Άρχισα να γέρνω σαν εκείνη την ιτιούλα που σου ‘χα δείξει στη στροφή του δρόμου. Και δεν είναι που θέλω να ζήσω. Είναι το γαμώτο που δεν έζησα» έγραφε η Κατερίνα Γώγου στο «Ιδιώνυμο».
Η ποίησή της ήταν «δρομίσια». Ξυράφια τα λόγια της. Αν «νιώθεις» μπορεί να σε πυρπολήσουν. Αν όχι τότε, μάλλον, είναι αδιάφορα.
«Η ζωή μας είναι άσκοπα λαχανητά σε κανονισμένες απεργίες ρουφιάνους και περιπολικά. Γι’ αυτό σου λέω. Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε. Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε!» έγραψε στο «Τρία κλικ αριστερά», αυτή που έλεγε πως η ζωή της ήταν η Πατησίων «πάνω, κάτω η Πατησίων».
Σε προέτρεπε να περπατήσεις μαζί της για να δεις και εσύ αυτά που έβλεπε εκείνη. «Πάρε με λοιπόν από δω. Θέλω να σου δείξω τα καλοκαιριάτικα θέατρα, πώς ζούνε το χειμώνα. Πόσο άδεια είναι τα σχολικά όταν έχουν αργία κι όλους τους φίλους που φύγανε και δεν μπορούν πια να με προδώσουν. Πάμε από δω πάμε εκδρομή σε μέρος που δεν έγινε, αφού στο ‘χω γράψει στο ‘χω πει, όπου κι αν πάτησα άφηνα αίμα, γι’ αυτό δεν μπορώ ποτέ πού να σταθώ κι όλο αλλάζω σεντόνια» έγραφε πάλι στο «Ιδιώνυμο».
Και σου γνώριζε τους φίλους της που «ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα γιατί τούς ρημάξατε το κόκκινο. Γράφουνε σε συνθηματική γλώσσα, γιατί ή δική σας μόνο για γλείψιμο κάνει» και τους υπερασπιζόταν τους φίλους της. Γι αυτό και την κυνήγησαν οι άλλοι.
Υπερασπιζόταν ακόμα και το μαύρο. «Άσπρη είναι η αρία φυλή, η σιωπή, τα λευκά κελιά, το ψύχος, το χιόνι, οι άσπρες μπλούζες των γιατρών, τα νεκροσέντονα, η ηρωίνη. Αυτά λίγο πρόχειρα για την αποκατάσταση του μαύρου».
«Στο μυαλό είν' ο στόχος, το νου σου, ε;»
Γεννήθηκε την πρώτη ημέρα του Ιουνίου του 1940. Ένα μικροσκοπικό κοριτσάκι, με έντονο βλέμμα. Ανήσυχο πνεύμα. Ήταν μόλις 5 ετών όταν άρχισε να παίζει σε θεατρικές παραστάσεις. Δεν άργησε να λάβει και τον τίτλο του «παιδιού θαύματος». Σπούδασε στη σχολή του Τάκη Μουζενίδη και θεωρούνταν ένα από τα πλέον ανερχόμενα αστέρια.
Πρωτοεμφανίστηκε στον θίασο του Ντίνου Ηλιόπουλου το 1961 στο έργο «Ο κύριος πέντε τοις εκατό». Την πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση την έκανε σε ηλικία μόλις 12 ετών, το 1952, στην ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «ο Άλλος» δίπλα στον Γιώργο Παππά. Η πορεία προς την κορυφή, όμως, για την Κατερίνα Γώγου ξεκίνησε όταν την ανακάλυψε ο δαιμόνιος Φίνος. Την είδε και οραματίστηκε τους ρόλους της. Η μικρή και... τρελιάρα φίλη ή αδερφή ή γλωσσού και καλόκαρδη οικιακή βοηθός, έκανε τους θεατές να εστιάζουν στους δεύτερους ρόλους της.
«Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο» (το 1959), «Δεσποινίς Διευθυντής» (το 1964), «Γάμος αλά ελληνικά» (το 1964), «Η γυνή να φοβήται τον άνδρα» (το 1965), «Μια τρελή - τρελή οικογένεια» (το 1965), είναι από τις πιο γνωστές επιτυχίες της.
Το 1978 κάνει την τελευταία της εμφάνιση στο θέατρο και το 1980 είναι το κινηματογραφικό της κύκνειο άσμα στη θρυλική «Παραγγελιά» που εξιστορεί το φονικό με πρωταγωνιστή τον Νίκο Κοεμτζή.
Ταυτόχρονα, όμως, παλεύει και με τους προσωπικούς της δαίμονες που την είχαν σπρώξει στα ναρκωτικά και το αλκοόλ. Στην προσπάθεια να σώσει την κόρη της, τη Μυρτώ, από τα ναρκωτικά, «βυθίστηκε» και η ίδια. Από ένα σημείο και έπειτα η ζωή της ήταν μόνο αλκοόλ και χάπια. Η Γώγου απογοητευμένη είχε παρατήσει τα πάντα. Ακόμα και τις αγαπημένες τις πολιτικές δράσεις με τους συντρόφους της. Ήταν ξεκάθαρο πως δεν μπορούσε να ακολουθήσει τους υπόλοιπους πλέον.
