Ο Πλούταρχος που έζησε τον 1ο αιώνα μ. Χ, υπήρξε ιστορικός, φιλόσοφος, βιογράφος, ρήτορας, και δάσκαλος. Ήταν πολυγραφότατος και ένα από τα έργα του που σώθηκαν έχει τον τίτλο «Ηθικά». Εκεί καταγράφει εκπληκτικές ιστορίες για αρχαίους σκύλους που έλυσαν υποθέσεις δολοφονιών και άλλων εγκληματικών ενεργειών.
Αρχαίοι «Υπαστυνόμοι Ρεξ»
Η πρώτη περίπτωση αφορά ένα σκύλο που αποκάλυψε στον βασιλιά Πύρρο της Ηπείρου τους δολοφόνους ενός εγκλήματος. Η δεύτερη, αφορά το σκύλο του ποιητή Ησιόδου που ήταν υπεύθυνος για τη σύλληψη των δολοφόνων του.
Χάρη σ’ ένα άλλο σκύλο οι Αθηναίοι μπόρεσαν να συλλάβουν αυτόν που έκλεψε τα χρυσά και τα ασημένια αναθήματα από το ναό του Ασκληπιού κάτω από την Ακρόπολη. Ο σκύλος που φυλούσε το ναό τον καταδίωξε για δύο μέρες μέχρι και τους σημερινούς Αγίους Θεοδώρους, δηλαδή σε μία απόσταση, 65 χιλιομέτρων. Έτσι στάθηκε δυνατή η σύλληψη του ιερόσυλου.
Ήταν τέτοια η εκτίμηση των Αθηναίων για τον σκύλο αυτό, που έβγαλαν νόμο βάσει του οποίου θα σιτιζόταν εφ’ όρου ζωής. Επίσης, το όνομά του («Κάππαρος») αναγράφηκε σε επιγραφή και έτσι έγινε γνωστό.
Και ένας σκύλος «ντίβα»…
Ο Πλούταρχος, που από το κείμενό του δείχνει ότι αγαπούσε τα σκυλιά, μιλά με θαυμασμό και για ένα άλλο σκυλί. Αυτό έτυχε να το δει και ο ίδιος. Δεν έλυσε κάποιο μυστήριο εγκλήματος, αλλά συμμετείχε σε μία θεατρική παράσταση στη Ρώμη.
Όπως ισχυρίζεται ο Πλούταρχος, έπαιζε με τέτοιο τρόπο που συγκινούσε βαθιά τους πάντες, ακόμη και τον αυτοκράτορα της εποχής Βεσπασιανό, ο οποίος πριν καταλάβει την εξουσία υπήρξε ένας από τους πιο σκληροτράχηλους Ρωμαίους στρατηγούς.
Σκύλοι αποκαλύπτουν δολοφόνους
«Και ο βασιλιάς Πύρρος σ’ ένα ταξίδι του έτυχε να συναντήσει ένα σκύλο που φύλαγε τη σορό ενός δολοφονημένου άνδρα (που ήταν ο ιδιοκτήτης του). Στην απορία του για το τι είχε συμβεί, του είπαν ότι ο σκύλος είχε παραμείνει εκεί χωρίς να φάει για τρεις μέρες και αρνιόταν να φύγει. Ο Πύρρος έδωσε εντολή να ταφεί η σορός, να υπάρξει φροντίδα για τον σκύλο και να τον φέρουν στη συνοδεία του.
Λίγες μέρες αργότερα, έγινε επιθεώρηση των στρατιωτών (του Πύρρου), οι οποίοι παρέλασαν μπροστά από τον βασιλιά που ήταν στον θρόνο του, ενώ ο σκύλος καθόταν ήσυχος δίπλα του. Αλλά όταν είδε τους δολοφόνους του κυρίου του να περνούν μπροστά, όρμησε εναντίον τους με άγρια γαβγίσματα και καθώς εξέφραζε (με τον τρόπο αυτό) την κατηγορία του, γύρισε και κοίταξε τον βασιλιά, ώστε όχι μόνο αυτός, αλλά και όλοι όσοι ήταν παρόντες υποπτεύτηκαν τους άντρες.
Αμέσως συνελήφθησαν και όταν ανακρίθηκαν, μαζί με τη συνδρομή και άλλων στοιχείων, ομολόγησαν τη δολοφονία και τιμωρήθηκαν.
Το ίδιο λέγεται ότι έκανε και ο σκύλος του ποιητή Ησίοδου, εξαιτίας του οποίου καταδικάστηκαν οι γιοι του Γανύκτωρ του Ναυπακτίου, που ήταν υπεύθυνος για τη δολοφονία του Ησίοδου».
