Ο Παύλος Μελάς γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου του 1870 στη Μασσαλία, όπου ο πατέρας του Μιχαήλ Μελάς δραστηριοποιούταν ως έμπορος και ο οποίος αργότερα με την επιστροφή της οικογένειας στην Ελλάδα έγινε δήμαρχος Αθηναίων (1891-1894).
Πατρική κατοικία, μετά την εγκατάσταση της οικογένειας στην Αθήνα το 1874, ήταν το σημερινό μέγαρο της «Αθηναϊκής Λέσχης» στην Πανεπιστημίου. Ο Παύλος επέλεξε, όπως και δύο ακόμη από τους τέσσερις αδερφούς του, τη στρατιωτική καριέρα.
Το 1891 αποφοίτησε από την Ευελπίδων με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού του πυροβολικού και την επόμενη χρονιά παντρεύτηκε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη τού τότε υπουργού Εξωτερικών και μετέπειτα πρωθυπουργού και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη.
Ο Παύλος Μελάς μεγάλωσε σε μια μεγαλοαστική οικογένεια που βρισκόταν κοντά στα κέντρα αποφάσεων της εξουσίας. Από τα αδέρφια του, ο Γεώργιος χρημάτισε ιδιαίτερος γραμματέας του βασιλιά Κωνσταντίνου, ο Βασίλειος υπασπιστής του βασιλιά Αλέξανδρου, οι δε Λέων και Κωνσταντίνος βουλευτές Αγυιάς και Ιωαννίνων· αυλάρχης του πρίγκιπα Νικολάου υπήρξε και ο γαμπρός του, Εκτωρ Ρωμάνος.
Υπήρξε δραστήριο μέλος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής οργάνωσης, που είχε ως σκοπό την αναζωπύρωση του εθνικού φρονήματος και την απελευθέρωση των υπόδουλων Ελλήνων με κάθε θυσία, και έλαβε μέρος στον άτυχο πόλεμο του 1897 με την Τουρκία, όπου ήταν διοικητής ουλαμού πεδινής πυροβολαρχίας και συμπολεμιστής του Πρίγκηπα Νικόλαου και του αντισυνταγματάρχη Ν. Ζορμπά.
Ο Παύλος Μέλας δεν ήταν ο τύπος του σκληροτράχηλου πολεμιστή που ανέβηκε στη Μακεδονία διψώντας για αίμα. Αποστολή του ήταν η κατασκοπική διερεύνηση των συνθηκών ζωής των αλύτρωτων Ελλήνων και η δημιουργία ένοπλων ελληνικών ομάδων ατάκτων.
Ο γαμπρός του, Ίωνας Δραγούμης διορίστηκε στο Προξενείο Μοναστηρίου και έτσι τον πληροφορούσε από πρώτο χέρι για τη δράση των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Ο Μελάς αν και θα μπορούσε να συνεχίσει την άνετη ζωή του στην Κηφισιά και την Αθήνα των αρχών του 20ου αιώνα, πέρασε τα σύνορα, φόρεσε τον μαύρο παραδοσιακό ντουλαμά και άρχισε να δρα σαν κλέφτης της προεπαναστατικής περιόδου.
Τον Ιούλιο του 1904 κι ενώ υπηρετούσε στη Σχολή Ευελπίδων, έλαβε 20ημερη άδεια και έφυγε για τη Μακεδονία. Ήρθε σε συνεννόηση με άλλους αγωνιστές (Πύρζας, Π. Κύρος, πρόξενος Λ. Κορομηλάς) και αποφάσισαν οριστικά για τη συγκρότηση πολεμικών απελευθερωτικών ομάδων το συντομότερο. Επέστρεψε στην Αθήνα και έλαβε 4μηνη άδεια και ξεκίνησε για την τελευταία μοιραία του εξόρμηση.
Ο μυστηριώδης θάνατος του Παύλου Μελά
Στις 28 Αυγούστου του 1904, ο Παύλος Μελάς με το επιχειρησιακό ψευδώνυμο «Μίκης Ζέζας», (από τα χαϊδευτικά ονόματα των παιδιών του) και τη συνοδεία 35 περίπου Μακεδόνων και Κρητών μπήκε κρυφά στα Μακεδονικά εδάφη. Ο ίδιος ο Παύλος Μελάς κατέγραψε τις συνθήκες που επικρατούσαν στα μακεδονικά όρη σε γράμματα προς τη γυναίκα του:
«Τρίτη, 14 Σεπτεμβρίου 1904. Λημέρι έξω Λεχόβου. Εξυπνήσαμεν εις τας 7 το πρωί με πόνους εις τα πόδια και όλον το σώμα. Τα τσαρούχια μας είναι γεμάτα παγωμένο νερό, και εν τούτοις δεν ημπορούμεν να τα βγάλωμεν διότι έπειτα δεν είναι δυνατόν να φορεθούν.
