Ονόματα του αρχαίου ελληνικού κόσμου που προκαλούν σήμερα ρίγη με το μέγεθος και το ανάστημά τους ήταν στα χρόνια τους απλοί άνθρωποι της εποχής τους.
Κορυφαίες προσωπικότητες όλοι στον τομέα τους, κόμιζαν γνώσεις και θριάμβους και οδηγούσαν τις εξελίξεις, μόνο που δεν ήταν όλοι έτοιμοι να τους αναγνωρίσουν τα διανοητικά ή στρατιωτικά κατορθώματά τους.
Οι επόμενες χιλιετίες θα υποκλίνονταν βέβαια στον ηρωισμό και τις ξακουστές συνεισφορές τους στο πνεύμα, τα γράμματα, τις τέχνες ή τον πόλεμο, στο ίδιο τους το μεγαλείο δηλαδή, μόνο που η αποθέωση έμελλε να έρθει αιώνες αργότερα.
Γιατί στα δικά τους τα χρόνια γνώρισαν αμφισβήτηση, φθόνο, εξορία ή ακόμα και θάνατο, κι αυτό από τις δικές τους πατρίδες και τα χέρια των συμπολιτών τους. Ανθρώπων που ευεργέτησαν με τη δράση τους και θα περίμεναν ενδεχομένως μια άλλη αντιμετώπιση.
Άλλοτε τραγικό και άλλοτε απλώς άδοξο, αυτό ήταν το φυσικό τέλος μιας σειράς από μεγάλες μορφές της ελληνικής αρχαιότητας, αφού πραγματικό τέλος δεν θα είχαν ποτέ…
Σωκράτης
Ο ογκόλιθος του αρχαιοελληνικού πνεύματος, η ίδια η τομή στη σκέψη των προγόνων μας, αφού λειτούργησε ως αλογόμυγα για την αθηναϊκή κοινωνία και επηρέασε όσο κανείς τη σκέψη της εποχής του, πήγε να συναντήσει την τραγική μοίρα που του επεφύλαξαν οι σύγχρονοί του.
«Αδικεῖ Σωκράτης, οὓς μὲν ἡ πόλις νομίζει θεοὺς οὐ νομίζων, ἕτερα δὲ δαιμόνια καινά εἰσηγούμενος· ἀδικεῖ δὲ καὶ τοὺς νέους διαφθείρων. Τίμημα θάνατος», αυτή ήταν η ετυμηγορία του Δικαστηρίου της Ηλιαίας στη μήνυση που έγινε στον μεγάλο φιλόσοφο από έναν ποιητή, έναν πολιτικό και έναν ρήτορα κατά το 399 π.Χ. Τον κατηγορούσαν για ασέβεια προς τους θεούς αλλά και για διαφθορά των νέων και τον καταδίκασαν τελικά σε θάνατο, αυτή την εξέχουσα μορφή της αθηναϊκής κοινωνίας.
Όπως ξέρουμε, ο Σωκράτης υποδέχτηκε το τέλος του με το κεφάλι ψηλά. Στις 30 ημέρες που περίμενε την εκτέλεσή του αρνήθηκε μάλιστα να αποδράσει από το δεσμωτήριό του, καθώς ήταν πρωτίστως νομοταγής πολίτης και δεν ήθελε να παραβεί την ηθικότητα με την οποία είχε ζήσει τον βίο του. Ήπιε τελικά το κώνειο, πιστός στους νόμους της πόλης του, και πέρασε στην αθανασία με τον κολοσσιαίο αντίκτυπο της σκέψης του.
Όπως μας αποκάλυψαν μερικοί σύγχρονοί του αλλά και η ιστορική μελέτη, κάποιοι συμπολίτες του δεν έβλεπαν με καλό μάτι την ανατρεπτικότητα της θεωρητικής του ματιάς αλλά και την επίδρασή του στους νέους. Κι έτσι βάλθηκαν να τον βγάλουν από τη μέση, καθώς δεν ήταν μόνο η αντιζηλία το κίνητρό τους, αλλά και το τι σήμαινε ουσιαστικά ο Σωκράτης για μια πολιτεία που ήθελε να κάνει το άλμα προς τα εμπρός.