Στις 3 Οκτωβρίου του 1993, βρέθηκε νεκρή μέσα στο παλιό διαμέρισμα της μητέρας της στο Μεταξουργείο. Αιτία θανάτου, ένα «κοκτέιλ» από χάπια και αλκοόλ.
Η Κατερίνα δεν αυτοκτόνησε. Δεν πέθανε... από λάθος. Έφυγε «αυτοθέλητα» όπως είχε πει ο Δημήτρης Λιαντίνης για το δικό του φευγιό. Η ίδια, άλλωστε, το είχε πει σε συνέντευξή της λίγο καιρό πριν το τέλος: «Ελεύθερος σκοπευτής ήταν ο Άσιμος. Τον δολοφόνησαν. Τον Παύλο Σιδηρόπουλο, το ίδιο. Η μόνη επιζήσασα, εγώ».
Το πρωινό εκείνης της ημέρας η Γώγου, είχε συναντηθεί με τον συγγραφέα Γιώργο Χρονά. «Ήταν περίπου 7:15 και μου είπε ''δε σου έχω ζητήσει ποτέ τίποτα, βάλε μου να πιω''. Έβλεπε το μπουκάλι με το ουίσκι που ήταν πίσω από το κεφάλι μου και 7:15 το πρωί της έβαλα και ήπιε ουίσκι. Φεύγοντας μου είπε ''Φεύγω, πάω για κει''», είχε πει ο ίδιος σε μια παλαιότερη συνέντευξή του.
«Η Κατερίνα ένιωθε σαν αγρίμι παγιδευμένο, ήταν διαρκώς σε διωγμό. Τελικά, δεν άντεξε και έφυγε… Άφησε όμως πίσω τα ποιήματά της που μιλούν ακόμη για εκείνη, με φοβερή δύναμη και άσβηστο πάθος»είχε πει ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος.
«Από αγανάκτηση για το κακό, από αγάπη για τον άνθρωπο»
Η Κατερίνα Γώγου ήταν ένας άνθρωπος που θα μπορούσε να έχει τα πάντα αλλά επέλεξε να μην έχει τίποτα. Και αυτό το έκανε απόλυτα συνειδητά. Η εμπλοκή της με την πολιτική και ειδικά η δραστηριοποίησή της στον αναρχικό χώρο είναι αυτό που την άλλαξε σαν άνθρωπο. Αρχικά η Γώγου κινήθηκε στο χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Γρήγορα, ωστόσο, αποφάσισε πως «οι φίλοι της είναι μαύρα πουλιά» που «ζωγραφίζουνε με μαύρο χρώμα γιατί τους ρημάξατε το κόκκινο».
Όλοι όσοι τη γνώριζαν λένε ακόμα και σήμερα πως η επαφή της Γώγου με τον αναρχικό χώρο έπαιξε σημαντικό ρόλο. Ήταν καταλυτική και την καθόρισε ως άνθρωπο. Ξαφνικά μετατράπηκε από μια ηθοποιό που χάριζε το γέλιο σε μια οργισμένη ποιήτρια, τα γραπτά της οποίας ανάβλυζαν επαναστατικότητα. Συμμετέχει σε κινητοποιήσεις και εκφράζει ανοιχτά την αλληλεγγύη της σε διωκόμενους αναρχικούς. Συχνάζει σε καταλήψεις, διοργανώνει συναυλίες ενάντια στην κρατική καταστολή. Η δράση της ήταν επώνυμη. Έβγαινε μπροστά παρά το γεγονός πως ήξερε πως η αναγνωρισιμότητά της θα της δημιουργούσε προβλήματα καθώς σε τέτοιες «ιστορίες» το ότι ήταν σταρ του κινηματογράφου δε βοηθούσε. Ίσα – ίσα. Το αντίθετο.
«Από τη στιγμή που δε μας αφήνουν να φτιάξουμε τη ζωή, θα χαλάσουμε αυτό που υπάρχει και θα βγει το καινούργιο μετά» έλεγε η ίδια.
Το 1981, συνδιοργάνωσε στο γήπεδο Σπόρτινγκ, μεγάλη συναυλία κατά της κρατικής καταστολής. Το 1986 έκανε μήνυση στον τότε αρχηγό της ΕΛΑΣ, ίσως τον πιο αναγνωρίσιμο αστυνομικό της μεταπολίτευσης, Νίκων Αρκουδέα, ο οποίος με τις λεγόμενες «επιχειρήσεις Αρετής» στα Εξάρχεια είχε μπει για τα καλά στο στόχαστρο των αναρχικών.
