Εισαγωγή: Η ακτινογραφία της ανθρώπινης ύπαρξης
Υπάρχουν στοχαστές των οποίων οι ιδέες είναι τόσο ριζοσπαστικές που συχνά παραμένουν στο περιθώριο. Δεν προσφέρουν βολικές αλήθειες ή εύκολες παρηγοριές. Αντιθέτως, λειτουργούν σαν ένας διανοητικός δυναμίτης, έτοιμος να ανατινάξει τις πιο θεμελιώδεις μας παραδοχές. Προσφέρουν μια εκρηκτική, συχνά άβολη, ματιά στην πραγματικότητα της ανθρώπινης συνθήκης.
Ένας τέτοιος στοχαστής είναι ο Δημήτρης Λιαντίνης. Στο έργο του «Γκέμμα», δεν διστάζει να βυθίσει το νυστέρι της σκέψης του στα πιο ευαίσθητα σημεία της ύπαρξής μας, αμφισβητώντας όσα θεωρούμε δεδομένα για τον θεό, την αμαρτία, τον ηρωισμό και την αρετή. Το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι μια απλή παράθεση απόψεων, αλλά μια εξερεύνηση τεσσάρων από τις πιο αιρετικές και αντισυμβατικές του θέσεις. Ετοιμαστείτε για μια διανοητική πρόκληση που ίσως αλλάξει για πάντα τον τρόπο που σκέφτεστε.
1. Για τον Θεό: Η αλήθεια βρίσκεται στο χάσμα ανάμεσα στο «Ναι» και το «Όχι»
Η προσέγγιση του Λιαντίνη στο αιώνιο ζήτημα του θεού απορρίπτει με την ίδια ένταση τόσο τη θρησκευτική πίστη όσο και τη δογματική αθεΐα. Για εκείνον, το ερώτημα δεν είναι ιδιοκτησία της θρησκείας, αλλά κεφάλαιο της φιλοσοφίας και της επιστήμης. Είναι ένα πρόβλημα που απαιτεί την αυστηρότητα της κριτικής σκέψης, όχι την ευκολία της πίστης.
Ως κεντρικό παράδειγμα χρησιμοποιεί τη διάσημη «Ερώτηση της Μαργαρίτας» από τον Φάουστ του Γκαίτε. Είναι η στιγμή που η νεαρή Μαργαρίτα, ερωτευμένη και αθώα, ρωτά τον πολύπειρο Φάουστ το πιο θεμελιώδες ερώτημα: «Glaubst du an Gott;» (Πιστεύεις στον Θεό;). Η απάντηση του Φάουστ, σύμφωνα με τον Λιαντίνη, συμπυκνώνει τη μόνη φιλοσοφικά έντιμη στάση που μπορεί να κρατήσει ο άνθρωπος:
Ποιος τολμάει να ειπεί πιστεύω στο θεό; Ποιος τολμάει να ειπεί δεν πιστεύω στο θεό;
Γιατί είναι αυτή η απάντηση τόσο σημαντική; Διότι, σύμφωνα με τον Λιαντίνη, τόσο η βεβαιότητα του πιστού («Ναι, πιστεύω») όσο και η βεβαιότητα του άθεου («Όχι, δεν πιστεύω») είναι πράξεις διανοητικής «μωρίας». Και οι δύο ισχυρίζονται ότι κατέχουν γνώση για κάτι που εκ φύσεως υπερβαίνει τα όρια της ανθρώπινης γνωστικής ικανότητας. Είναι και οι δύο μορφές δογματισμού.
Η μόνη αυθεντική πνευματική στάση, λοιπόν, δεν είναι η επιλογή μιας από τις δύο βεβαιότητες, αλλά η αποδοχή της αγωνιώδους έντασης που υπάρχει ανάμεσα στο «ναι» και το «όχι». Είναι το να ζει κανείς μέσα σε αυτό το χάσμα, μετατρέποντας την αιώνια απορία σε δημιουργία. Όπως το θέτει ο ίδιος ο Λιαντίνης, με μια φράση-καταπέλτη: «Όποιος πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ένα νεκρό θεό. Όποιος δεν πιστεύει στο θεό, έχει μέσα του ένα νεκρό άνθρωπο».
