Γράφει ο Αποστόλης Ζυμβραγάκης
Στην Ελλάδα, η εκπαίδευση παρουσιάζεται συχνά ως το ιερό δισκοπότηρο της κοινωνικής κινητικότητας και της αριστείας. Ωστόσο, αν ξύσουμε την επιφάνεια των εντυπωσιακών στατιστικών και των βαρύγδουπων εξαγγελιών, αποκαλύπτεται ένα σύστημα που τιμωρεί τη διαφορετικότητα, υποθάλπει την ομοιομορφία και αρνείται να αξιολογήσει ουσιαστικά τον εαυτό του.
Η αξιολόγηση δεν είναι απλώς ένας μηχανισμός μέτρησης, αλλά ένα εργαλείο με βαθύτατες ηθικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Η διαφορά ανάμεσα στη «μέτρηση» και την «αξιολόγηση» είναι καθοριστική: η μέτρηση αφορά το τι μπορεί να μετρηθεί αντικειμενικά —όπως οι βαθμοί στις εξετάσεις— ενώ η αξιολόγηση εμπεριέχει αξιακές κρίσεις για το τι έχει πραγματικά σημασία.
Στην Ελλάδα, όμως, η αξιολόγηση παραμένει μια άσκηση υποκρισίας. Τα σχολεία αξιολογούνται στη βάση αριθμητικών δεδομένων και στατιστικών που αγνοούν την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης μάθησης και τις κοινωνικές ανισότητες. Ένα παιδί από μια υποβαθμισμένη περιοχή θα κριθεί με τα ίδια κριτήρια με ένα παιδί από τα βόρεια προάστια της Αθήνας, σαν να είχαν τις ίδιες ευκαιρίες και υποστήριξη. Αυτή η «τυφλή ισότητα» είναι μια μορφή βίας ενάντια στην ίδια την έννοια της δικαιοσύνης.
Η λατρεία των τεστ και η τιμωρία της διαφορετικότητας
Η αξιολόγηση πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τα μαθησιακά αποτελέσματα όσο και τις «δεξιότητες πολιτειότητας», δηλαδή την ικανότητα των μαθητών να λειτουργούν ως υπεύθυνοι πολίτες. Στην Ελλάδα, όμως, τα πρότυπα αριστείας είναι μονοδιάστατα: αποστήθιση και επιτυχία στις πανελλαδικές εξετάσεις. Αυτή η εμμονή δημιουργεί μαθητές που είναι «αρίστοι» στους βαθμούς, αλλά αδαείς ως προς τη ζωή.
Σκεφτείτε το εξής: το ελληνικό σχολείο μοιάζει περισσότερο με εργοστάσιο παραγωγής βαθμών παρά με κοινότητα μάθησης. Οι εκπαιδευτικοί, αντί να ενθαρρύνουν την κριτική σκέψη και τη δημιουργικότητα, πιέζονται να «παραδώσουν ύλη» και να ανταποκριθούν σε τυποποιημένα τεστ. Όμως, τι αξία έχει ένα τέτοιο σύστημα όταν οι μαθητές, βγαίνοντας από αυτό, είναι απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν την πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου;
Η αυτονομία που δεν ήρθε ποτέ
Η πραγματική αυτονομία των σχολείων απαιτεί ένα ισχυρό πλαίσιο αξιολόγησης με διαφάνεια και κοινωνική λογοδοσία. Στην Ελλάδα, η «αυτονομία» εξαντλείται σε θεωρητικά σχήματα και αποτυχημένες μεταρρυθμίσεις. Η γραφειοκρατία πνίγει κάθε καινοτόμα προσπάθεια, ενώ οι διευθυντές και οι εκπαιδευτικοί έχουν περιορισμένα εργαλεία για να αξιολογήσουν και να βελτιώσουν ουσιαστικά τη σχολική κοινότητα.
Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε έναν πραγματικό διάλογο για την ποιότητα της εκπαίδευσης; Ίσως γιατί, αν ανοίξει αυτή η συζήτηση, θα αναγκαστούμε να δούμε ότι το πρόβλημα δεν είναι απλώς τεχνικό ή διαχειριστικό, αλλά βαθιά ηθικό. Θα έρθουμε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν εξυπηρετεί τους μαθητές αλλά τη διατήρηση ενός status quo που βολεύει πολλούς.
Προς ένα σύστημα με ψυχή
Αν θέλουμε να μιλήσουμε για αριστεία, πρέπει πρώτα να μιλήσουμε για αξιολόγηση. Όχι για την ψυχρή, αριθμητική αξιολόγηση που εξυπηρετεί τη γραφειοκρατία, αλλά για μια αξιολόγηση που εξετάζει τις «δεξιότητες πολιτειότητας», την ηθική και συναισθηματική ανάπτυξη των μαθητών. Μια αξιολόγηση που αναγνωρίζει ότι η εκπαίδευση δεν είναι μόνο το τι μαθαίνεις, αλλά και το ποιος γίνεσαι.
Όπως και στην Ιθάκη του Καβάφη, η αξία της εκπαίδευσης δεν βρίσκεται στον προορισμό αλλά στο ταξίδι. Ένα ταξίδι που πρέπει να είναι πλούσιο, πολυδιάστατο και —κυρίως— ανθρώπινο.
Αποστόλης Ζυμβραγάκης, Φιλόλογος M.Ed.