Ο Λεονάρντο ντα Βίντσι δεν ήταν απλώς ένας ζωγράφος, αλλά ένας από τους πιο πολυτάλαντους ανθρώπους στην ιστορία της ανθρωπότητας. Η περιέργειά του ήταν τόσο βαθιά που τον οδηγούσε να μελετά κάθε πτυχή του φυσικού κόσμου, από τη ροή του νερού μέχρι την ανατομία της γλώσσας ενός δρυοκολάπτη. Για τον Λεονάρντο, η επιστήμη και η τέχνη ήταν αδιάρρηκτα συνδεδεμένες. Πίστευε ότι για να αποδώσει κανείς σωστά το ανθρώπινο σώμα, έπρεπε πρώτα να το κατανοήσει από μέσα προς τα έξω, μελετώντας τον σκελετό, τους μύες και τα νεύρα. Αυτή η σχολαστική προσέγγιση είναι που χάρισε στη Μόνα Λίζα το αινιγματικό της χαμόγελο, καθώς ο καλλιτέχνης είχε προηγουμένως ανατέμει ανθρώπινα πρόσωπα για να κατανοήσει ποιοι μύες κινούν τα χείλη.
Η πορεία του ξεκίνησε από το μικρό χωριό Βίντσι της Ιταλίας το 1452. Ως νόθο παιδί, δεν έλαβε την τυπική κλασική εκπαίδευση της εποχής, γεγονός που ο ίδιος θεωρούσε πλεονέκτημα, καθώς βασιζόταν στην εμπειρία και την παρατήρηση αντί για τα βιβλία των άλλων. Μαθήτευσε στο εργαστήριο του Αντρέα ντελ Βερόκιο στη Φλωρεντία, όπου γρήγορα ξεπέρασε τον δάσκαλό του, αναπτύσσοντας τεχνικές όπως το «σφουμάτο» (sfumato), που επιτρέπει την απαλή ανάμειξη των χρωμάτων και των τόνων χωρίς σκληρά περιγράμματα. Παρά το τεράστιο ταλέντο του, ο Λεονάρντο είχε τη φήμη του ανθρώπου που άφηνε πολλά έργα του ημιτελή, καθώς το μυαλό του έτρεχε διαρκώς σε νέες ανακαλύψεις και εφευρέσεις.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Μιλάνο, υπό την προστασία του δούκα Λουντοβίκο Σφόρτσα, ο Λεονάρντο εργάστηκε ως μηχανικός, αρχιτέκτονας και σχεδιαστής πολεμικών μηχανών. Στην περίφημη επιστολή του προς τον δούκα, διαφήμιζε την ικανότητά του να κατασκευάζει γέφυρες, κανόνια και τανκς, αναφέροντας τη ζωγραφική σχεδόν ως συμπλήρωμα. Την περίοδο αυτή δημιούργησε τον «Μυστικό Δείπνο», ένα αριστούργημα προοπτικής και συναισθηματικού βάθους, όπου κάθε απόστολος αντιδρά με διαφορετικό τρόπο στην αναγγελία της προδοσίας. Παράλληλα, μελέτησε τις αναλογίες του ανθρώπινου σώματος, όπως αποτυπώνονται στον εμβληματικό «Άνθρωπο του Βιτρούβιου», αναζητώντας τη γεωμετρική τελειότητα στη φύση.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, ο Λεονάρντο βρήκε καταφύγιο στη Γαλλία, καλεσμένος του βασιλιά Φραγκίσκου Α', ο οποίος θαύμαζε το πνεύμα του. Εκεί συνέχισε να τελειοποιεί τη Μόνα Λίζα, την οποία κουβαλούσε πάντα μαζί του. Η μελέτη του για την οπτική αντίληψη εξηγεί γιατί το χαμόγελο της Τζοκόντα φαίνεται να αλλάζει ανάλογα με το πού εστιάζει ο θεατής, ενώ η χρήση της γραμμικής προοπτικής κάνει τα μάτια της να φαίνονται σαν να ακολουθούν τον επισκέπτη στον χώρο. Ο θάνατός του το 1519 σήμανε το τέλος μιας εποχής, αλλά το έργο του παραμένει η απόλυτη απόδειξη ότι η δίψα για γνώση και η αγάπη για την ομορφιά μπορούν να δημιουργήσουν κάτι αιώνιο.