Η Γώγου του έκανε μήνυση επειδή στις 28 Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς, σε ροκ συναυλία στο θέατρο του Λυκαβηττού, είχε φάει πολύ ξύλο. Μηνύει επίσης τον τότε υπουργό Δημόσιας Τάξης, Αντώνη Δροσογιάννη, αλλά και τον ίδιο τον... κρατικό μηχανισμό, για εντεταλμένο ρόλο στο παρακράτος και την αστυνομία για διακίνηση ναρκωτικών. «Από τη στιγμή που δε μας αφήνουν να φτιάξουμε τη ζωή, θα χαλάσουμε αυτό που υπάρχει και θα βγει το καινούργιο μετά» έλεγε η ίδια.
Μαζί με τον Κάιν, τον Παναγιώτη Παπαδόπουλο, έναν από τους πλέον αναγνωρίσιμους αναρχικούς της δεκαετίας του 1980, βγάζουν μια από τις πιο ιστορικές αφίσες του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου: «Οι μπάτσοι πουλάνε την ηρωίνη» ανάφερε η αφίσα με μεγάλα γράμματα και συμπλήρωνε από κάτω «Ο αγώνας ενάντια στην ηρωίνη, είναι αγώνας ενάντια στο κράτος». Η υπογραφή που έβαλαν η Γώγου και ο «Κάιν» ήταν λιτή: «Αναρχικοί». Ήταν, όμως, αρκετή για να βάλει και τους δυο σε ακόμα μεγαλύτερους μπελάδες.
Η δράση της τραβάει την προσοχή του υπουργού Τηλέμαχου Χυτήρη. Την αποκαλεί «Μαγιακόφσκι των Εξαρχείων». Στις 18 Μαρτίου 1991, γράφει ένα γράμμα στην Ελευθεροτυπία, με τίτλο «Ξεχάσατε τον Πετρόπουλο», στο οποίο, εκφράζει την αλληλεγγύη της προς τον αναρχικό Κυριάκο Μαζοκόπο και τον ποιητή, Γιάννη Πετρόπουλο, που βρίσκεται στη φυλακή. Τη συλλαμβάνουν ξανά.
Υπήρξε μια περίοδος που η Γώγου ήταν αυτό που λεγόταν τότε «συνήθης ύποπτος». Οτιδήποτε, δηλαδή, γινόταν και είχε σχέση με τον συγκεκριμένο χώρο, εκείνη «δεχόταν» και μια... αστυνομική επίσκεψη για «φιλική κουβεντούλα». Ενδεικτικό της κατάστασης που είχε δημιουργηθεί είναι πως όταν το βράδυ της 16ης Ιανουαρίου 1980 η «Ε.Ο. 17 Νοέμβρη», εκτέλεσε στο Παγκράτι τον υποδιοικητή των ΜΑΤ Παντελή Πέτρου και τον οδηγό του, αστυφύλακα Σωτήρη Σταμούλη, ένας «μάρτυρας» είπε πως εκτός από εκείνους που σκότωσαν τους δυο αστυνομικούς, στην ομάδα υπήρχε και μια γυναίκα την οποία ο ίδιος είδε να τρέχει προκειμένου να απομακρυνθεί από το σημείο.
Ο μάρτυρας αυτός αναγνώρισε δίχως καμία αμφιβολία την Κατερίνα Γώγου ως τη γυναίκα που έτρεχε για να φύγει. Λίγη ώρα αργότερα, πάνοπλοι αστυνομικοί, έσπασαν την πόρτα του διαμερίσματος που έμενε η Γώγου και τη μετέφεραν σηκωτή στην Ασφάλεια προκειμένου να την ανακρίνουν. Μετά από πολύωρη και εξαντλητική ανάκριση η Γώγου αφέθηκε ελεύθερη καθώς δεν προέκυψε το παραμικρό στοιχείο σε βάρος της.
Η ίδια, πάντως, δεν ήταν λίγες οι φορές που διακωμωδούσε τη... στενή της σχέση με την αστυνομία. Ενδεικτικό είναι το περιστατικό που έχει διηγηθεί ο γνωστός ηθοποιός Αντώνης Καφετζόπουλος. Σύμφωνα με τον γνωστό ηθοποιό, εκείνος και η Γώγου μια νύχτα βρίσκονταν στον Πειραιά και έκαναν βόλτα με ένα σαραβαλάκι. Τότε, ωστόσο, είχαν απεργία τα ταξί και δυο αστυνομικοί τους έκαναν «οτοστόπ».
Αφού οι ένστολοι επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο, η Γώγου γύρισε και είπε στον Καφετζόπουλο: «Πρόσεχε πώς οδηγείς γιατί αν έχουμε κανένα ατύχημα και βρουν αυτά τα τέσσερα πτώματα ανακατεμένα μέσα στο αυτοκίνητο, δε μας ξεπλένει ούτε ο Νιαγάρας»!