Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης δεν ήταν απλώς ένας σπουδαίος συγγραφέας. Ήταν μια σπάνια περίπτωση ανθρώπου που επέλεξε συνειδητά την απλότητα και την πνευματική ζωή, απορρίπτοντας κάθε υλική φιλοδοξία. Στη σημερινή εποχή της υπερκατανάλωσης και της αναζήτησης της δόξας, η στάση ζωής του μοιάζει σχεδόν αδιανόητη.
Η επιλογή της λιτότητας
Ενώ τα διηγήματά του έγιναν διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας, ο Παπαδιαμάντης ζούσε με τα απολύτως απαραίτητα. Η στάση του απέναντι στο χρήμα ήταν πρωτοφανής. Όταν του πρόσφεραν αμοιβή 150 δραχμές, εκείνος απάντησε: «Πολλά είναι, μου φτάνουν 100».
Δούλευε ασταμάτητα ως μεταφραστής για να ζήσει, αλλά δεν κράτησε ποτέ αντίτυπα των έργων του. Τα θεωρούσε όλα προσωρινά. Το σπίτι του στη Σκιάθο ήταν λιτό, το δωμάτιό του άδειο, με μόνη πολυτέλεια το γραφείο και το καντήλι του.
Γιατί αρνήθηκε τα πάντα;
Η αποστροφή του Παπαδιαμάντη για τον πλούτο δεν ήταν πόζα ή ιδεολογία. Ήταν βαθιά ριζωμένη στην πίστη του. Έβλεπε το χρήμα ως εμπόδιο ανάμεσα στον άνθρωπο και τον Θεό. Δεν επιθυμούσε την αναγνώριση ή τα υλικά αγαθά. Ήθελε απλώς να γράφει, να προσεύχεται και να βοηθάει αθόρυβα τους ανθρώπους γύρω του.
Η θορυβώδης Αθήνα τον έπνιγε. Ο συγγραφέας αναζητούσε την ηρεμία και την ουσία στη γενέτειρά του, τη Σκιάθο. Εκεί έψελνε, έγραφε και χάριζε τα κείμενά του, χωρίς να ζητά ανταλλάγματα. Δεν τον ένοιαζε αν πληρωνόταν, αρκεί που το έργο του έφτανε στους αναγνώστες.
Το διαχρονικό παράδειγμα του Παπαδιαμάντη
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης θα μπορούσε να γίνει ένας πλούσιος και επιφανής αστός. Θα μπορούσε να απολαύσει τη δόξα του. Όμως επέλεξε μια διαφορετική, σχεδόν επαναστατική για τα σημερινά δεδομένα, πορεία. Προτίμησε να μείνει πιστός στις αξίες του, στην ταπεινότητα και την πίστη.
Η ζωή του αποτελεί ένα διαχρονικό παράδειγμα για το πώς η ουσία μπορεί να νικήσει την επιφάνεια. Ένας άνθρωπος που δεν ήθελε να γίνει παράδειγμα, αλλά απλώς να κάνει σωστά το χρέος του. Σιωπηλά, με λίγα, αλλά ουσιαστικά.
