Η ιστορία ξεκινά πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, όταν ένα εμπορικό πλοίο φορτωμένο με θησαυρούς βυθίστηκε κοντά στα Αντικύθηρα κατά τη διάρκεια μιας σφοδρής καταιγίδας. Το πλοίο παρέμεινε στον βυθό, ξεχασμένο από την ιστορία, μέχρι που το 1900 ένας σφουγγαράς από τη Σύμη ανακάλυψε τυχαία το ναυάγιο. Ανάμεσα στα εντυπωσιακά χάλκινα και μαρμάρινα αγάλματα, βρέθηκε ένας διαβρωμένος όγκος χαλκού που αρχικά πέρασε απαρατήρητος. Όταν όμως το αντικείμενο στέγνωσε και ράγισε, αποκάλυψε κάτι αδιανόητο για την εποχή του: ένα σύστημα από γρανάζια, κλίμακες και επιγραφές που έμοιαζε με μια εξελιγμένη μηχανή, χίλια χρόνια μπροστά από την τεχνολογία της αρχαιότητας.
Για περισσότερο από έναν αιώνα, αρχαιολόγοι, μηχανικοί και φυσικοί προσπαθούσαν να λύσουν το αίνιγμα αυτού που σήμερα αποκαλούμε «τον πρώτο υπολογιστή του κόσμου». Οι πρώτες έρευνες έδειξαν ότι πρόκειται για έναν αστρονομικό υπολογιστή, ικανό να προσομοιώνει τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων. Με τη βοήθεια σύγχρονων τεχνολογιών, όπως η ακτινογραφία και η τομογραφία, οι επιστήμονες κατάφεραν να δουν στο εσωτερικό των θραυσμάτων και να διαβάσουν κρυμμένες επιγραφές που λειτουργούσαν ως οδηγίες χρήσης. Ο μηχανισμός μπορούσε να προβλέψει εκλείψεις, να παρακολουθήσει τον 19ετή κύκλο του Μέτωνα και να δείξει τις ημερομηνίες των Ολυμπιακών Αγώνων και άλλων στεφανιτών αγώνων της αρχαιότητας.
Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων λειτουργούσε ως ένας αναλογικός υπολογιστής. Μέσω ενός χειροκίνητου μοχλού, ο χρήστης μπορούσε να επιλέξει μια ημερομηνία και η μηχανή έδειχνε τη θέση του ήλιου, της σελήνης και των πέντε γνωστών πλανητών της εποχής. Παρά το γεγονός ότι οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν στο γεωκεντρικό μοντέλο, ο μηχανισμός ήταν τόσο περίπλοκος που χρησιμοποιούσε ειδικά γρανάζια για να αναπαραστήσει ακόμα και την ανάδρομη κίνηση των πλανητών. Αν και δεν ήταν απόλυτα ακριβής λόγω των περιορισμών της τότε επιστημονικής γνώσης, η κατασκευαστική του αρτιότητα παραμένει συγκλονιστική.
Πέρα από επιστημονικό εργαλείο, ο μηχανισμός πιθανότατα αποτελούσε ένα αντικείμενο πολυτελείας για εύπορους ιδιοκτήτες, ίσως για τη διδασκαλία της αστρονομίας ή ακόμα και για την έκδοση ωροσκοπίων. Η ύπαρξή του αποδεικνύει ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν ήταν μόνο σπουδαίοι φιλόσοφοι και καλλιτέχνες, αλλά και εξαιρετικοί μηχανικοί. Το γεγονός ότι ένα τέτοιο τεχνολογικό αριστούργημα διασώθηκε μόνο επειδή το πλοίο βυθίστηκε, μας κάνει να αναλογιστούμε πόση άλλη γνώση μπορεί να χάθηκε στους αιώνες, καθώς ο χαλκός των υπόλοιπων παρόμοιων μηχανών πιθανότατα έλιωσε για να γίνει νομίσματα ή όπλα.