Ο θρύλος της Πάπισσας Ιωάννας αποτελεί
ένα από τα πιο δημοφιλή και επίμονα μυστήρια του Μεσαίωνα και της Ρωμαιοκαθολικής
Εκκλησίας. Σύμφωνα με τα επίσημα αρχεία του Βατικανού, όλοι οι 266 Πάπες από την ίδρυση της Εκκλησίας υπήρξαν άνδρες. Ωστόσο,
ένας ευφάνταστος μεσαιωνικός μύθος θέλει γύρω στο έτος 855 μία ιδιαίτερα μορφωμένη γυναίκα, μεταμφιεσμένη σε άνδρα,
να κατάφερε να ανέλθει στο ύπατο θρησκευτικό αξίωμα του Καθολικισμού. Αυτή η
αξιόλογη γυναίκα, η Ιωάννα, φέρεται να κυριάρχησε ως Πάπας για περισσότερα από
δύο χρόνια, κερδίζοντας τον σεβασμό και την αγάπη του εκκλησιάσματος, σε μία
εποχή όπου οι γυναίκες ήταν εντελώς αποκλεισμένες από την εκκλησιαστική
ιεραρχία.
Η
πιο δημοφιλής αφήγηση του θρύλου προέρχεται από το «Chronicon pontificum et
imperatorum» (Χρονικό των Παπών και των Αυτοκρατόρων), το οποίο γράφτηκε στα
μέσα του 13ου αιώνα από τον μοναχό και χρονικογράφο Μαρτίνο της Οπάβα. Σύμφωνα με τον Μαρτίνο, η Ιωάννα
ήταν μία Αγγλίδα που έζησε τον 9ο αιώνα και
είχε συνοδεύσει τον σύντροφό της στην Αθήνα.
Εκεί, ντυμένη σαν αγόρι, απέκτησε ανώτατη μόρφωση, θαυμαζόμενη για την εξυπνάδα
και τα πνευματικά της χαρίσματα. Η Ιωάννα μετακόμισε στη Ρώμη, όπου η φήμη της μεγάλωσε τόσο, ώστε όταν έφτασε
η ώρα για την εκλογή νέου Πάπα, θεωρήθηκε η καλύτερη επιλογή. Η θητεία της ήταν
πολύ επιτυχημένη, αλλά η καταστροφή ήρθε μετά από δύο χρόνια. Η Ιωάννα έμεινε έγκυος από τον σύντροφό της και μία μέρα, ενώ
διέσχιζε τους πλακόστρωτους δρόμους της Ρώμης κατά τη διάρκεια λιτανείας,
μπροστά στην εκκλησία του Αγίου Πέτρου, γέννησε ξαφνικά
στη μέση του δρόμου, προς απόλυτη έκπληξη του πλήθους.
Το τέλος της Πάπισσας Ιωάννας είναι εξίσου γεμάτο
αντιφάσεις και εκδοχές. Μία εκδοχή από το Χρονικό του Μαρτίνου υποστηρίζει ότι
πέθανε αμέσως μετά τον τοκετό εκεί στον δρόμο. Μια άλλη σκοτεινή εκδοχή θέλει
το εξαγριωμένο πλήθος να ορμά πάνω της, να τη μαστιγώνει και
να τη λιθοβολεί μέχρι θανάτου. Υπήρξε,
ωστόσο, και μία εκδοχή που υποστήριζε ότι η Ιωάννα επέζησε και εξορίστηκε, ενώ
το παιδί της μεγάλωσε και έκανε μία εξαιρετική καριέρα στην Εκκλησία. Ο Εμμανουήλ Ροΐδης στο εμβληματικό μυθιστόρημά του «Πάπισσα Ιωάννα» καταγράφει την ερωτική σχέση της
με τον θαλαμηπόλο της, την εγκυμοσύνη και τελικά την αποβολή και τον θάνατό της
κατά τη διάρκεια της λιτανείας.
Η
αποκάλυψη ότι μια γυναίκα είχε εκλεγεί Προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής
Εκκλησίας θεωρήθηκε υπέρτατη παρωδία της
φυσικής τάξης. Πολλοί εκκλησιαστικοί κύκλοι του Μεσαίωνα θεώρησαν ότι ο Θεός
τιμωρούσε την ανθρωπότητα για το γεγονός αυτό. Ο Ιταλός Ουμανιστής Φραντσέσκο Πετράρχης κατέγραψε ότι ακολούθησαν
τρομερά και ανεξήγητα γεγονότα σε όλη την Ευρώπη, όπως η αφάνιση της υπαίθρου
από γιγάντιες ακρίδες στη Γαλλία και η φημολογούμενη «βροχή αίματος» στην
Ιταλία — σαφείς υπερβολές και θεωρίες συνωμοσίας που
επιβίωσαν χάρη στην ευπιστία των ανθρώπων. Ένας ακόμα θρύλος, που γεννήθηκε από
αυτό το γεγονός, υποστήριζε ότι οι επόμενοι Πάπες έπρεπε να υποβάλλονται σε φυσική δοκιμή φύλου (το λεγόμενο sedes stercoraria) πριν από την εκλογή τους, αν και
υπάρχουν ελάχιστες αναφορές ότι αυτή η ταπεινωτική πρακτική εφαρμόστηκε ποτέ.
Οι σύγχρονοι ιστορικοί έχουν αμφισβητήσει την ύπαρξη
της Ιωάννας, υποστηρίζοντας ότι η ιστορία επινοήθηκε από
ευφάνταστους μοναχούς του Μεσαίωνα και ότι όλα τα γραπτά στοιχεία
χρονολογούνται αρκετούς αιώνες μετά τον υποτιθέμενο θάνατό της, χωρίς πηγές του 9ου αιώνα
να επιβεβαιώνουν την αφήγηση του Μαρτίνου της Οπάβα. Η Εκκλησία αρνείται
κατηγορηματικά την ύπαρξή της. Ωστόσο, ο θρύλος παραμένει και γοητεύει,
εμπνέοντας δεκάδες έργα τέχνης. Στην Ελλάδα, το μυθιστόρημα του Ροΐδη συνάντησε
σφοδρές αντιδράσεις από την Εκκλησία: η Ιερά
Σύνοδος αναθεμάτισε το έργο ως «κακόηθες
και βλάσφημον» και ζήτησε την απαγόρευση της κυκλοφορίας του. Παρ' όλα
αυτά, το έργο αναγνωρίστηκε ως ένα από τα πιο πρωτοποριακά μυθιστορήματα
της ελληνικής πεζογραφίας του 19ου αιώνα,
αποδεικνύοντας ότι οι μύθοι πολλές φορές
προκαλούν εντονότερο ενδιαφέρον από την ίδια την Ιστορία.