Εκείνος φρόντισε πάντως να κλείσει ως εξής την περίφημη σήμερα απολογίατου: «Αλλά τώρα πια είναι ώρα να φύγουμε, εγώ για να πεθάνω, κι εσείς για να ζήσετε. Ποιο από τα δύο είναι το καλύτερο, είναι άγνωστο σε μας. Μόνο ο Θεός το γνωρίζει»…
Αριστοτέλης
Ο πάνσοφος του αρχαίου κόσμου ήρθε στη ζωή για να αλλάξει καθοριστικά τόσο τη σκέψη και τα γράμματα όσο και την επιστημονική μεθοδολογία. Τίποτα δεν έμεινε το ίδιο μετά το κατακλυσμιαίο πέρασμά του από τον κόσμο. Ο σταγειρίτης φιλόσοφος έκανε τη λογική πρόταγμα του φιλοσοφικού του στοχασμού και ασχολήθηκε πρακτικά με τα πάντα, εξηγώντας ό,τι υπήρχε να εξηγηθεί ως πανεπιστήμων, φιλόσοφος, κορυφαίος εκπαιδευτικός και αναμφίβολα ως ο συστηματικότερος και μεθοδικότερος νους της αρχαιότητας.
Παρά την ασύλληπτη συνθετική ικανότητα της διάνοιάς του και την πρωτοφανή εξηγητική ρώμη του συστήματός του όμως, ούτε ο Αριστοτέλης θα γλίτωνε από τις έριδες του πολιτικού κόσμου. Αυτός είχε μορφώσει εξάλλου τον Μέγα Αλέξανδρο, κι έτσι αυτός θα ήταν για τους Αθηναίους ο αποδιοπομπαίος τράγος όταν θα πέθαινε ο μακεδόνας στρατηλάτης το 323 π.Χ.
Όλη η αντιμακεδονική πτέρυγα της αθηναϊκής κοινωνίας στράφηκε εναντίον του, θέλοντας να εκδικηθούν στο πρόσωπό του τους Μακεδόνες, και τον κατηγόρησαν για ασέβεια. Με τόσο ισχυρούς εχθρούς απέναντί του και ξέροντας προφανώς καλύτερα τι είχε πάθει ο Σωκράτης, ο Αριστοτέλης δεν περίμενε να δικαστεί, αλλά κατέφυγε στη Χαλκίδα περιμένοντας τις εξελίξεις.
Εκεί θα άφηνε την τελευταία του πνοή την επόμενη χρονιά, μέσα στη θλίψη και τη μελαγχολία, μακριά από την περιβόητη σχολή του και πικραμένος για την τροπή που είχαν πάρει τα πράγματα για την κορυφαία αυτή μορφή της αρχαιοελληνικής σκέψης…
Πυθαγόρας
Η μεγάλη -αν και ολότελα μυστηριώδης- αυτή φιγούρα του αρχαιοελληνικού κόσμου μίλησε για φιλοσοφία, μαθηματικά και μουσική και επηρέασε όσο κανείς στην πρώιμη εποχή του το πνεύμα και την επιστήμη. Πράγματι ήταν τέτοιος ο αντίκτυπος της συλλογιστικής του που σύντομα θα φτιαχνόταν ένα κίνημα, μια πολιτικο-θρησκευτική κοινότητα, που θα επικρατούσε τελικά σε πολλές αποικίες.
Τόσο ο ίδιος όσο και οι μαθητές του περιβάλλονταν εξάλλου από κύρος σεπτό και τους καλούσαν οι κάτοικοι των πόλεων να εφαρμόσουν τις θεωρίες τους στη διακυβέρνηση των πολιτειών τους. Κάτι που θα προσυπέγραφε φυσικά το τέλος του! Γιατί μπορεί οι πόλεις-κράτη να παρέδιδαν αμαχητί στα χέρια του τη διοίκησή τους, αυτό προκαλούσε όμως έριδες, μίση και συνωμοσίες εναντίον του.
Και πουθενά δεν ήταν περισσότερο αλήθεια αυτό από την αχαϊκή αποικία της Κάτω Ιταλίας, τον Κρότωνα, εκεί όπου μερίδα πολιτών στράφηκε κατά των πυθαγορείων διαδίδοντας συκοφαντίες πως ετοιμάζουν τυραννίδα. Πήραν τον λαό με το μέρος τους και επιτέθηκαν στους μαθητές του, φονεύοντας τους περισσότερους.
Ο Πυθαγόρας έλειπε σε ταξίδι, κι έτσι γλίτωσε τη σφαγή. Μόνο που τώρα δεν είχε πού να πάει, καθώς όλοι φοβούνταν τη μήνη των Κροτωνιατών. Οι Λοκροί τους έκλεισαν τις πόρτες τους και ο ατιμασμένος φιλόσοφος έφτασε μετά κόπων και βασάνων στο Μεταπόντιο της Μεγάλης Ελλάδας (κάτω από τον Τάραντα), όπου πιθανότατα αυτοκτόνησε.
Μας παραδίδεται πως αποσύρθηκε στο Ιερό των Μουσών και παρέμεινε κλεισμένος εκεί για 40 ολόκληρες ημέρες χωρίς φαΐ. Ο πυθαγορισμός του έμελλε βέβαια να επιβιώσει και να μπολιάσει γόνιμα τις επιστήμες, τις τέχνες και τα γράμματα της αρχαίας Ελλάδας…
Αίσωπος
Ο κορυφαίος μυθογράφος της ελληνικής αρχαιότητας, ο «λογοποιός» όπως μας λέει ο Ηρόδοτος, δίδαξε στους συγχρόνους του αλλά και σε όλες τις κατοπινές γενιές μεγάλα πράγματα με τους μύθους του. Όπως, ας πούμε, ότι η ευγνωμοσύνη είναι χαρακτηριστικό των ευγενών ψυχών, η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι προάγγελος της δυστυχίας, η ανέχεια δεν αναγνωρίζει νόμους, η κακοτυχία δοκιμάζει την ειλικρίνεια των φίλων και η εκδίκηση θα βλάψει τελικά τον εκδικητή. «Μπορεί τα ρούχα να συγκαλύψουν έναν ανόητο, αλλά τα λόγια του θα τον αποκαλύψουν», έλεγε εξάλλου ο ίδιος ο παραμυθάς.
Μόνο που θα ήταν αυτό το μεγάλο στόμα και οι άβολες αλήθειες που έβγαιναν από μέσα του που θα προσυπέγραφαν τον χαμό του. Ιδιαίτερα όταν στράφηκε κατά του ιερού θεσμού των αρχαίων Ελλήνων, του ίδιου του Μαντείου των Δελφών! Ο πρώην δούλος στάλθηκε λοιπόν από τον προστάτη του, τον βασιλιά της Λυδίας Κροίσο, σε μια διπλωματική αποστολή στους Δελφούς περί το 564-560 π.Χ.
Κουβαλούσε μαζί του χρυσάφια για να τα προσφέρει στο Μαντείο και να πάρει τον χρησμό του, μόνο που ο βασιλικός απεσταλμένος αηδίασε με την απληστία και τη φιλαργυρία των ιερέων του Ναού του Απόλλωνα που όχι μόνο αρνήθηκε να τους παραδώσει τον χρυσό, αλλά τον ξαπέστειλε τάχιστα πίσω στον Κροίσο! Όχι βέβαια προτού ειρωνευτεί με τον γνώριμο σαρκαστικό του τρόπο τα μέλη του Μαντείου για απάτη, κατηγορώντας τους πως εξαπατούν τα εύπιστα πλήθη.
