Όταν ακούμε τη λέξη Γαλάτες, το μυαλό μας συχνά πηγαίνει στους συμπαθείς ήρωες των κόμικς. Ωστόσο, τον 3ο π.Χ. αιώνα, μια πολυπληθής γαλατική ορδή κελτικής καταγωγής εισέβαλε στον ελλαδικό χώρο, σπέρνοντας τον τρόμο και απειλώντας την ίδια την ύπαρξη του Ελληνισμού.
Αυτό το ιστορικό επεισόδιο περιλαμβάνει και τη δεύτερη μάχη στις Θερμοπύλες, μια αναμέτρηση που παρουσιάζει τρομακτικές ομοιότητες με τον αγώνα των Ελλήνων κατά των Περσών.
Η εύθραυστη ελληνική γη και η άφιξη των βαρβάρων
Η εισβολή των Γαλατών (280 π.Χ.) βρήκε τον ελλαδικό κόσμο σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας. Οι φιλόδοξοι διάδοχοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου εξακολουθούσαν να ερίζουν για τις κατακτήσεις του. Στον κυρίως ελλαδικό χώρο, οι παραδοσιακές πόλεις-κράτη παρήκμαζαν, ενώ αναδύονταν ισχυρές ομοσπονδίες όπως η Αιτωλική και η Αχαϊκή Συμπολιτεία. Η μόνη ισχυρή δύναμη, το βασίλειο της Ηπείρου, βρισκόταν σε εκστρατεία στην Ιταλία, καθώς ο Πύρρος μεγαλουργούσε εκεί.
Οι Γαλάτες, πολεμοχαρής λαός, εκμεταλλεύτηκαν αυτές τις ευνοϊκές συνθήκες. Αρχικά, διαιρέθηκαν σε τρεις ομάδες, μία εκ των οποίων επιτέθηκε στους Μακεδόνες. Εκείνη την εποχή, βασιλιάς της Μακεδονίας ήταν ο ραδιούργος Πτολεμαίος Κεραυνός, ο οποίος απέρριψε υπεροπτικά την πρόταση των Κελτών για διατήρηση του θρόνου έναντι φορολογίας. Η αλαζονεία του ήταν η καταδίκη του: προκάλεσε μια βιαστική μάχη, ηττήθηκε, τραυματίστηκε βαριά και τελικά αποκεφαλίστηκε από τους εισβολείς.
Την πρώτη φάση της εισβολής απέκρουσε ο ικανότατος στρατηγός Σωσθένης, που ανέλαβε την ηγεσία του μακεδονικού στρατού και εκδίωξε τους βαρβάρους.
Ο Βρέννος και η δεύτερη μάχη των Θερμοπυλών
Σύντομα, ένας δεύτερος Γαλάτης αρχηγός, ο Βρέννος (συνώνυμος με τον κατακτητή της Ρώμης), έπεισε κι άλλους να εισβάλουν εκ νέου στην Ελλάδα, συγκεντρώνοντας μια τεράστια στρατιά. Σύμφωνα με τον Παυσανία, αυτή αποτελούνταν από 152.000 πεζούς και περίπου 60.000 ιππείς, καθώς τους ακολουθούσαν και πολυπληθείς άμαχοι με σκοπό τη μόνιμη εγκατάσταση στην ελληνική γη.
Οι Έλληνες, αντιμέτωποι με τον κίνδυνο του αφανισμού, συγκρότησαν μια συμμαχική δύναμη άνω των 25.000 ανδρών. Ως ιδανικό σημείο αναχαίτισης επιλέχθηκε, για δεύτερη φορά στην ιστορία, το στενό πέρασμα των Θερμοπυλών.
Η μάχη που ακολούθησε ήταν φονική. Οι Έλληνες, με αρχηγό τον Αθηναίο Κάλλιππο, είχαν το πλεονέκτημα του οχυρού περάσματος. Το πεζικό τους κρατούσε γερά, ενώ οι ελαφρά οπλισμένοι πίσω τους εκτόξευαν καταιγισμό βελών και ακοντίων. Οι Γαλάτες, πολεμώντας συχνά γυμνοί και με κατώτερες ασπίδες, υπέστησαν μεγάλες απώλειες και αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν άτακτα. Οι συνολικές ελληνικές απώλειες ήταν μόλις 40 άνδρες.
Η τραγική επανάληψη της ιστορίας και οι θηριωδίες
Ο Βρέννος, αδυνατώντας να διασπάσει την άμυνα, εφάρμοσε έναν έξυπνο αντιπερισπασμό: διέταξε 40.800 άνδρες να επιτεθούν στην Αιτωλία, ώστε να αναγκάσουν τους Αιτωλούς να εγκαταλείψουν τις Θερμοπύλες.
Οι θηριωδίες που διέπραξαν οι βάρβαροι στο Κάλλιο της Αιτωλίας είναι από τις φρικαλεότερες που περιγράφονται στην αρχαία ιστορία. Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι Γαλάτες έσφαξαν κάθε άντρα, ενώ διέπραξαν ανείπωτα ανοσιουργήματα κατά των γυναικών και των νηπίων.
Μόλις έφτασαν τα νέα στις Θερμοπύλες, οι Αιτωλοί έσπευσαν πίσω στην πατρίδα τους. Εξοργισμένοι, όλοι οι Αιτωλοί (στρατεύσιμοι, ηλικιωμένοι, ακόμα και γυναίκες) οπλίστηκαν. Ακροβολίστηκαν σε δύσβατα σημεία και παρενοχλούσαν συνεχώς τους βαρβάρους. Η φονικότερη σύγκρουση έγινε στην περιοχή που σήμερα είναι γνωστή ως Κοκκάλια—όνομα που προέρχεται από τα υπολείμματα των οστών που αποκαλύπτονται μέχρι σήμερα. Οι Αιτωλοί κυριολεκτικά εξολόθρευσαν τον εχθρό, με λιγότερους από τους μισούς εισβολείς να καταφέρνουν να επιστρέψουν στον Βρέννο.
Την ίδια ώρα, στις Θερμοπύλες, η ιστορία επαναλήφθηκε: όπως ο Εφιάλτης το 480 π.Χ., έτσι και τώρα οι Ηρακλειώτες και οι Αινιάνες υπέδειξαν στον Βρέννο την Ανοπαία Ατραπό (το μονοπάτι) για να περικυκλώσει τους Έλληνες. Ο Βρέννος πέρασε με 40.000 άνδρες, αναγκάζοντας τις ελληνικές δυνάμεις να αποχωρήσουν για να αποφύγουν την περικύκλωση.
Η υπεράσπιση των Δελφών και ο αφανισμός των Γαλατών
Αμέσως μετά τη διάσπαση των Θερμοπυλών, ο Βρέννος κινήθηκε προς τους Δελφούς, με σκοπό τη λαφυραγώγηση του πλούσιου ιερού του Απόλλωνα. Προς υπεράσπιση του Μαντείου έσπευσαν Φωκείς, Λοκροί και Αιτωλοί, συνολικά περίπου 4.000 άνδρες.
Οι υπερασπιστές κατάφεραν να αποκρούσουν την επίθεση, ενώ οι ιστορικοί (όπως ο Παυσανίας) καταγράφουν και θεϊκή παρέμβαση, με σεισμούς, αστραπές και βράχια να πέφτουν από τον Παρνασσό, προκαλώντας μεγάλες απώλειες στους Γαλάτες. Τη νύχτα, επικράτησε σύγχυση και πανικός στο γαλατικό στρατόπεδο, με αποτέλεσμα να αλληλοσκοτωθούν 10.000 άνδρες.
Ο Βρέννος, σοβαρά τραυματισμένος και απελπισμένος, αυτοκτόνησε, αφήνοντας τα υπολείμματα του στρατού του να αποχωρήσουν. Η τελευταία πράξη του δράματος γράφτηκε κοντά στον ποταμό Σπερχειό, όπου οι εναπομείναντες Γαλάτες δέχθηκαν την επίθεση Θεσσαλών και Μαλιέων και κυριολεκτικά αφανίστηκαν.
Η νίκη των Ελλήνων κατά των Γαλατών ήταν ένας αληθινός άθλος, εφάμιλλος των Μηδικών, και είχε τεράστια σημασία. Οι Κέλτες είχαν έρθει όχι απλώς για λεηλασία, αλλά για να αποικίσουν και να αφανίσουν τους Έλληνες. Η νικηφόρα έκβαση αυτού του πολέμου είναι η πιο τρανή απόδειξη ότι οι Έλληνες, όταν αποφασίζουν να αγωνιστούν ενωμένοι, μπορούν να μεγαλουργήσουν.
.jpg)