«Σταυρός, φύλαξ εν νυκτί. Εν ημέρα πύργος, εν σκότει χειραγωγός, εν ευθυμία χαλινός, εν αθυμία ψυχαγωγός, εν κινδύνοις σωτήρ…μυρίων αγαθών θησαυρός. Σταυρός ο φύλαξ της οικουμένης πάσης, Σταυρός, η ωραιότης της Εκκλησίας, βασιλέων το κραταίωμα, πιστών το στήριγμα , Αγγέλων η δόξα και δαιμόνων το τραύμα!».
Η Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, στις 14 του μήνα, είναι η σημαντικότερη γιορτή του Σεπτεμβρίου, γι’ αυτό και ο μήνας αυτός ονομάζεται από το λαό και Σταυριάτης και Σταυρός.
Η γιορτή αυτή θεωρείται μεγάλη Δεσποτική γιορτή, και αποτελεί σπουδαίο εορτολογικό σταθμό για το εκκλησιαστικό έτος της Εκκλησίας μας.
Από τότε που ο Μέγας Κωνσταντίνος είδε σε όραμα στον ουρανό το σχήμα του σταυρού, με την επιγραφή «εν τούτω νίκα», και θεώρησε αυτόν σύμβολο της νίκης του και της επικράτειάς του στο ρωμαϊκό κράτος, έταξε ως σκοπό της ζωής του να ανακαλύψει στην Παλαιστίνη τον ίδιο το Σταυρό του μαρτυρίου του Χριστού. Κατάλαβε ο αυτοκράτορας πως το μέλλον ανήκε πλέον στο χριστιανισμό, όπως άλλωστε και αποδείχτηκε. Σταμάτησε αμέσως τους διωγμούς εναντίον των χριστιανών, κατάργησε το σταυρικό θάνατο, καθιέρωσε την ημέρα της Κυριακής ως ημέρα του Κυρίου και ως αργία, ενώ με το Διάταγμα των Μεδιολάνων κατοχύρωσε την ανεξιθρησκεία στο κράτος, οπότε άνοιξε το δρόμο της διάδοσης της χριστιανικής θρησκείας.
Από τότε, ο Σταυρός, από σύμβολο και όργανο του κακού που ήταν ως το σταυρικό θάνατο του Χριστού, έγινε το σύμβολο της σωτηρίας του κόσμου, το νικηφόρο λάβαρο εμάς των χριστιανών κατά του εχθρού μας, του διαβόλου.
Η μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, η Αγία Ελένη, επισκεπτόμενη τους Αγίους τόπους κατά προτροπή του γιου της, τον αναζήτησε στα Ιεροσόλυμα και τον ανακάλυψε με τη βοήθεια του Θεού, με τρόπο θαυματουργικό. Ήταν 6 Μαρτίου του 326 μ.Χ.
Στη συνέχεια, πάνω από τον Πανάγιο Τάφο, έχτισε το Ναό της Αναστάσεως και στις 14 του Σεπτέμβρη, του 335 μ.Χ., στα εγκαίνια του ναού, ο πατριάρχης Μακάριος ύψωσε το Σταυρό στο Γολγοθά και ακολούθως στο Ναό, για να τον δουν οι πιστοί και να τον προσκυνήσουν. Έτσι , καθιερώθηκε η γιορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού.
Ύστερα από περίπου τριακόσια χρόνια, ο αυτοκράτορας Ηράκλειος πολέμησε για ν’ απελευθερώσει το Σταυρό από τους Πέρσες, που τον είχαν αρπάξει από τους Αγίους Τόπους και το Σεπτέμβρη του 629 μ.Χ., τον ύψωσε στο ναό της Αγίας Σοφίας. Αυτή ήταν η δεύτερη ύψωση του Τιμίου Σταυρού, ενώ τον επόμενο χρόνο, στα 630μ. Χ., τον επανέφερε στα Ιεροσόλυμα, όπου ο πατριάρχης Ζαχαρίας τον ύψωσε εκ νέου στο ναό της Αναστάσεως.