Εξοργισμένοι οι ιερείς των Δελφών, τον κατηγορούν για κλοπή και ιεροσυλία, στήνοντας μια πλεκτάνη σε βάρος του: στριμώχνουν στις αποσκευές του ένα ιερό σκεύος των Δελφών και τον καταδικάζουν στα γρήγορα σε θάνατο ως κοινό εγκληματία, γκρεμοτσακίζοντάς τον από τις λεγόμενες Φαιδριάδες Πέτρες των κορυφών του Παρνασσού. Και το έκαναν παρά τον σχεδόν ιερό χαρακτήρα του αξιώματός του, καθώς ήταν απεσταλμένος του λύδου βασιλιά.
Η ιστορία με τον άδικο θάνατό του στους Δελφούς διαδόθηκε ευρέως στην ελληνική αρχαιότητα (ακόμα και ο Αριστοφάνης την υπαινίσσεται στην κωμωδία του «Σφήκες» το 422 π.Χ.), καθώς ήταν μια πολύκροτη υπόθεση εκτέλεσης ενός ανθρώπου γιατί ενοχλούσαν απλώς τα λεγόμενά του.
Οι Αθηναίοι φρόντισαν να του στήσουν πάντως έναν ανδριάντα χρόνια αργότερα για να δείξουν ότι κάθε άνθρωπος αξίας πρέπει να τιμάται όπως κι αν έχει έρθει στον κόσμο…
Αναξαγόρας
Ο σπουδαίος προσωκρατικός φιλόσοφος και αστρονόμος ήρθε από την Ιωνία στην Αθήνα σε νεαρή ηλικία για να μαθητεύσει στη φιλοσοφία και να γίνει κάποια στιγμή και ο ίδιος αιχμή του δόρατος της θεωρητικής και εμπειρικής σκέψης. Η επιστημονική μέθοδός του που έφερε στην Αθήνα ανανέωσε την αστρονομία και ο ίδιος ήταν από τους πιο σεβάσμιους φυσικούς φιλοσόφους του καιρού του.
Δίδασκε κι αυτός όμως καινούρια δαιμόνια και θα τον κατηγορούσαν κάποια στιγμή κι αυτόν για ασέβεια. Οι εχθροί του ήταν και πάλι ισχυροί, κι έτσι ο μαθητής του ο Περικλής τον φυγάδευσε μακριά από την πόλη-κράτος για να του σώσει τη ζωή. Κι αυτό γιατί, όπως μας λέει ο Πλούταρχος, οι Αθηναίοι τον κατηγορούσαν πια για όλα, ακόμα και για τον Πελοποννησιακό Πόλεμο!
Παρά το γεγονός ότι επέστρεψε στην Αθήνα για να δικαστεί και στη δική τον υπερασπίστηκε ο ίδιος ο Περικλής, αναγκάστηκε να αποσυρθεί στη Λάμψακο της Τρωάδας για να αποφύγει τα χειρότερα. Εκεί πέθανε στο περιθώριο και την αφάνεια, μακριά από το πνευματικό κέντρο των Αθηνών που τόσο είχε βοηθήσει κι ο ίδιος να δημιουργηθεί…
Πρωταγόρας
O κορυφαίος των σοφιστών, ο μεγάλος δάσκαλος και ακόμα μεγαλύτερος στοχαστής δίδασκε τους νέους ρητορική και ευγλωττία, εισάγοντας ταυτοχρόνως τον σχετικισμό και τον υποκειμενικό στη φιλοσοφική σκέψη. Ο αβδηρίτης σοφιστής πηγαινοερχόταν στην Αθήνα, ήταν καλός φίλος του Περικλή και ξακουστός για τις ισόβιες φιλοσοφικές κόντρες του με τον Σωκράτη, κάτι που απαθανάτισε και ο Πλάτωνας στον «Πρωταγόρα» του.
