Οι Βερσαλλίες, το πιο λαμπρό παλάτι της Ευρώπης, αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της ιστορίας. Ενώ εξωτερικά συμβόλιζαν την απόλυτη δύναμη και την αισθητική τελειότητα του «Βασιλιά Ήλιου», Λουδοβίκου ΙΔ', στο εσωτερικό τους κρυβόταν μια εφιαλτική πραγματικότητα βρωμιάς και δυσοσμίας. Όταν η βασιλική αυλή μεταφέρθηκε επίσημα εκεί το 1682, περίπου 20.000 άνθρωποι —ευγενείς, στρατιώτες και υπηρέτες— στριμώχτηκαν σε ένα κτίριο που στερούταν βασικών υποδομών υγιεινής. Οι αρχιτέκτονες, απορροφημένοι από το κυνήγι της μεγαλοπρέπειας και της συμμετρίας, αγνόησαν επιδεικτικά την ανάγκη για αποχετεύσεις και τουαλέτες, θεωρώντας ότι η τέχνη και η κομψότητα θα μπορούσαν να υπερκεράσουν τις βιολογικές ανάγκες.
Η καθημερινότητα στις χρυσές αίθουσες ήταν μια συνεχής μάχη με τη δυσωδία και τις μολύνσεις. Χωρίς τρεχούμενο νερό ή οργανωμένο σύστημα αποκομιδής απορριμμάτων, οι ευγενείς χρησιμοποιούσαν τους μαρμάρινους διαδρόμους, τα κλιμακοστάσια και τις βαριές βελούδινες κουρτίνες ως αυτοσχέδιες τουαλέτες. Ακόμα και οι περίφημοι κήποι, θαυμαστοί για τη γεωμετρία τους, μετατρέπονταν σε υπαίθρια αποχωρητήρια, όπου το άρωμα των λουλουδιών ανακατευόταν με τις πιο δυσάρεστες οσμές. Οι ψείρες, οι κοριοί και τα ποντίκια κυριαρχούσαν παντού, ενώ η προσωπική υγιεινή ήταν σχεδόν ανύπαρκτη, καθώς η αντίληψη της εποχής θεωρούσε το μπάνιο ανθυγιεινό. Οι κυρίες της αυλής κάλυπταν τις οσμές των άπλυτων σωμάτων τους με υπερβολικές ποσότητες βαριών αρωμάτων και πούδρας, δημιουργώντας μια αποπνικτική ατμόσφαιρα.
Ο χειμώνας του 1683 ανέδειξε το πλήρες μέγεθος της αποτυχίας αυτού του «χρυσού ονείρου». Το κρύο ανάγκαζε τους πάντες να παραμένουν κλεισμένοι μέσα, με αποτέλεσμα οι ακαθαρσίες να συσσωρεύονται και ο αέρας να γίνεται ανυπόφορος, προκαλώντας συχνά λιποθυμίες στους επισκέπτες. Οι ασθένειες, όπως η δυσεντερία και η ευλογιά, εξαπλώνονταν ταχύτατα, μετατρέποντας το παλάτι σε εστία μόλυνσης. Ο Λουδοβίκος ΙΔ', αντί να αναζητήσει δομικές λύσεις, επέλεξε να καταπολεμήσει το πρόβλημα με περισσότερα αρώματα και λουλούδια, προτιμώντας την ψευδαίσθηση της καθαριότητας από την ουσιαστική εξυγίανση. Το παλάτι είχε γίνει πλέον ένα «αρωματισμένο πτώμα», εντυπωσιακό στην όψη αλλά αβίωτο στην πράξη.
Η κατάσταση παρέμεινε τραγική μέχρι και την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης. Το 1789, οι επαναστάτες που εισέβαλαν στις Βερσαλλίες δεν βρήκαν μόνο την πολιτική διαφθορά της αριστοκρατίας, αλλά και τη φυσική της αποσύνθεση. Η μυρωδιά που είχε απορροφηθεί από τα μάρμαρα και τα ξύλινα πατώματα ήταν τόσο έντονη, που χρειάστηκαν μήνες καθαρισμού για να απομακρυνθούν τόνοι περιττωμάτων από το κτίριο. Οι Βερσαλλίες παραμένουν έως σήμερα ένα κορυφαίο μάθημα ιστορίας: δείχνουν ότι η υπερβολική πολυτέλεια χωρίς υπευθυνότητα οδηγεί αναπόφευκτα στη σήψη και ότι ο χρυσός μπορεί να κρύψει τη βρωμιά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα.