Ο Γκριγκόρι Γιεφίμοβιτς Ρασπούτιν παραμένει μία από τις πιο αινιγματικές και αμφιλεγόμενες μορφές της παγκόσμιας ιστορίας. Ως Ρώσος μυστικιστής, κατάφερε να ασκήσει μια σχεδόν απόλυτη επιρροή στην οικογένεια του τελευταίου τσάρου της Ρωσίας, Νικολάου Β’, επηρεάζοντας καθοριστικά τις εξελίξεις στην προ-επαναστατική Ρωσία. Η ζωή του, που ξεκίνησε από τα βάθη της Σιβηρίας, και ο δραματικός του θάνατος τον Δεκέμβριο του 1916, συνθέτουν ένα χρονικό γεμάτο μυστήριο, πολιτικές ίντριγκες και θρησκευτικό φανατισμό που συγκλόνισε την τσαρική αυλή.
Από τη Σιβηρία στην καρδιά της αυτοκρατορίας
Γεννημένος το 1869 στο Ποκρόβσκογιε, ανατολικά των Ουραλίων, ο Ρασπούτιν ξεκίνησε τη ζωή του ως ένας απλός αγρότης. Παρόλο που παντρεύτηκε νωρίς και απέκτησε οικογένεια, η πορεία του άλλαξε ριζικά το 1892, όταν πέρασε αρκετούς μήνες σε ένα μοναστήρι. Αν και δεν χειροτονήθηκε ποτέ επίσημα ιερέας, επέστρεψε στον κόσμο με τη φήμη ενός ανθρώπου με πνευματικές δυνάμεις και σπάνιο χάρισμα. Αυτή η αύρα του «αγίου ανθρώπου» τον έφερε σύντομα στον στενό κύκλο του τσαρικού ζεύγους. Η πρώτη του συνάντηση με τον Νικόλαο Β’ το 1906 άφησε εξαιρετικές εντυπώσεις στον τσάρο, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από την προσωπικότητά του, μετατρέποντας μια σύντομη εθιμοτυπική επίσκεψη σε μια βαθιά συζήτηση που κράτησε πάνω από μία ώρα.
Η «θεραπεία» του διαδόχου και η άνοδος στην εξουσία
Ο δεσμός του Ρασπούτιν με την τσαρική οικογένεια έγινε αδιάρρηκτος όταν εμφανίστηκε ως ο μοναδικός που μπορούσε να αντιμετωπίσει την αιμορροφιλία του μικρού διαδόχου Αλεξέι. Οι φημολογούμενες «θεραπευτικές του δυνάμεις» πρόσφεραν ελπίδα στην απελπισμένη τσαρίνα Αλεξάνδρα, η οποία άρχισε να τον θεωρεί απεσταλμένο του Θεού. Σύντομα, ο Ρασπούτιν δεν ήταν πια μόνο ένας πνευματικός σύμβουλος, αλλά ένας ισχυρός πολιτικός παράγοντας που ψιθύριζε στο αυτί των ηγεμόνων όσα ήθελαν να ακούσουν. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η επιρροή του είχε επεκταθεί τόσο πολύ, που πολλοί τον θεωρούσαν τον πραγματικό κυβερνήτη της Ρωσίας πίσω από τον θρόνο.
Σκάνδαλα, σκοτεινή ζωή και λαϊκή οργή
Παρά την τυφλή εμπιστοσύνη της τσαρίνας, ο Ρασπούτιν περιβαλλόταν από μια σκοτεινή φήμη που τροφοδοτούσε το μίσος των εχθρών του. Η μυστική αστυνομία ενημέρωνε τακτικά τον τσάρο για την άσωτη ζωή του, τις καταχρήσεις και τα σεξουαλικά όργια στα οποία συμμετείχε. Ο «τρελός μοναχός» κατηγορήθηκε ότι χρησιμοποιούσε τη θρησκεία ως πρόσχημα για να ικανοποιεί τα ένστικτά του, πείθοντας γυναίκες της αριστοκρατίας ότι μέσω της αμαρτίας και του «εξαγνισμού» που εκείνος πρόσφερε, θα έσωζαν την ψυχή τους. Οι φήμες για τη στενή του σχέση με την τσαρίνα και τις κόρες της προκάλεσαν ανεπανόρθωτη ζημιά στο κύρος της δυναστείας των Ρομανόφ, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό κλίμα στην Αγία Πετρούπολη.
Η μυθιστορηματική δολοφονία και το τέλος του θρύλου
Το τέλος του Ρασπούτιν γράφτηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1916, στο υπόγειο του παλατίου Μόικα. Ο πρίγκιπας Φέλιξ Γιουσούποφ, σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να σώσει τη μοναρχία, τον παρέσυρε σε θανάσιμη παγίδα. Παρά το γεγονός ότι του πρόσφεραν δηλητηριασμένο κρασί και γλυκά, ο Ρασπούτιν φάνηκε να αντέχει, αναγκάζοντας τους συνωμότες να τον πυροβολήσουν επανειλημμένα. Σύμφωνα με τον θρύλο, ο Ρασπούτιν ζούσε ακόμα όταν τον πέταξαν στον παγωμένο ποταμό Νέβα, όπου τελικά άφησε την τελευταία του πνοή. Η αδυναμία των δολοφόνων να τον εξοντώσουν άμεσα γιγάντωσε τον μύθο του στους απλούς ανθρώπους, οι οποίοι άρχισαν να λατρεύουν το λείψανό του. Τελικά, οι Μπολσεβίκοι, θέλοντας να σβήσουν κάθε ίχνος του μυστικιστή, προχώρησαν στην εκταφή και την καύση του πτώματός του τον χειμώνα του 1917-1918, κλείνοντας οριστικά ένα από τα πιο παράξενα κεφάλαια της παγκόσμιας ιστορίας.