Τρώγομεν ολίγον ψωμί που είναι ωσάν λάσπη από την βροχήν. Μετ’ ολίγον έρχεται ο Ζήσης και μας φέρνει ψωμί, ελιές κρομμύδια και κρασί, διότι σήμερον είναι νηστεία. Μάς επιτρέπει να ανάψωμεν φωτιά, διότι η ομίχλη είναι πυκνότατη και δεν φαίνεται ο καπνός. Αυτή η φωτιά ήτο από τας μεγαλυτέρας μας ευχαριστήσεις από την ημέραν της αναχωρήσεώς μας. Το κρύο είναι φοβερό.
Ήλθαν όλοι οι πρόκριτοι του Λεχόβου και μας φιλούν ως σωτήρας των από τους Βουλγάρους, οι οποίοι καθημερινώς τώρα τούς απειλούν. Εις το χωριό υπάρχει ένας φημισμένος τσαρουχάς, ο οποίος με παρακαλεί να μου κάμη ένα ζεύγος τσαρουχιών. Δέχομαι ευχαρίστως φιότι από τα εδικά μου υποφέρω πολύ»...
Η άφιξη του Μελά στη Μακεδονία έγινε γνωστή από τους Βουλγάρους και ο αρχικομιτατζής Μήτρος Βλάχος, πρόδωσε τη θέση του (Σιάτιστα), στους Τούρκους. Έτσι άδοξα παγιδεύτηκε και σκοτώθηκε ο πρώτος Μακεδονομάχος ήρωας. Ο βιογράφος του Μελά, Ιωάννης Σ. Νοτάρης, γράφει για τις τελευταίες κρίσιμες στιγμές του ήρωα:
«Στις 13 Οκτωβρίου του 1904 με το παλαιό ημερολόγιο ο Παύλος Μελάς με το σώμα του ήταν στη Στάτιτσα. Κατά το απομεσήμερο η γυναίκα που τον φιλοξενούσε ήρθε να τον ειδοποιήση ότι Τουρκικός στρατός είχε ξεκινήσει απ’ το Κονομπλάτι για τη Στάτιτσα. Ο βούλγαρος αρχικομιτατζής Μήτρος Βλάχος είχε στείλει μια χωριάτισσα να πη στους Τούρκους πως τάχα στη Στάτιτσα κρυβόταν αυτός – ο Βούλγαρος – με τη συμμορία του. Οι Τούρκοι το πίστεψαν. Και νομίζοντας πως κυνηγάνε τον Βούλγαρο πέσανε πάνω στον Παύλο Μελά. Το τουρκικό απόσπασμα έφτασε έξω από την πόρτα του σπιτιού που κρύβονταν επτά άνδρες του Μελά και έπειτα στην πόρτα του σπιτιού που κρυβόταν ο ίδιος.
Τότε ο Μελάς σημάδεψε κι έριξε απ’ το παράθυρο, ενώ οι Τούρκοι σκορπίστηκαν, έπιασαν θέσεις κι άρχισαν να πυροβολούν. Όταν οι πυροβολισμοί σταμάτησαν, κατέβηκαν όλοι κάτω, στο στάβλο, για να μην καούν αν οι Τούρκοι έβαζαν φωτιά στο σπίτι. Ξαφνικά ο Μελάς αντίκρυσε ένα Τούρκο στρατιώτη που πλησίαζε. Τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Ήταν κι όλας σούρουπο. Βγήκαν στην αυλή (…) Ακούστηκε τότε ένας πυροβολισμός κι η φωνή του Μελά που έλεγε: ''Στη μέση με πήρε παιδιά''. Μπήκε πάλι μέσα στο στάβλο, ο Μελάς φώναξε τον Πύρζα κοντά του, έβγαλε το σταυρό απ’ το λαιμό του: ''Το σταυρό να τον δώσης στη γυναίκα μου, και στο Μίκη το ντουφέκι μου και να τους πης πώς έκαμα το καθήκον μου''. Σε λίγο άρχισε να πονά: ''Σκοτώστε με παιδιά. Πώς θα μ’ αφήσετε στους Τούρκους''… Ο Πύρζας γονάτισε και τον φίλησε στο στόμα που τόνιωσε ψυχρο. ''Εδώ είμαι καπετάνιο. Δεν σ’ αφήνουμε''! ''Πονώ'', είπε πάλι και ξεψύχησε».