2. Για την αμαρτία: Οι δύο πραγματικές ρήξεις με τη φύση
Όπως ο Λιαντίνης αρνείται το απλοϊκό δίπολο «πίστη-αθεΐα», έτσι απορρίπτει και τον παραδοσιακό κατάλογο των «αμαρτιών», αναζητώντας τις πραγματικές ρήξεις στη σχέση του ανθρώπου με τη φύση. Για εκείνον, οι θεμελιώδεις αμαρτίες του γένους μας δεν έχουν καμία σχέση με τους καταλόγους των θρησκειών. Είναι δύο κοσμοϊστορικές ρήξεις με την ίδια τη φυσική τάξη, δύο στιγμές όπου ο άνθρωπος αποφάσισε να διαχωρίσει τη θέση του από τον κόσμο από τον οποίο προήλθε.
Πρώτη Ρήξη (Αυνάν): Η ιστορία του Αυνάν από τη Γένεση ερμηνεύεται ριζικά διαφορετικά. Το «αμάρτημά» του δεν ήταν η αυτοϊκανοποίηση, αλλά κάτι πολύ βαθύτερο: ο συνειδητός διαχωρισμός της σεξουαλικής πράξης από τον φυσικό της σκοπό, την τεκνοποίηση. Ο Αυνάν, σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, «εξέχεεν επί την γην τού μη δούναι σπέρμα». Αυτή η πράξη συμβολίζει τη στιγμή που ο άνθρωπος αποφάσισε να κρατήσει για τον εαυτό του την ηδονή, απορρίπτοντας την ευθύνη της δημιουργίας που η φύση είχε συνδέσει άρρηκτα μαζί της. Υπό αυτό το προκλητικό πρίσμα, κάθε σεξουαλική πράξη που στοχεύει στην αποφυγή της σύλληψης —κάθε πράξη όπου η ηδονή γίνεται αυτοσκοπός— είναι μια μορφή «αυνανισμού», μια επανάληψη εκείνης της πρώτης ρήξης.
Δεύτερη Ρήξη (Κάιν): Η σημασία της ιστορίας του Κάιν και του Άβελ δεν έγκειται στην πράξη της δολοφονίας. Εκατομμύρια όντα πέθαιναν πριν από τον Άβελ. Η τραγωδία έγκειται στη γέννηση της γνώσης του θανάτου. Όταν ο Άβελ πέφτει νεκρός, η συνειδητοποίηση του απόλυτου τέλους χτυπά σαν κεραυνός τη συνείδηση του Κάιν. Δεν ήταν κάποιες τελευταίες λέξεις του Άβελ, αλλά η ίδια η ιδέα που σημάδεψε για πάντα τον ζωντανό: «ήταν εκείνο το ποτέ πια!». Για πρώτη φορά, ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την οριστικότητα του μηδενός. Αυτός ο πανικός μπροστά στην αμετάκλητη απώλεια οδήγησε τον άνθρωπο να εφεύρει τους θεούς, τις θρησκείες και τις υποσχέσεις για μεταθανάτια ζωή. Ήταν τα «καταφύγια» που έχτισε για να κρυφτεί από την τρομακτική αλήθεια του «ποτέ πια».
Αυτές οι δύο ρήξεις —η αποσύνδεση της ηδονής από τη δημιουργία και η εφεύρεση της μεταφυσικής για την άρνηση του μηδενός— αποτελούν, σύμφωνα με τον Λιαντίνη, τις βαθύτερες και πιο καθοριστικές πληγές στην ανθρώπινη ύπαρξη.
3. Για τον ηρωισμό: Τι μας διδάσκει πραγματικά ο Οδυσσέας στην Κίρκη
Η ιστορία της Κίρκης, όπως τη διδασκόμαστε στα σχολεία, είναι ένα απλό παραμύθι: μια κακιά μάγισσα μεταμορφώνει τους ναύτες σε γουρούνια και ο γενναίος Οδυσσέας, με το σπαθί στο χέρι, την τρομάζει και τους σώζει. Ο Λιαντίνης απορρίπτει αυτή την απλοϊκή εκδοχή και προσφέρει μια βαθιά ψυχολογική ανάλυση που αποκαλύπτει την πραγματική φύση του ηρωισμού.
