Η ιστορία του Hisashi Ouchi παραμένει μέχρι σήμερα μια από τις πιο σκοτεινές και ηθικά αμφιλεγόμενες σελίδες στην ιστορία της ιατρικής και της πυρηνικής ενέργειας. Το 1999, στο πυρηνικό εργοστάσιο Tokaimura της Ιαπωνίας, ένα τραγικό λάθος κατά τη διάρκεια της χειροκίνητης ανάμειξης ουρανίου οδήγησε σε μια έκρηξη ακτινοβολίας. Ο Ouchi εκτέθηκε σε 17 sieverts ακτινοβολίας, ποσότητα που θεωρείται αδιανόητη αν σκεφτεί κανείς ότι η δόση που προκαλεί θάνατο εντός μηνός είναι περίπου 6 sieverts. Αυτό που ακολούθησε ήταν μια εφιαλτική μάχη επιβίωσης που διήρκεσε σχεδόν τρεις μήνες, με το σώμα του να αποσυντίθεται ενώ οι γιατροί προσπαθούσαν απεγνωσμένα να τον κρατήσουν στη ζωή.
Αν και αρχικά ο Ouchi φαινόταν καλά και μπορούσε να μιλήσει, η ακτινοβολία είχε ήδη εισχωρήσει στα χρωμοσώματά του, καταστρέφοντας τη δυνατότητα των κυττάρων του να αναπαράγονται. Η πρώτη ένδειξη της κατάρρευσης ήταν η δραματική πτώση των λευκών αιμοσφαιρίων, αφήνοντάς τον τελείως απροστάτευτο από μολύνσεις. Οι γιατροί προχώρησαν σε πειραματικές μεταμοσχεύσεις βλαστοκυττάρων από την αδελφή του, μια διαδικασία που αρχικά φάνηκε να αποδίδει. Ωστόσο, σύντομα ανακάλυψαν ότι η ακτινοβολία στο σώμα του Ouchi ήταν τόσο έντονη που άρχισε να μεταλλάσσει ακόμα και τα νέα, υγιή κύτταρα που του είχαν μεταμοσχευθεί.
Με την πάροδο των εβδομάδων, η κατάσταση έγινε ανυπόφορη. Το δέρμα του άρχισε να ξεκολλάει και να χάνεται, καθώς τα κύτταρα της επιδερμίδας δεν μπορούσαν να αντικατασταθούν. Τα εσωτερικά του όργανα άρχισαν να καταρρέουν, με τα έντερα να αιμορραγούν ακατάσχετα. Ο Ouchi έχανε καθημερινά λίτρα υγρών και αίματος, απαιτώντας συνεχείς μεταγγίσεις. Παρά τις εκκλήσεις του ίδιου στην αρχή ότι «δεν αντέχει άλλο», η οικογένειά του, ωθούμενη από την ελπίδα και την αγάπη, ζητούσε από τους γιατρούς να συνεχίσουν τις προσπάθειες ανάνηψης.
Τελικά, μετά από 83 ημέρες πόνου και αφού η καρδιά του σταμάτησε και επανήλθε αρκετές φορές, ο Ouchi άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Δεκεμβρίου 1999. Η περίπτωσή του ανάγκασε την ιατρική κοινότητα να επανεκτιμήσει τα όρια της ιατρικής παρέμβασης και τη δεοντολογία γύρω από την παράταση της ζωής σε περιπτώσεις ακραίας ταλαιπωρίας. Η ιστορία αυτή αποτελεί μια σκληρή υπενθύμιση των κινδύνων της πυρηνικής ενέργειας όταν οι κανόνες ασφαλείας παρακάμπτονται για χάρη της ταχύτητας, αλλά και της τραγικής ανθρώπινης ανάγκης να κρατηθούμε από τη ζωή, ακόμα και όταν η μάχη είναι ήδη χαμένη.