Ο Κάππαρος καταδιώκει τον ιερόσυλο
«Κάποιος μπήκε κρυφά στο ναό του Ασκληπιού (στην Αθήνα) έκλεψε όσα χρυσά και ασημένια αφιερώματα δεν ήταν ογκώδη και διέφυγε νομίζοντας ότι δεν τον είχε αντιληφθεί κανείς. Αλλά ο σκύλος που ήταν φύλακας, και του οποίου το όνομα ήταν Κάππαρος, όταν κανένας από τους νεωκόρους δεν ανταποκρίθηκε στο γάβγισμά του, καταδίωξε τον κλέφτη του ναού καθώς έφευγε.
Πρώτα ο άνδρας του πέταξε πέτρες, αλλά δεν κατάφερε να τον διώξει. Όταν ξημέρωσε, ο σκύλος δεν πλησίαζε κοντά, αλλά ακολουθούσε τον άνθρωπο, έχοντας τον πάντα στο οπτικό του πεδίο και αρνιόταν να φάει το φαγητό που του έριχνε. Αυτός σταμάτησε για να ξεκουραστεί, και όλη τη νύχτα ο σκύλος τον φύλαγε.
Όταν ο άντρας ξεκίνησε και πάλι την πορεία του, ο σκύλος σηκώθηκε και συνέχισε να τον ακολουθεί, προσπαθώντας να τραβήξει την προσοχή των άλλων ανθρώπων που συναντούσε στο δρόμο κάνοντας τους χαρές και γαβγίζοντας δίχως, όμως, να παρατά την καταδίωξη (του κλέφτη).
Εκείνοι που ερευνούσαν την κλοπή μόλις πληροφορήθηκαν τα καθέκαστα από ανθρώπους που είχαν δει τον σκύλο με τον άντρα, και τους είπαν το χρώμα και το μέγεθος του σκύλου, εντείναν ακόμη πιο δυναμικά την καταδίωξη (του κλέφτη), τον οποίο έπιασαν και έφεραν πίσω (στην Αθήνα) από το Κρομμυών (μικρός αρχαίος οικισμός μεταξύ του Ισθμού της Κορίνθου και των Μεγάρων, στους σημερινούς Αγίους Θεοδώρους).
Στην επιστροφή, ο σκύλος ήταν στην κεφαλή της πορείας, καμαρωτός και ενθουσιώδης, σαν να διεκδικούσε για τον εαυτό του τα εύσημα για την καταδίωξη και τη σύλληψη του κλέφτη του ναού. Ο δήμος πράγματι ενέκρινε ψήφισμα να σιτίζεται για πάντα με δημόσια δαπάνη και ανέθεσαν στους ιερείς (του ναού του Ασκληπιού) την ευθύνη αυτή».
Ο σκύλος που συγκίνησε τον αυτοκράτορα
«Ο σκύλος εμφανίστηκε σε μια παντομίμα με δραματική πλοκή και πολλούς χαρακτήρες, και προσάρμοζε το παίξιμό του σε όλα τα σημεία με τις πράξεις και τις αντιδράσεις που απαιτούσε το κείμενο. Συγκεκριμένα (με βάση την πλοκή του έργου) πειραματίζονταν σε αυτό με ένα φάρμακο ήταν υπνωτικό, αλλά στην ιστορία υποτίθεται ότι ήταν θανατηφόρο. Ο σκύλος πήρε το ψωμί που υποτίθεται ότι είχε το ναρκωτικό και το κατάπιε.
Λίγο αργότερα, ο σκύλος φάνηκε να τρέμει και να τρεκλίζει και να κουνά το κεφάλι του, μέχρι που τελικά ξάπλωσε και απλώθηκε κατά γης σαν πτώμα, αφήνοντας τον εαυτό του να τον σέρνουν και να τον τραβούν όπως η πλοκή του έργου προέβλεπε. Όταν όμως αναγνώρισε από τα λόγια και τη δράση ότι είχε έρθει η ώρα, στην αρχή άρχισε να κουνιέται αργά σαν να συνερχόταν από βαθύ ύπνο, σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε γύρω.
Έπειτα, προς έκπληξη των θεατών, σηκώθηκε και προχώρησε στο σωστό άτομο (με βάση την πλοκή του έργου) και τον κοίταξε με χαρά και ευχαρίστηση, έτσι ώστε όλοι, ακόμα και ο ίδιος ο αυτοκράτορας -γιατί ο ηλικιωμένος Βεσπασιανός ήταν παρών στο Θέατρο του Μαρκέλλου- συγκινήθηκαν βαθιά».
Πλουτάρχου, Ηθικά, Βιβλίο XII (920a – 999b) Πότερα τῶν ζῴων φρονιμώτερα τὰ χερσαία ἢ τὰ ἔνυδρα («Ποια ζώα είναι πιο έξυπνα, τα της ξηράς ή τα θαλάσσια;»)
Κωνσταντίνος Λαγός, https://www.mixanitouxronou.gr