Η περίοδος της Κατοχής, στην καρδιά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελεί ένα από τα πιο σκοτεινά κεφάλαια της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Εκτός από τη ναζιστική βία και τις εκτελέσεις, οι κάτοικοι των αστικών κέντρων, και κυρίως της Αθήνας, βίωσαν την απόλυτη εξαθλίωση και τον αφανισμό λόγω της τρομακτικής έλλειψης τροφίμων. Οι αποθήκες άδειασαν, η τροφοδοσία σταμάτησε, και χιλιάδες άνθρωποι αναζητούσαν απεγνωσμένα στα σκουπίδια λίγο φαγητό. Μόνο τον μαρτυρικό χειμώνα του 1941-1942, υπολογίζεται ότι περίπου 40.000 ψυχές πέθαναν στην Αθήνα από την ασιτία.
Μέσα σε αυτό το κλίμα ακραίας πείνας και απόγνωσης, συνέβη ένα από τα πιο φριχτά εγκλήματα της εποχής: μια υπόθεση κανιβαλισμού. Δράστις ήταν η Βασιλική Τουρκαντώνη, μια ηλικιωμένη γυναίκα που ζούσε μόνη της σε ένα λόφο στο Καπανδρίτι Αττικής και δεν είχε κανέναν να τη συντηρεί. Οι αγροτικές αυτές περιοχές αποτελούσαν συχνά καταφύγιο για τους Αθηναίους που προσπαθούσαν να βρουν τροφή. Τον Μάιο του 1942, η Βασιλική Τουρκαντώνη παραμόνευε κοντά στην καλύβα της.
Η άτυχη γυναίκα που έγινε θύμα της κανιβάλου ήταν μια Αθηναία, η οποία είχε πάει στο χωράφι με σκοπό να μαζέψει χόρτα για την οικογένειά της. Η ηλικιωμένη όρμησε πάνω της και την χτύπησε με ένα ξύλο μέχρι να την αφήσει αναίσθητη. Αυτό που ακολούθησε ήταν το φρικιαστικό έργο που είχε σχεδιάσει η γριά: την έσφαξε και στη συνέχεια τη μαγείρεψε. Το σώμα του θύματος αποτέλεσε τροφή για την ηλικιωμένη επί αρκετές ημέρες.
Η αποκάλυψη του μακάβριου εγκλήματος έγινε αργότερα, όταν οι συγγενείς του θύματος ανησύχησαν για την εξαφάνισή της και ξεκίνησαν έρευνες. Οι έρευνες τους οδήγησαν στην καλύβα της Τουρκαντώνη, όπου βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα ανατριχιαστικά ευρήματα: τα κόκαλα της άτυχης γυναίκας. Όταν αποκαλύφθηκε το έγκλημα, η «ανθρωποφάγος του Καπανδριτίου» είχε ήδη εγκαταλείψει το σπίτι της και τα ίχνη της είχαν χαθεί. Αν και η υπόθεση δημοσιοποιήθηκε στον Τύπο μετά την απελευθέρωση, τον Απρίλιο του 1945, η «γιαγιά κανίβαλος» δεν βρέθηκε ποτέ. Κάποιοι παλιοί κάτοικοι ανέφεραν ότι την είδαν να επιστρέφει στην καλύβα της χρόνια αργότερα, ωστόσο εξαφανίστηκε και πάλι, παραμένοντας για πάντα φάντασμα στη σκοτεινή ιστορία της ελληνικής Κατοχής.