Ο Σταυρός είναι σύμβολο σωτηρίας των απελπισμένων, είναι το προσφιλές κόσμημα των χριστιανών. Είναι το σύμβολο της αγάπης προς τους πιστούς από το Χριστό και σημάδι ανταπόκρισης προς τη θεϊκή αγάπη, όπλο εναντίον των εχθρών βοηθός στους πειρασμούς, μια πνευματική σκάλα που ανυψώνει τον άνθρωπο στον ουρανό. Γενικά είναι το όπλο των ανθρώπων εναντίον του παντοειδούς κακού. Αυτό άλλωστε καταδεικνύει και το τετράστιχο το οποίο μάθαιναν παλιά τα παιδάκια να λένε στη βραδινή τους προσευχή:
«Πέφτω, κάνω το σταυρό μου,
όπλο έχω στο πλευρό μου.
Δούλος του Θεού λογιούμαι
και κανένα δε φοβούμαι!».
Τα δυο εγκάρσια ξύλα του Σταυρού συμβολίζουν την ένωση των ανθρώπων με το Θεό και την ένωση των ανθρώπων μεταξύ τους, σε μια κοινωνία αγάπης, ειρήνης, δικαιοσύνης.
Η γιορτή του Σταυρού είναι εποχιακό ορόσημο για τη φύση, χρονικό όριο για τις γεωργικές εργασίες, καθώς και για τις ναυτικές δουλειές των Ελλήνων.
«Πριν σταυρώσει η Γη, μην αρχίσει κανείς δουλειά στο χωράφι του», λένε οι γεωργοί. Τότε πάνε στην εκκλησιά ένα μείγμα από τους σπόρους που θα φυτέψουν να ευλογηθεί και ν’ αγιαστεί (σιτάρι, φασόλια, κριθάρι, ρεβίθια, κουκιά, φακές κ.τ.λ.).
Η Εκκλησία μας έχει ειδική ευχή για του σπόρου την ευλογία. Οι γεωργοί θα τον πάρουν πίσω και θα τον φυλάξουν ως την ημέρα της σποράς (Οκτώβριο, Νοέμβριο). Τότε θα τον παραχώσουν στη Γη για την ευλογία της παραγωγής.
Ο ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ
Η Αγία Ελένη ξεχώρισε με θαυματουργικό τρόπο στο Γολγοθά το σταυρό του Χριστού από αυτούς των ληστών.
Εφόσον βρέθηκαν και οι τρεις σταυροί στο Γολγοθά, ο Τίμιος Σταυρός αποκαλύφθηκε με το θαύμα της νεκραναστάσεως μιας νεκρής, που τυχαία περνούσαν την κηδεία της από το μέρος εκείνο. Ακούμπησαν πάνω στη νεκρή και τους τρεις σταυρούς και η νεκρανάσταση έγινε ακουμπώντας πάνω της το Σταυρό του Χριστού.
Ο Τίμιος Σταυρός αποκαλύφτηκε ακόμα κι από ένα μυρωδάτο φυτό, το βασιλικόγ, που σύμφωνα με την παράδοση είχε φυτρώσει στο μέρος όπου βρέθηκε το Τίμιο ξύλο. Γι’ αυτό και ο βασιλικός ονομάζεται και Σταυρολούλουδο και την ημέρα του Σταυρού οι πιστοί τον πάνε στην Εκκλησία και μ’ αυτόν στολίζουν το Σταυρό.
Μετά τη θεία λειτουργία μοιράζονται από τον ιερέα οι κλώνοι του, που μεταφέρονται από τους πιστούς στο σπίτι για ευλογία.
Μ’ αυτό το βασιλικό και με τον αγιασμό της ημέρας ετοιμάζονταν από τις νοικοκυρές παλιά το νέο προζύμι για όλη τη χρονιά, που φούσκωνε μόνο του, ενώ, το πρώτο ζυμάρι που ζύμωναν μ’ αυτό οι νοικοκυρές, το έκαναν πρόσφορο και το πήγαιναν στην εκκλησία.