Μόνο που ο Πρωταγόρας ήταν και πραγματικός αγνωστικιστής, αντιμετωπίζοντας με κριτικό πνεύμα την ύπαρξη ενός ανώτερου όντος («Περί Θεών»). Τέτοιες απόψεις όμως, έστω και στη σφαίρα της φιλοσοφικής απορίας, σκανδάλιζαν την αθηναϊκή κοινωνία και δεν θα του έπαιρνε πολύ να κατηγορηθεί κι αυτός για αθεΐα.
Εκεί που λίγο πρωτύτερα ο ίδιος ο Περικλής του είχε ζητήσει να γράψει τους νόμους για την αθηναϊκή αποικία των Θουρίων (Κάτω Ιταλία!) δηλαδή! Την ώρα που οι εξοργισμένοι Αθηναίοι παρέδιδαν στην πυρά τα βιβλία του, ο ίδιος καταδικαζόταν πράγματι σε θάνατο. Ίσως γιατί πέρασε τη μέρα που θα έγραφε υποτίθεται την απολογία του συζητώντας με τον Περικλή το ενδιαφέρον όπως τους φάνηκε θέμα της νομικής ευθύνης, αναζητώντας τη φιλοσοφική αιτιότητα!
Ο Πρωταγόρας κατάφερε πάντως να μπει σε ένα πλοίο για τη Σικελία, για να γλιτώσει τα χειρότερα που ήξερε πως θα έρθουν, μόνο που το καράβι ναυάγησε και ο μεγάλος σοφιστής πνίγηκε…
Θουκυδίδης
O πατέρας της «επιστημονικής ιστορίας» που μας εξιστόρησε τεκμηριωμένα, αμερόληπτα, αντικειμενικά και με πηγές τον Πελοποννησιακό Πόλεμο δείχνοντας στην οικουμένη πώς πρέπει να γράφεται η ιστορία πέρασε πολλά και διάφορα στη ζωή του για να αφηγηθεί τον περιβόητο πόλεμο μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης.
Γλίτωσε από τον Λοιμό των Αθηνών, κατά την πολιορκία της πόλης από τους Σπαρτιάτες που εξαφάνισε το 1/4 του πληθυσμού της, και έζησε πολλές ακόμα περιπέτειες, αν και η τραγικότερη για τον ίδιο δεν θα ερχόταν πριν από το 424 π.Χ., όταν οι Αθηναίοι τον έκαναν στρατηγό τους και του εμπιστεύτηκαν τη διοίκηση του στολίσκου που ήταν αγκυροβολημένος στη Θάσο.
Παρά το γεγονός ότι δεν ήταν κατά κανέναν τρόπο δικό του λάθος το γεγονός πως η Αθηναϊκή Συμμαχία έχασε τη στρατηγικά τοποθετημένη Αμφίπολη, η οποία περιήλθε αυτοβούλως στον σπαρτιάτη Βρασίδα, η είδηση για την απώλειά της εξόργισε τους συμπατριώτες του.
Τόσο που όπως μας μαρτυρεί ο ίδιος ο ιστορικός «Μου συνέβη να εξοριστώ από την πόλη μου επί είκοσι χρόνια μετά τη στρατηγία μου στην Αμφίπολη και, έχοντας επαφή με τα πράγματα των δύο πλευρών, και ιδίως, λόγω της εξορίας μου, με τα πράγματα των Πελοποννήσιων, είχα τη δυνατότητα να τα προσεγγίσω απερίσπαστος και να τα κατανοήσω καλύτερα».
Ο Θουκυδίδης πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια του μακριά από την πατρίδα του, καταγράφοντας τα όσα λάμβαναν χώρα στην ξακουστή σύγκρουση Αθηναίων και Λακεδαιμονίων. Μας παραδίδεται πως αμέσως μετά την παράδοση της Αθήνας και το τέλος του πολέμου κατά το 404 π.Χ. πιθανόν να τον άφησαν να επιστρέψει με τη γενική αμνηστία που δόθηκε στους εξόριστους. Κι εκείνος ίσως γύρισε, μόνο που αν γύρισε το τέλος του ήταν ακόμα τραγικότερο, καθώς υπάρχουν πηγές που μας λένε πως ο σπουδαίος Θουκυδίδης δολοφονήθηκε κατά την επιστροφή του από την εικοσαετή του εξορία!
Γι’ αυτό πιθανότατα δεν πρόκανε να τελειώσει την εξιστόρηση του Πελοποννησιακού, που έμεινε τελικά ημιτελής, μια τραγική απώλεια για την ίδια την ελληνική ιστορία…
Φειδίας
Ο σπουδαιότερος γλύπτης του ελληνικού πολιτισμού χάρισε στην ανθρωπότητα ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, το Άγαλμα του Ολυμπίου Διός (Ολυμπία), αλλά και πλήθος από εξίσου σημαντικά έργα, όπως την Αθηνά Παρθένο που στεκόταν μέσα στον Παρθενώνα αλλά και την κολοσσιαία Αθηνά Πρόμαχο που βρισκόταν ανάμεσα στο Ερεχθείο και τα Προπύλαια.
Οι Αθηναίοι έβλεπαν βέβαια τους τόνους χρυσού που κουβαλούσαν στον Φειδία για τη χρυσελεφάντινη Αθηνά του και δεν θα τους έπαιρνε πολύ να τον κατηγορήσουν για κατάχρηση. Μόνο που αυτός, ακούγοντας τις συμβουλές του φίλου του Περικλή, είχε φτιάξει την Αθηνά του σε τμήματα, για να μπορεί να αποσυναρμολογηθεί και να ζυγιστεί.
Παρά το γεγονός όμως ότι απέδειξε περίτρανα την αθωότητά του, οι Αθηναίοι δεν θα σταματούσαν. Τώρα τον κατηγορούσαν για ασέβεια και αλαζονεία, κι αυτό γιατί έδωσε σε δυο αθηναίους πολεμιστές (πάνω στην ασπίδα της θεάς) τα πρόσωπα του Περικλή και του ιδίου.
Τον συνέλαβαν, τον καταδίκασαν και τον άφησαν να πεθάνει στη φυλακή. Κι αυτή είναι μάλιστα η καλύτερη εκδοχή, καθώς ο Πλούταρχος μας μαρτυρά πως τον δολοφόνησαν μέσα στο κελί του οι πολιτικοί αντίπαλοι του Περικλή. Άλλες πηγές τον φέρουν να αυτοεξορίζεται από την Αθήνα για να γλιτώσει την ισόβια φυλακή, μια εκδοχή που δεν αλλάζει σε τίποτα το πώς φέρθηκαν οι Αθηναίοι στον μεγαλύτερο γλύπτη που ξεπήδησε από τον αρχαίο κόσμο…
Μιλτιάδης
O στρατηγός που οδήγησε αγέρωχα τους Αθηναίους στην ηρωική Μάχη του Μαραθώνα έζησε αντίστοιχες καταστάσεις και πριν διοριστεί ως ένας από τους δέκα στρατηγούς της πόλης-κράτους. Τον είχαν κατηγορήσει για τυραννική διακυβέρνηση στο ημιανεξάρτητο κρατίδιό του στη Θρακική Χερσόνησο, αν και πείστηκαν κάποια στιγμή να του εμπιστευτούν μια νευραλγική θέση στο αθηναϊκό στράτευμα.
Δαφνοστεφής πια, ο θριαμβευτής της Μάχης του Μαραθώνα θέλησε το 489 π.Χ. να διώξει τους Πέρσες από τη Νάξο, οργανώνοντας μια νέα πολεμική εκστρατεία. Απέτυχε όμως να την καταλάβει, όπως και τη γειτονική Πάρο, και επέστρεψε ταπεινωμένος στην Αθήνα, αλλά και τραυματίας (από βέλος στον μηρό).
Παρά την κακή του κατάσταση, ο ξακουστός στρατηγός κατηγορήθηκε εκ νέου, μόνο που τώρα έκαναν λόγο για προδοσία. Κι αυτό γιατί η πολιορκία της Πάρου είχε γίνει χωρίς την έγκριση της πόλης. Στη δίκη του πήγε μάλιστα με φορείο, καθώς από τα τραύματά του δεν μπορούσε καν να περπατήσει.
Και τον υπερασπίστηκε μόνο ο αδερφός του, καθώς όλοι οι άλλοι είχαν προσχωρήσει στις συκοφαντίες της παράταξης του Θεμιστοκλή. Τον καταδίκασαν σε θάνατο, αν και αργότερα μετέτρεψαν την ποινή του σε πρόστιμο. Πρόστιμο 50 ταλάντων βέβαια, μια εξοντωτική οικονομική τιμωρία που ούτε ο αριστοκράτης και πλούσιος Μιλτιάδης δεν μπορούσε να καλύψει. Κι έτσι τον έκλεισαν στη φυλακή και πέθανε τελικά από εκείνο το τραύμα του στον μηρό, που είχε εντωμεταξύ μολυνθεί και κανείς δεν έκανε κάτι γι’ αυτό.
Ο γιος του Κίμων και αρχηγός πια του οίκου των Φιλαϊδών αποπλήρωσε αργότερα το πρόστιμο για να καθαρίσει το όνομα του μεγάλου στρατηγού…
Παυσανίας
Ο άνθρωπος που οδήγησε τον ενωμένο ελληνικό στρατό στη στρατηγικής σημασίας νίκη στις Πλαταιές κατά των Περσών ήταν στην πατρίδα του, τη Σπάρτη, ένα πολιτικό πρόσωπο που είχε φίλους και εχθρούς. Μετά τον θάνατο του Λεωνίδα εξάλλου η εξουσία της πόλης-κράτους είχε περάσει στον γιο του Πλείσταρχο, ο οποίος ήταν ανήλικος ακόμα και κάποια στιγμή τοποθετήθηκε ως επίτροπός του ο αριστοκράτης (και ξάδελφός του) Παυσανίας.
Αφού θριάμβευσε στη Μάχη των Πλαταιών το 479 π.Χ., ο στρατηγός της συμμαχίας των Πελοποννησίων πήρε μερικά καράβια και είπε να πείσει τις ελληνικές πόλεις του Ελλησπόντου να εξεγερθούν κατά των Περσών. Κατέλαβε μερικά σημεία, όπως το Βυζάντιο, και συνέχιζε την αποστολή του, όταν άρχισαν μαγικά να τον κατηγορούν στην πατρίδα του πως τους είχε προδώσει!
Έλεγαν πως όχι μόνο έστειλε πίσω τους πέρσες ευγενείς στον Ξέρξη χωρίς να τους πειράξει, αλλά και πως αλληλογραφούσε τάχα μυστικά με τον πέρση βασιλιά προδίδοντας τους συμπατριώτες του. Οι Έφοροι της Σπάρτης τον κάλεσαν πίσω να λογοδοτήσει. Ο Παυσανίας επέστρεψε πράγματι και όλοι είδαν πως ούτε ανατολίτικα ρούχα φορούσε ούτε τις συνήθειες των Περσών είχε ασπαστεί.
Και παρά τις συκοφαντίες των πολιτικών του αντιπάλων, κανένα δικαστήριο δεν μπορούσε να τον καταδικάσει χωρίς αποδείξεις. Τον αθώωσαν λοιπόν επισήμως, αν και οι πάντα δύσπιστοι Σπαρτιάτες είπαν να τον βγάλουν από τη μέση καλού-κακού. Τον κυνήγησαν να τον εκτελέσουν, εκείνος πρόλαβε όμως να κλειστεί στον Ναό της Αθηνάς, καθώς ήξερε πως κανείς δεν μπορούσε να πειράξει έναν ικέτη.
Οι Έφοροι έχτισαν ωστόσο την πύλη του ναού και τον άφησαν να λιμοκτονήσει εντός του. Ο ένδοξος στρατηγός πέθανε πράγματι από ασιτία, προδομένος απ’ όλους…