Ο Κωνσταντίνος Ασλανίδης, αντισυνταγματάρχης πεζικού και διοικητής των Ειδικών Δυνάμεων, ήταν ένα πρόσωπο άγνωστο στο ευρύ κοινό μέχρι την αυγή της 21ης Απριλίου 1967. Τότε, κινητοποίησε τα ΛΟΚ (Λόχοι Ορεινών Καταδρομών) για την κατάληψη του Πενταγώνου και την επιβολή της δικτατορίας. Γρήγορα, ο Ασλανίδης αναδείχθηκε σε έναν από τους πιο ισχυρούς παράγοντες του καθεστώτος, ως Γενικός Γραμματέας Αθλητισμού (ΓΓΑ), χρησιμοποιώντας τον αθλητισμό ως κύριο εργαλείο προπαγάνδας.
1. Η άνοδος και η εκμετάλλευση του Αθλητισμού
Η δικτατορία των Συνταγματαρχών, όπως κάθε ολοκληρωτικό καθεστώς, οικειοποιήθηκε κάθε αθλητική επιτυχία. Ο Ασλανίδης, όντας έξυπνος και φιλόδοξος, διαχειρίστηκε τεράστια ποσά και ανέλαβε να προπαγανδίσει την «Ελλάδα της ευημερίας και της αθλητικής ανάπτυξης» μέσω των σπορ:
- Διέξοδος και αναγνώριση: Μέσω των επιτυχιών, η Χούντα έψαχνε διέξοδο και αναγνώριση στο εξωτερικό.
- Προπαγανδιστικά επιτεύγματα: Ο ΓΓΑ εκμεταλλεύτηκε γεγονότα όπως το παγκόσμιο ρεκόρ του Χρήστου Παπανικολάου στο άλμα επί κοντώ, την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων από την ΑΕΚ στο μπάσκετ, και βέβαια, την ιστορική πορεία του Παναθηναϊκού μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στο Γουέμπλεϊ το 1971.
Ο Ασλανίδης βρισκόταν παντού, με αποκορύφωμα την αυτοπρόσωπη ηγεσία της αποστολής του Παναθηναϊκού στο Λονδίνο, όντας στο απόγειο της δόξας του.
2. Απόλυτος έλεγχος: Εκκαθαρίσεις και συγκρούσεις
Η πρώτη κίνηση του Ασλανίδη ήταν να εξασφαλίσει τον πλήρη έλεγχο του αθλητικού χώρου. Κατήργησε γνωμοδοτικά συμβούλια και άρχισε να ξηλώνει τις διοικήσεις των σωματείων και των ενώσεων.
- Κυβερνητικοί επίτροποι: Κάθε σύλλογος υποχρεώθηκε να έχει έναν κυβερνητικό επίτροπο, κατά κύριο λόγο στρατιωτικό.
- Παναθηναϊκός: Ο λοχαγός των ΛΟΚ, Μιχάλης Κίτσιος, έγινε πρόεδρος, αναλαμβάνοντας ως πρώτη δουλειά την εκκαθάριση του μητρώου του συλλόγου, δηλαδή τον εξοβελισμό όσων δεν ήταν σύμφωνοι με τα ιδεώδη της δικτατορίας.
- Ολυμπιακός: Ξηλώθηκε η διοίκηση Ανδριανόπουλου. Ο επίτροπος, αντισυνταγματάρχης Δημήτρης Παπαποστόλου (προερχόμενος και αυτός από τα ΛΟΚ), έκανε κουμάντο στους ερυθρόλευκους, φτάνοντας στο σημείο να απειλήσει με περίστροφο τον ποδοσφαιριστή Βασίλη Μποτίνο.
- Η υπόθεση Κούδα: Ο Ασλανίδης είχε την εξουσία να αποφασίζει ακόμη και για τη μεταγραφή του Γιώργου Κούδα από τον ΠΑΟΚ στον Ολυμπιακό. Τελικά, άφησε τον παίκτη στον ΠΑΟΚ, καθώς μια αποχώρηση του διεθνούς άσου θα δημιουργούσε τεράστια αντίδραση στη Βόρεια Ελλάδα.
Η δύναμή του ήταν τέτοια που επενέβαινε ακόμη και σε προσωπικές υποθέσεις. Κατήργησε τον προπονητή της Εθνικής, Κώστα Καραπατή, επειδή τόλμησε να κάνει παρατήρηση στη σύζυγό του για το κάπνισμα. Επίσης, είχε απευθείας σύγκρουση με τον Μίμη Δομάζο (μια θρυλική μορφή του Παναθηναϊκού), τον οποίο απέκλεισε από κρίσιμο αγώνα της Εθνικής (1970 εναντίον της Ρουμανίας) επειδή δεν φορούσε το πάνω μέρος της φόρμας του.
3. Η δίκη, η φυγή και η θανατηφόρος επιστροφή
Η πτώση της Χούντας μετά την τραγωδία της Κύπρου βρήκε τον Ασλανίδη σε πολύ δύσκολη θέση. Κλήθηκε σε απολογία τον Ιανουάριο του 1975, αλλά φυγοδίκησε. Δραπέτευσε διαδοχικά στην Ελβετία και την Ιταλία.
- Σύλληψη και άσυλο: Συνελήφθη στο Πορτοφίνο της Ιταλίας τον Ιούνιο του 1975. Ζήτησε πολιτικό άσυλο.
- Αδιανόητη απόφαση: Το Εφετείο της Γένοβας, τον Μάρτιο του 1976, απέρριψε το αίτημα έκδοσης της Ελλάδας με το επιχείρημα ότι ο Ασλανίδης κατηγορούνταν για σοβαρά πολιτικά εγκλήματα και διέτρεχε τον κίνδυνο να καταδικαστεί σε θάνατο (ποινή που δεν εφαρμοζόταν πλέον).
- Εξορία στη Βραζιλία: Αφέθηκε ελεύθερος και κατέφυγε στη Βραζιλία. Εν τω μεταξύ, στη Δίκη των Συνταγματαρχών το 1975, είχε καταδικαστεί ερήμην σε ισόβια κάθειρξη.
Στις αρχές του 1984, ο Ασλανίδης, βαριά άρρωστος με μεταστατικό καρκίνο στομάχου, υπέβαλε αίτημα για ταξιδιωτικά έγγραφα και επιστροφή στην Ελλάδα. Το αίτημα έγινε δεκτό για ανθρωπιστικούς λόγους. Με την άφιξή του στο Ανατολικό Αεροδρόμιο του Ελληνικού, συνελήφθη, αλλά λόγω της σοβαρής κατάστασης της υγείας του, μεταφέρθηκε σχεδόν αμέσως στις φυλακές Κορυδαλλού και στη συνέχεια στο Νοσοκομείο ΝΙΜΤΣ.
Ο Κωνσταντίνος Ασλανίδης πέθανε στο σπίτι του το 1984, σε ηλικία 65 ετών, λίγο μετά την επιστροφή του στην πατρίδα.