Η αρχαία Αθήνα, η πόλη του Περικλή, της φιλοσοφίας και της δημοκρατίας, έκρυβε πίσω από τους ένδοξους μαρμάρινους ναούς της μία πολυσύνθετη και θεσμοθετημένη πραγματικότητα: την πορνεία. Δεν ήταν απλώς ένα περιθωριακό φαινόμενο, αλλά μία αναπόσπαστη πτυχή της αστικής και οικονομικής ζωής, διαχωρισμένη αυστηρά σε κοινωνικές κατηγορίες που καθόριζαν τη μοίρα κάθε γυναίκας. Η αγορά της ηδονής ήταν ένα δημόσιο μυστικό, αναγνωρισμένο και ρυθμισμένο από την ίδια την πολιτεία.
Στην κορυφή αυτής της ιεραρχίας βρίσκονταν οι Εταίρες. Αυτές οι γυναίκες δεν περιορίζονταν μόνο στην προσφορά σωματικών υπηρεσιών. Ήταν μορφωμένες, ευφυείς και συχνά καλλιτεχνικά προικισμένες, ικανές να συζητούν για φιλοσοφία, πολιτική και ποίηση. Η παρουσία τους στα Συμπόσια της ανώτερης τάξης αποτελούσε σύμβολο κύρους για τον άνδρα που τις συνόδευε, λειτουργώντας ως πνευματικές σύντροφοι και διασκεδάστριες. Απολάμβαναν μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων και οικονομική ανεξαρτησία, διαχειριζόμενες τα δικά τους εισοδήματα και, σε ορισμένες περιπτώσεις, αποκτώντας περιουσία.
Στον αντίποδα, βρίσκονταν οι Πόρνες (οι λεγόμενες πορνεργάτιδες), οι οποίες εργάζονταν κυρίως στους οίκους ανοχής. Αυτοί οι χώροι ήταν συχνά κρατική ιδιοκτησία, με τον Σόλωνα να φέρεται να έχει θεσμοθετήσει την ύπαρξή τους και να έχει καθορίσει χαμηλές τιμές, εξασφαλίζοντας έτσι την προσβασιμότητα σε όλους τους πολίτες. Οι οίκοι αυτοί εντοπίζονταν σε συγκεκριμένες περιοχές, όπως ο Κεραμεικός. Η ζωή αυτών των γυναικών ήταν εξαιρετικά σκληρή, στερημένη από πολιτικά δικαιώματα και κοινωνική αναγνώριση, ζώντας σε συνθήκες που απείχαν πολύ από τις πολυτέλειες των Εταίρων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της επιρροής που μπορούσε να ασκήσει μία Εταίρα είναι η Ασπασία από τη Μίλητο. Η Ασπασία, χάρη στη σπάνια ευφυΐα και μόρφωσή της στη ρητορική και τη φιλοσοφία, έγινε η πνευματική σύντροφος και έμπιστη σύμβουλος του Περικλή, του ισχυρότερου άνδρα της Αθήνας. Η σχέση τους ήταν αμφιλεγόμενη, καθώς η Ασπασία, ως μέτοικος, δεν μπορούσε να τον παντρευτεί νόμιμα. Παρόλα αυτά, το σπίτι της ήταν κέντρο πνευματικής ζωής, όπου συγκεντρώνονταν φιλόσοφοι και πολιτικοί, αποδεικνύοντας πόσο ρευστά ήταν τα όρια μεταξύ της ερωτικής και της πολιτικής σφαίρας.
Ο θεσμός του Συμποσίου υπήρξε το κατεξοχήν κοινωνικό γεγονός, όπου η ηδονή συναντούσε τη σκέψη. Πέρα από την οινοποσία —πάντοτε με αραιωμένο κρασί— και τα παιχνίδια, όπως ο Κότταβος, οι συζητήσεις για τον έρωτα, την τέχνη και την πολιτική ήταν κεντρικής σημασίας. Σε αυτό το περιβάλλον, οι Εταίρες είχαν τη δυνατότητα να διαμορφώνουν τον δημόσιο λόγο και να επηρεάζουν τις αντιλήψεις των ανδρών. Η ατμόσφαιρα συνδύαζε το ιερό με το κοσμικό, με σπονδές στους θεούς (ιδίως τον Διόνυσο) να προηγούνται της ευθυμίας, αναδεικνύοντας τη διαχρονική ανάγκη των Αθηναίων για ισορροπία ανάμεσα στο πνεύμα και την απόλαυση.
Τέλος, αν και υπάρχουν αναφορές σε Ιερή Πορνεία στην αρχαιότητα, κυρίως σε πόλεις όπως η Κόρινθος, σε ναούς αφιερωμένους στην Αφροδίτη, οι σαφείς αποδείξεις για την ύπαρξη μιας τέτοιας πρακτικής στην Αθήνα είναι ασαφείς. Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι ίσως πρόκειται περισσότερο για μύθο ή λογοτεχνική υπερβολή. Η ιστορία της πορνείας στην αρχαία Αθήνα παραμένει μια σκιώδης, αλλά κρίσιμη κληρονομιά, που μας υπενθυμίζει ότι η ανθρώπινη ανάγκη για επικοινωνία και απόλαυση, ακόμα και η πιο ιδιωτική, διαποτίζεται από τον πολιτισμό και τη διαχρονικότητα.