Η ιστορία του Μάξιμο και της Μπαρτόλα, γνωστών στον 19ο αιώνα ως τα «Παιδιά των Αζτέκων», αποτελεί ένα από τα πιο μελανά κεφάλαια στην ιστορία των περιπλανώμενων θεαμάτων. Παρουσιάστηκαν στο κοινό ως οι τελευταίοι ζωντανοί απόγονοι μιας αρχαίας αυτοκρατορίας, όμως πίσω από τον μύθο κρυβόταν μια τραγική πραγματικότητα. Τα δύο αδέλφια, που γεννήθηκαν στο Ελ Σαλβαδόρ γύρω στα τέλη της δεκαετίας του 1830, έπασχαν από μια σοβαρή μορφή μικροκεφαλίας, μια γενετική πάθηση που προκαλούσε σωματικές δυσμορφίες και σημαντική νοητική υστέρηση. Αυτή ακριβώς η ιδιαιτερότητά τους έγινε το αντικείμενο μιας αδίστακτης εμπορευματοποίησης.
Η άνοδός τους στη δημοσιότητα βασίστηκε σε ένα πλήρως κατασκευασμένο αφήγημα. Ένας υποτιθέμενος συγγραφέας ονόματι Πέδρο Βελάσκεθ ισχυρίστηκε ότι ανακάλυψε τα παιδιά σε έναν ναό μιας χαμένης πόλης στο Μεξικό. Στην πραγματικότητα, οι γονείς τους, αδυνατώντας να τα φροντίσουν, τα παρέδωσαν σε έναν άνδρα που υποσχέθηκε ιατρική βοήθεια στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά τελικά τα πούλησε σε διοργανωτές «σόου τεράτων». Από εκείνη τη στιγμή, ο Μάξιμο και η Μπαρτόλα μετατράπηκαν σε εκθέματα, περιοδεύοντας σε Αμερική και Ευρώπη και προκαλώντας την περιέργεια χιλιάδων ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων προσωπικοτήτων όπως ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μίλαρντ Φίλμορ και η Βασίλισσα Βικτωρία.
Η εκμετάλλευση των δύο αδελφών έφτασε σε ακραία επίπεδα όταν πέρασαν στα χέρια του διάσημου σόουμαν Π.Τ. Μπάρνουμ. Καθώς ενηλικιώνονταν και το ενδιαφέρον του κοινού για τα «παιδιά» άρχισε να φθίνει, οι κηδεμόνες τους κατέφυγαν σε ακόμα πιο εξωφρενικά τεχνάσματα. Το 1867, στο Λονδίνο, διοργανώθηκε ένας εικονικός γάμος μεταξύ των δύο αδελφών, ο οποίος διαφημίστηκε ως ένα αρχαίο τελετουργικό των Αζτέκων. Η πράξη αυτή, που σήμερα θα θεωρούνταν απολύτως παράνομη και ανήθικη, έγινε αποκλειστικά για να αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον των εισιτηρίων, αγνοώντας παντελώς τα συναισθήματα και την αξιοπρέπεια δύο ευάλωτων ανθρώπων.
Το τέλος της ζωής τους παραμένει τυλιγμένο στο μυστήριο, καθώς σταδιακά εξαφανίστηκαν από τα δημόσια αρχεία όταν δεν μπορούσαν πλέον να υποστηρίξουν τον ρόλο των «παιδιών». Αν και υπήρξαν φήμες για τον θάνατο του Μάξιμο το 1867, υπάρχουν ενδείξεις ότι το ζευγάρι μπορεί να έζησε μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Η περίπτωση του Μάξιμο και της Μπαρτόλα δεν ήταν μεμονωμένη, αλλά μέρος μιας ευρύτερης τάσης του 19ου αιώνα, όπου η αναπηρία και η διαφορετικότητα μετατρέπονταν σε θέαμα για το κέρδος. Σήμερα, η ιστορία τους μας υπενθυμίζει τη σημασία της προστασίας των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και την ανάγκη για μια κοινωνία βασισμένη στον σεβασμό και την ενσυναίσθηση.