Ο ΛΕΙΔΙΝΟΣ
Είναι ένα έθιμο(δρώμενο), που το έπαιζαν παλιά τα παιδιά στο νησί της Αίγινας, την ημέρα του Σταυρού. Αυτή τη μέρα «κήδευαν» το Λειδινό, δηλ. την προσωποποίηση του καλοκαιριάτικου απομεσήμερου και του απογευματινού φαγητού. Έκαναν, λοιπόν, το ομοίωμα ενός μικρού παιδιού, οι γυναίκες και τα κορίτσια του νησιού, το έντυναν με ρούχα, το στόλιζαν με λουλούδια, κυρίως μικρά λουλουδάκια της εποχής, ενώ συγχρόνως έβραζαν κόλλυβα με σιτάρι, σταφίδες, ρόιδα, αμύγδαλα και μαϊντανό.
Ύστερα, αφού το «μοιρολογούσαν», το’ παιρναν τα παιδιά και το περιέφεραν στους δρόμους του νησιού και τέλος το έθαβαν λέγοντας: «Πάψε, φτωχέ το λειδινό και συ άρχοντα τον ύπνο». Επιστρέφοντας έτρωγαν κόλλυβα και αφού συγχωρούσαν το μακαρίτη, άρχιζαν το χορό και το τραγούδι. Έτσι, αποχαιρετούσαν τον καλοκαιριάτικο μεσημεριανό ύπνο και το δειλινό-λειδινό, δηλ. το απογευματινό φαγητό ,(δείγμα ότι η μέρα έχει τώρα αρκετά μικρύνει και δε χρειάζονται όλα αυτά το απόγευμα), ως το Μάρτη, όπως έλεγε και το τραγούδι που τραγουδούσαν, όταν πια η μέρα θα μεγάλωνε πάλι και θα άρχιζαν ξανά τα ίδια.:
Λειδινέ μου, Λειδινέ μου,
Φεύγεις, πάεις, Λειδινέ μου,
Κι εμάς μας αφήνεις κρύους, πεινασμένους, διψασμένους
Κι όχι λίγο μαραμένους.
Λειδινέ μου, Λειδινέ μου,
Πάλι θα ’ρθεις, Λειδινέ μου,
Με του Μάρτη τις δροσιές,
Με τ’ Απρίλη τα λουλούδια
Και του Μάη τις δουλειές.
Ήρθε η ώρα να μας φύγεις,
Πάαινε εις το καλό
Και με το καλό να έρθεις
Κι όλους να μας βρεις γερούς…
Για να εξηγήσουν την τύχη του δειλινού-γεύματος στην Αίγινα, λένε την εξής παράδοση:
Το Κολατσιό, το Γεύμα και το Λειδινό, ήταν τρία αδέρφια τρίδυμα. Πρώτο γεννήθηκε το Κολατσιό, δεύτερο το Γεύμα και τρίτο το Λειδινό. Όταν έγιναν τριών ημερών, ήρθαν οι Μοίρες να τα μοιράνουν. Μοίραναν, λοιπόν, το Κολατσιό και το Γεύμα να συντρέχουν τους ανθρώπους σ’ όλη τους τη ζωή και να ’ναι αθάνατα. Όταν όμως γύρισαν και είδαν το Λειδινό που ήταν ένα καχεκτικό και αδύνατο μωρό, είπαν: «Αυτό γρήγορα θα πεθάνει». Τότε η μεγάλη Μοίρα είπε: «Είναι χρήσιμο όμως στους ανθρώπους και πρέπει να είναι με αυτούς όπως και τα άλλα του τα αδέρφια. Θα το μοιράνουμε, λοιπόν, έξι μήνες να ζει κι έξι μήνες να είναι πεθαμένος, γιατί πιο πολύ δε χρειάζεται». Γι’ αυτό ο Λειδινός ζει μόνο έξι μήνες.
Κοντά στη γιορτή του Σταυρού, ετοιμάζονται και τα χελιδόνια για το μεγάλο τους ταξίδι: «Του Σωτήρος τα λελέκια, του Σταυρού τα χελιδόνια», λέει ο λαός.
Διαβάστε την ιστορία του Τιμίου Σταυρού εδώ.
Περισσότερα θέματα για τη θρησκεία εδώ.