Σε αυτή την ερμηνεία, οι σύντροφοι του Οδυσσέα δεν είναι απλώς ναύτες. Είναι η ενσάρκωση της ζωώδους, αχαλίνωτης λαγνείας, οι «ασκητάδες της λαγνείας» που, μετά από χρόνια στέρησης στη θάλασσα, έρχονται αντιμέτωποι με την απόλυτη ηδονή στο πρόσωπο της Κίρκης. Η αντίδρασή τους είναι η πλήρης παράδοση. Ξεχνούν κάθε σκοπό, κάθε αποστολή, κάθε πατρίδα, και μεταμορφώνονται μεταφορικά σε «χοίρους» που το μόνο που επιθυμούν είναι να κυλιούνται στη «λάσπη» της ακολασίας.
Ο Οδυσσέας είναι ο αντίποδας. Δεν είναι ο πιο δυνατός ή ο πιο ενάρετος, αλλά ο «πολύτροπος», η ενσάρκωση της υπέρτατης ευφυΐας. Η νίκη του δεν έρχεται με την ηθικολογική αποφυγή του πειρασμού. Αντιθέτως, ο Οδυσσέας πρώτα συμμετέχει στο γλέντι, κατανοεί την κατάσταση εκ των έσω, βιώνει ο ίδιος τον πειρασμό. Και μόνο τότε, επιβάλλεται. Όχι με τη βία, αλλά με την αδιαμφισβήτητη ανωτερότητα του πνεύματός του. Η Κίρκη, που μέχρι τότε γνώριζε μόνο τη ζωώδη ορμή, υποτάσσεται όταν για πρώτη φορά έρχεται αντιμέτωπη με έναν νου. Για τον Λιαντίνη, αυτή η σύγκρουση αποκαλύπτει την ουσία της ανθρώπινης ανωτερότητας.
Για την Κίρκη ήρθε η ώρα, τώρα να γνωρίσει τον άντρα. Ο Οδυσσέας δεν είναι λοστρόμος. Ο Οδυσσέας δεν είναι ο κυβερνήτης. Ο Οδυσσέας δεν είναι ο βασιλιάς. Ο Οδυσσέας είναι ο πιο έξυπνος άντρας. Κι αυτό δε σημαίνει απλώς πολλά. Αυτό τα σημαίνει όλα.
Το πραγματικό ηρωικό πρότυπο, λοιπόν, δεν είναι η άρνηση του πάθους. Είναι η ικανότητα να βυθίζεσαι μέσα στο πάθος, να το κατανοείς πλήρως, και τελικά να το κυριαρχείς, όχι με τη βία, αλλά με την καθαρή δύναμη του νου.
4. Για την αρετή: Η αλήθεια που κρύβεται στην πιο «σκανδαλώδη» εξομολόγηση
Ποια είναι η πραγματική φύση της σωκρατικής αρετής; Είναι η εικόνα του απόλυτα εγκρατή, σχεδόν απάνθρωπου φιλοσόφου που μας έχει κληροδοτηθεί; Ο Λιαντίνης αμφισβητεί αυτή την αποστειρωμένη εικόνα, ένα ιδανικό που θα απαιτούσε κανείς να είναι «λυγισμένη τίγρη της Σουμάτρας» αλλά καταλήγει σε μια «ψωραλέα γάτα». Αναζητά μια πιο σύνθετη και ανθρώπινη αλήθεια μέσα στα ίδια τα πλατωνικά κείμενα.
Η γνωστή ιστορία από το Συμπόσιο του Πλάτωνα, όπου ο νεαρός και πανέμορφος Αλκιβιάδης προσπαθεί να αποπλανήσει τον Σωκράτη και εκείνος αντιστέκεται απόλυτα, μοιάζει στον Λιαντίνη αφύσικη, ελλιπής. Θεωρεί ότι είτε ο Πλάτων περιγράφει μια ουτοπική, εξωανθρώπινη ηθική, είτε απλώς «κουκούλωσε την αλήθεια».
Την πραγματική απάντηση, την πιο βαθιά και ειλικρινή, τη βρίσκει στον Φαίδρο. Εκεί, ο Πλάτων περιγράφει την ψυχή ως ένα άρμα που το σέρνουν δύο άλογα: ένα λογικό και πειθαρχημένο, και ένα λάγνο και αχαλίνωτο. Ο ηνίοχος (ο Λόγος) προσπαθεί να τα κρατήσει σε ισορροπία, σε έναν διαρκή αγώνα.
Εδώ βρίσκεται το κρίσιμο σημείο της ανάλυσης του Λιαντίνη. Ο Πλάτων, μέσα από τον Σωκράτη, παραδέχεται ότι σε στιγμές αδυναμίας —«σ' ένα μεθύσι ή σε μια ώρα απρόσεχτη»— οι δύο λάγνοι ίπποι μπορεί να νικήσουν. Τότε, οι εραστές οδηγούνται σε πράξεις που «το άκριτο πλήθος τη λογαριάζει ευδαίμονη». Αυτή η παραδοχή είναι συγκλονιστική, αλλά η συνέχεια είναι ακόμη πιο αποκαλυπτική:
Και σαν το κάνονν μια φορά, θα το ξανακάνονν. Πλην όμως πολύ σπανίως. Γιατί κάνονν πράξη πον δεν την αποδέχοννται με όλη τονς την ύπαρξη.
Εδώ αποκαλύπτεται το βαθύτερο νόημα της ελληνικής αρετής. Δεν είναι μια απάνθρωπη τελειότητα. Είναι ένας διαρκής, επίπονος, εσωτερικός αγώνας. Η αξία δεν βρίσκεται στο να μην πέφτεις ποτέ, αλλά στο να πέφτεις σπάνια, και παρ' όλα αυτά, να συνεχίζεις να ζεις μια ζωή φιλοσοφημένη και πειθαρχημένη. Όπως το συνοψίζει ο ίδιος ο Λιαντίνης, «Η ζωή μας είναι ένας τελεστήριος αγνισμός απάνου στη φλόγα της αρετής».
Επίλογος: Το θάρρος της αμφιβολίας
Οι ιδέες του Δημήτρη Λιαντίνη δεν προσφέρουν εύκολες απαντήσεις. Δεν χτίζουν συστήματα, αλλά διαλύουν βεβαιότητες. Μας αναγκάζουν να κοιτάξουμε κατάματα τις αντιφάσεις μας, τις αυταπάτες μας και τις θεμελιώδεις παραδοχές πάνω στις οποίες έχουμε χτίσει την κοσμοθεωρία μας. Μέσα από αυτές τις τέσσερις ιδέες, αναδύεται μια ενιαία φιλοσοφία: μια απόρριψη κάθε δογματικής βεβαιότητας και μια αποδοχή της ζωής ως μιας διαρκούς, δημιουργικής έντασης. Η «αγωνιώδης ένταση» του στοχαστή που στέκεται ανάμεσα στο «ναι» και το «όχι» για τον θεό είναι η ίδια ακριβώς πάλη του ηνιόχου που αγωνίζεται να τιθασεύσει τα πάθη του. Το ηρωικό πρότυπο του Οδυσσέα, που κυριαρχεί το πάθος μέσω της ευφυΐας, και η σωκρατική αρετή, που αναγνωρίζει την πτώση αλλά επιλέγει τη σπάνια υποταγή, είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος: η αληθινή αξία βρίσκεται στον αγώνα, όχι σε μια ανέφικτη, απάνθρωπη τελειότητα.
Αφού ήρθαμε αντιμέτωποι με τόσο ριζοσπαστικές ιδέες, το ερώτημα δεν είναι αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε, αλλά αν έχουμε το θάρρος να επανεξετάσουμε τα θεμέλια των δικών μας πεποιθήσεων. Ποια αδιαμφισβήτητη «αλήθεια» στη ζωή σας θα φαινόταν διαφορετική κάτω από έναν τόσο διεισδυτικό φακό;