Εγιναν έτσι, όμως τα πράγματα σε ότι αφορά το πώς έχασε τη ζωή του ο Μελάς; Πολλοί ιστορικοί αμφισβητούν πολλές πτυχές αυτής της υπόθεσης. Ο Βασίλης Γούναρης, Αναπληρωτής Καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας έγραψε στο ένθετο «Επτά ημέρες» της Καθημερινής πως το μυστήριο που περιβάλλει τον θάνατο του Μελά οφείλεται σε τρεις λόγους.
«Ο πρώτος είναι ότι υπήρξε εξαρχής, από τη στιγμή του ατυχήματος της 13ης Οκτωβρίου 1904, μια συνωμοσία αποσιώπησης ορισμένων ενοχλητικών λεπτομερειών. Ο δεύτερος είναι ότι οι διαρροές που σημειώθηκαν, επειδή δεν ελέγχθηκαν ποτέ, έδωσαν έδαφος σε μια απίστευτη φημολογία. Σχεδόν όποιος βρέθηκε στη Μακεδονία τον Οκτώβριο του 1904 είχε άποψη για το θέμα. Ο τρίτος λόγος είναι ότι όσοι προσπάθησαν να επαναπροσεγγίσουν τον θάνατό του είτε αγνόησαν τις μαρτυρίες είτε παραπλανήθηκαν από τις πηγές. Είναι δυνατόν να αποκαλύψουμε σήμερα την αλήθεια; Iσως όχι πλήρως. [...]
«Ο ίδιος ο Πύρζας δήλωσε ότι ο Μελάς χτυπήθηκε από τουρκικό μάουζερ -όπλο που στο δικό τους σώμα μόνο ο Παύλος διέθετε- ότι μερικές λίρες έσπασαν από τη σφαίρα και μπήκαν στο τραύμα. Η νεκροψία, που είχε ήδη διενεργηθεί στην Καστοριά, επιβεβαίωνε τα λόγια του όσον αφορά την πληγή και τις λίρες. Είπε επίσης ότι ο Μελάς ζητούσε επίμονα να τον αποτελειώσουν, ότι προσπάθησε μάλιστα να αυτοκτονήσει αλλά τον εμπόδισε ο ίδιος, ενώ ο Ντίνας ήταν μάλλον θετικός για την επίσπευση του μοιραίου, αφού κινδύνευαν να συλληφθούν άμεσα. Ο Βολάνης όμως άκουσε από τους πρωταγωνιστές -και το μετέφερε χωρίς επιφύλαξη αργότερα- ότι τελικά ο Μελάς όντως αυτοκτόνησε με το περίστροφό του. Μάλλον απίθανη εκδοχή.
» Εξάλλου, το κεφάλι του νεκρού το είδαν τουλάχιστον δύο άτομα, ο προξενικός υπάλληλος που το αναγνώρισε και το έθαψε και η αδελφή του Μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη, η Κλεονίκη, η οποία συνόδευσε τη Ναταλία Μελά στο Πισοδέρι το 1907. Ούτε έγινε ποτέ αναφορά, από όσα στοιχεία της νεκροψίας γνωστοποιήθηκαν στον Τύπο από τουρκικής πλευράς, για δεύτερη σφαίρα στο σώμα του. Ο Καούδης, όμως, μεταπολεμικά έγραψε ότι, όπως έμαθε, ο αρχηγός είχε χτυπηθεί από ''μολύβι'' κι όχι από σφαίρα επαναληπτικού. αφησε έτσι ανοιχτό το ενδεχόμενο να έπεσε από όπλο αντάρτη.
» Eγραψε επίσης ο ίδιος ότι τελικά ο Πύρζας είχε καμφθεί από τις πιέσεις και άφησε να αποτελειώσουν τον Μελά οι ''άλλοι''. Δεν ήταν όμως αυτόπτης μάρτυρας ούτε αυτός ούτε ο Βολάνης. Ποιος τους τα είπε; Δεν είναι εύκολο να πει κανείς με βάση αυτές τις πηγές τι έγινε και με ποιανού ευθύνη στην αυλή του σπιτιού. Αν ο Παύλος πέθανε μόνο σε είκοσι λεπτά, όπως είπε ο Στρατηνάκης τότε, γιατί να τεθεί θέμα επίσπευσης; Το βέβαιο είναι ότι ο νεκρός Μελάς αφέθηκε προσωρινά στον αχυρώνα και ενταφιάστηκε αργότερα -ίσως την ίδια νύχτα- από τους χωρικούς».