόλη των Αθηνών και τα παλαιά τείχη που σώζονται από τον καιρό των Ελλήνων, που βρίσκονται τώρα στο εσωτερικό μέρος του προαναφερθέντος τόπου. Όθεν αυτός [δηλ. ο πρεσβευτής] έχει προσλάβει πέντε Άγγλους ζωγράφους που μένουν τώρα στην Αθήνα, για να παρατηρήσουν και να εξετάσουν και επίσης να αντιγράψουν τα γλυπτά που υπάρχουν εκεί από την αρχαιότητα. Κι ακόμη μας έχει ζητήσει, ειδικά για αυτή τη φορά, να γραφεί και να διαταχθεί ότι για όσον καιρό οι προαναφερθέντες ζωγράφοι θα μπαίνουν και θα βγαίνουν στο φρούριο αυτής της πόλης, που είναι ο τόπος της μελέτης, και θα τοποθετούν ικριώματα γύρω από τον αρχαίο Ναό των Ειδώλων που υπάρχει εκεί. Και θα κατασκευάζουν εκμαγεία των προαναφερθέντων κοσμημάτων και γλυπτών σε κονίαμα ή γύψο. Και θα καταμετρούν τα λείψανα των άλλων ερειπωμένων οικοδομημάτων που βρίσκονται εκεί. Και θα σκάβουν, όταν το κρίνουν απαραίτητο, τα θεμέλια για να ανακαλύψουν επιγραφές που μπορεί να έχουν καλυφθεί από σκουπίδια. Να μην υπάρξει καμία διακοπή ούτε εμπόδιο στην εργασία τους από τον Δισδάρη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. Κανείς να μην αναμειχθεί με τα ικριώματα ή τα εργαλεία που μπορεί να χρειαστούν στις εργασίες τους. Και πως όταν θελήσουν να πάρουν μαζί τους θραύσματα πέτρας που φέρουν παλιές επιγραφές ή γλυπτά, να μην υπάρξει καμία αντίρρηση.
Σου γράψαμε λοιπόν αυτό το γράμμα και το στείλαμε με τον κύριο Philip Hunt με το σκοπό μόλις αντιληφθείς τη σημασία του, πως εκφράζει δηλαδή τη σαφή επιθυμία και υπόσχεση του Μεγαλειότατου Σουλτάνου, προικισμένου με όλες τις εξέχουσες ιδιότητες, να ευνοήσει αιτήσεις όπως η προαναφερθείσα, σύμφωνα με όσα συνοδεύουν τη φιλία, την τιμιότητα, τη συμμαχία και την καλή θέληση που υπάρχει από πολύ παλιά μεταξύ της Υψηλής και πάντοτε κραταιάς Οθωμανικής Αυλής και αυτής της Αγγλίας και που αυξάνει εμφανώς και από τις δύο Αυλές. Ειδικά, καθώς δεν υπάρχει κίνδυνος αν τα προαναφερθέντα γλυπτά και κτίρια παρατηρηθούν και σχεδιαστούν. Αφού λοιπόν εκπληρωθούν τα όσα επιβάλλει η φιλοξενία και γίνουν δεκτοί με το πρέποντα τρόπο οι προαναφερθέντες καλλιτέχνες σύμφωνα με την σημαντική αίτηση του προαναφερθέντος πρεσβευτή και επειδή είναι υποχρέωση για μας να εξασφαλίσουμε ότι δεν θα βρούν κανένα εμπόδιο περπατώντας, παρατηρώντας ή μελετώντας τα γλυπτά και τα κτίρια που θέλουν να σχεδιάσουν και να αντιγράψουν. Και σε οποιαδήποτε από τις εργασίες τους, ίδρυση ικριώματος ή χρησιμοποίηση διαφόρων εργαλείων. Η επιθυμία μας είναι μόλις φτάσει το γράμμα αυτό να χρησιμοποιήσεις όλη σου την επιμέλεια για να ενεργήσεις σύμφωνα με τις επιδιώξεις του πρεσβευτή για όσον καιρό οι προαναφερθέντες καλλιτέχνες που μένουν σε αυτό το μέρος θα μπαίνουν και θα βγαίνουν στο φρούριο των Αθηνών που είναι ο τόπος της μελέτης […] Να μην ενοχληθούν από τον προαναφερθέντα Διασδάρη ή από άλλα άτομα, ούτε από σένα στον οποίο απευθύνετε αυτό το γράμμα. Και κανένας να μην αναμειχθεί με τα ικριώματα ή τα εργαλεία τους ούτε να τους εμποδίσει να πάρουν μερικά κομμάτια πέτρας με επιγραφές και γλυπτά (qualque pezzi di pietra)»
Σύμφωνα με άρθρο της επίτιμης γενικής διευθύντριας αρχαιοτήτων Έλενα Κόρκα στο περιοδικό «Ανθέμιο» με την επιστολή ζητούνταν «η ευνοϊκή αντιμετώπιση του συνεργείου του Έλγιν από τους προεστούς της Αθήνας, προκειμένου να γίνει αποτύπωση, σχέδια και λήψη εκμαγείων από τα μνημεία της Ακρόπολης, καθώς και ανασκαφή και πιθανή απομάκρυνση από τα ερείπια γύρω από τον Παρθενώνα κάποιων τμημάτων ενεπίγραφων ή με γλυπτή διακόσμηση, με σαφή διευκρίνηση όμως ότι δεν θα επερχόταν καμία βλάβη ή φθορά στο κτήριο».
Όμως, ο Έλγιν έκοβε με κάθε τρόπο τα γλυπτά χωρίς να σκέφτεται τις ζημιές που προκαλούσε. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν να διακοσμήσει την έπαυλή του.
Οι πρώτες μετόπες αφαιρέθηκαν από τον Χαντ στις 31 Ιουλίου του 1801. Η καταστροφή των μνημείων συνεχίστηκε μέχρι το 1804 και μεταφέρθηκαν στην Βρετανία το 1806. Είχαν αποσπάσει πενήντα έξι λίθους της ζωφόρου από τον Παρθενώνα, δεκαεννιά αετωματικές μορφές και δεκαπέντε μετόπες.
Λίγο αργότερα, αγοράστηκαν από την Βρετανική κυβέρνηση έναντι του ποσού των ₤35.000 και μεταφέρθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο.