Το καλοκαίρι του 1933, η Σοβιετική Ένωση υπό την ηγεσία του Στάλιν εφάρμοσε ένα από τα πιο απάνθρωπα και αποτυχημένα πειράματα κοινωνικής μηχανικής στην ιστορία. Στο πλαίσιο της εκκαθάρισης των πόλεων από «αντικοινωνικά στοιχεία» και της ανάγκης για εποικισμό απομακρυσμένων περιοχών, χιλιάδες άνθρωποι συνελήφθησαν αυθαίρετα επειδή δεν κατείχαν εσωτερικό διαβατήριο. Πολίτες που απλώς είχαν βγει για τσιγάρα ή για γάλα βρέθηκαν στοιβαγμένοι σε φορτηγίδες δίπλα σε σκληρούς ποινικούς εγκληματίες, με προορισμό το ακατοίκητο και βαλτώδες νησί Nazino στον ποταμό Ομπ της Σιβηρίας. Η ιδέα ήταν να δημιουργηθεί μια γεωργική αποικία, αλλά η πραγματικότητα που αντιμετώπισαν οι περίπου 6.700 εξόριστοι ήταν ένας ζωντανός εφιάλτης χωρίς τροφή, στέγη ή εργαλεία.
Από την πρώτη κιόλας νύχτα, οι συνθήκες ήταν εξοντωτικές. Εκατοντάδες άνθρωποι πέθαναν από το ψύχος, καθώς φορούσαν μόνο τα ελαφριά ρούχα της πόλης μέσα στην παγωμένη σιβηρική φύση. Η μοναδική τροφή που τους παρείχαν οι φρουροί μετά από μέρες ήταν ακατέργαστο αλεύρι σίκαλης, το οποίο οι πεινασμένοι κρατούμενοι ανακάτευαν με το νερό του ποταμού μέσα στα καπέλα τους για να φτιάξουν μια υποτυπώδη μάζα. Η απελπισία και η πείνα οδήγησαν γρήγορα στην κατάρρευση κάθε έννοιας ανθρωπιάς. Μέσα σε μόλις δέκα ημέρες, άρχισαν να αναφέρονται τα πρώτα περιστατικά κανιβαλισμού, με τις συμμορίες των εγκληματιών να κυνηγούν τους πιο αδύναμους για να επιβιώσουν. Οι φρουροί όχι μόνο δεν παρενέβαιναν, αλλά συχνά τρομοκρατούσαν και σκότωναν τους κρατούμενους για διασκέδαση, πυροβολώντας όποιον προσπαθούσε να διαφύγει από το «νησί του θανάτου».
Η φρίκη του Nazino ήρθε στο φως χάρη στην αναλυτική αναφορά του Βασίλι Βελίτσκο, ενός τοπικού κομμουνιστή στελέχους που σοκαρίστηκε από όσα αντίκρισε. Η αναφορά του περιέγραφε σκηνές αδιανόητης βαρβαρότητας, με πτώματα διάσπαρτα και ζωντανούς ανθρώπους που έφεραν τραύματα από τον κανιβαλισμό των συγκρατουμένων τους. Παρόλο που το Κρεμλίνο έλαβε την αναφορά και διέταξε έρευνα που επιβεβαίωσε την ύπαρξη μαζικών τάφων, η επίσημη αντίδραση ήταν να σφραγιστούν τα έγγραφα ως «άκρως απόρρητα» για δεκαετίες. Ο ίδιος ο Βελίτσκο απολύθηκε από το κόμμα, και η αλήθεια για το πείραμα παρέμεινε θαμμένη μέχρι την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
Από τους χιλιάδες ανθρώπους που στάλθηκαν στο νησί, μόνο το ένα τρίτο κατάφερε να επιβιώσει, και από αυτούς ελάχιστοι ήταν σε κατάσταση να εργαστούν μετά τις κακουχίες που υπέστησαν. Σήμερα, ένας ξύλινος σταυρός στο νησί Nazino στέκει ως μνημείο για τα θύματα αυτής της θηριωδίας, θυμίζοντας το κόστος της απόλυτης περιφρόνησης για την ανθρώπινη ζωή. Οι κάτοικοι των γύρω περιοχών δεν ξέχασαν ποτέ τις ιστορίες για το «νησί των κανιβάλων», διατηρώντας ζωντανή τη μνήμη ενός εγκλήματος που το κράτος προσπάθησε επίμονα να εξαφανίσει από την ιστορία.