Η λέξη μπαλέτο έχει εισαχθεί στην ελληνική γλώσσα από την ιταλική balleto. Ωστόσο, η ρίζα της λέξης είναι αρχαιοελληνική. Πιο συγκεκριμένα, η ρίζα της είναι το αρχαιοελληνικό ρήμα βαλλίζω που σημαίνει ρίχνω τα πόδια μου εδώ κι εκεί, χορεύω. Από το βαλλίζω οι Ιταλοί έπλασαν το ρήμα ballo και από το ballo παρήγαγαν τα ballare και balleto. Το balleto επέστρεψε στη γλώσσα μας ως αντιδάνειο.
Μπαλέτο < ιταλική balletto, υποκοριστικό του ballo < υστερολατινική ballare < ballo < αρχαία ελληνική βαλλίζω (αντιδάνειο).