Αν και το πρώτο χριστουγεννιάτικο δέντρο εισήχθη στην Ελλάδα επί Όθωνα το 1834, η ιδέα του στολισμένου δέντρου ως σύμβολο ευφορίας έχει βαθιές ρίζες στην αρχαία Ελλάδα. Εκείνη την εποχή, δεν ήταν έλατο, αλλά ένα κλαδί από την ιερή Αγριελιά (κότινος) που ονομαζόταν «Ειρεσιώνη» (από το είρος = μαλλί).
Η Ειρεσιώνη συμβόλιζε την ευχαριστία για την καρποφορία της χρονιάς που πέρασε και, ταυτόχρονα, μια προσευχή για τη νέα. Άλλη ονομασία της ήταν «ικετηρία», από το ικετεύω (παρακαλώ), υποδηλώνοντας τη δέηση προς τους θεούς.
Ο στολισμός και η περιφορά της Ειρεσιώνης
Το στολισμένο κλαδί της Ειρεσιώνης ήταν φορτωμένο με αγαθά που συμβόλιζαν την αφθονία:
- Γιρλάντες: Από κόκκινο μαλλί (για το αίμα των ανθρώπων) και λευκό (για το αίμα των θεών).
- Καρποί: Οι πρώτοι φθινοπωρινοί καρποί, όπως σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κάστανα.
- Υγρά: Μικρές φιάλες γεμάτες κρασί, λάδι και μέλι.
Τα αγαθά αυτά αφιερώνονταν στις θεές Αθηνά, στον Απόλλωνα και στις Ώρες (Ευνομία, Δίκη, Ειρήνη). Η Ειρεσιώνη περιφερόταν στους δρόμους της Αθήνας από παιδιά «αμφιθαλή» (δηλαδή παιδιά που ζούσαν και οι δύο γονείς τους), κατά τη διάρκεια της γιορτής «Πανόψια» (προς τιμήν του Απόλλωνα). Στο τέλος της διαδρομής, κρεμούσαν την Ειρεσιώνη έξω από την πόρτα του σπιτιού, μέχρι την επόμενη χρονιά, οπότε και την έκαιγαν για να τοποθετήσουν την καινούργια.
Ο λόγιος Απόστολος Αρβανιτόπουλος, όπως διασώζεται σε βιβλίο του Φίλιππου Βρετάκου, υποστηρίζει ότι το Χριστουγεννιάτικο δέντρο δεν είναι εντελώς ξενική συνήθεια, αλλά «υπολείμματα της περιφήμου 'ειρεσιώνης', και της 'ικετηρίας' των αρχαίων Ελλήνων», καθώς συμβολίζει την αιωνιότητα της ζωής.
Από τις «Καλένδες» του Ομήρου στα σημερινά κάλαντα
Παράλληλα με την περιφορά της Ειρεσιώνης, τα παιδιά τραγουδούσαν τις «καλένδες», τους προγόνους των σημερινών καλάντων. Στη βιογραφία του Ομήρου αναφέρεται ότι ο ποιητής, διαχειμάζοντας στη Σάμο, επισκεπτόταν τα σπίτια των πλουσίων την πρώτη μέρα κάθε μήνα και έπαιρνε φιλοδώρημα τραγουδώντας:
«Το σπίτι επισκεπτόμαστε πολύ δυνατού άνδρα, ο οποίος έχει μεγάλη δύναμη… Ανοίξτε πόρτες διάπλατα, για να μπει πολύς πλούτος και μαζί με τον πλούτο και η θαλερή χαρά και η ευλογημένη ειρήνη…»
Αυτή η περιγραφή θυμίζει έντονα το έθιμο των καλάντων που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής παράδοσης. Σήμερα, τα παιδιά τραγουδούν τα κάλαντα σε μεγάλες γιορτές, συμπληρώνοντας ευχές όπως: «Σ΄ αυτό το σπίτι το ψηλό, πέτρα να μην ραγίσει, κι ο νοικοκύρης του σπιτιού, χίλια χρόνια να ζήσει», λαμβάνοντας ως αντάλλαγμα χρήματα και γλυκά.
Ο Διόνυσος, το «θείο βρέφος» και ηβασιλόπιτα
Πέρα από την Ειρεσιώνη, υπάρχουν και άλλα έθιμα των Χριστουγέννων που σχετίζονται με την αρχαία λατρεία. Τον Δεκέμβριο, οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν τη γέννηση του Διονύσου, ο οποίος αποκαλούνταν «σωτήρ» και «θείο βρέφος», γεννημένος από την παρθένο Σεμέλη. Ο Διόνυσος ήταν επίσης ο «καλός Ποιμήν», του οποίου οι ιερείς κρατούσαν την ποιμενική ράβδο.
Στις 30 Δεκεμβρίου, εορταζόταν η αναγέννησή του, με γυναίκες-ιέρειες να ανεβαίνουν στην κορυφή του ιερού βουνού και να φωνάζουν: «ο Διόνυσος ξαναγεννήθηκε. Ο Διόνυσος ζει». Μάλιστα, σε επιγραφή αφιερωμένη στον Διόνυσο αναγράφεται: «Εγώ είμαι που σε προστατεύω και σε οδηγώ, εγώ είμαι το Άλφα και το Ωμέγα». Τέλος, το έθιμο της βασιλόπιτας θεωρείται ότι είναι εξέλιξη του αρχαιοελληνικού εθίμου του εορταστικού άρτου που πρόσφεραν στους θεούς σε μεγάλες αγροτικές γιορτές, όπως τα Θαλύσια και τα Θεσμοφόρια.
Ανεξαρτήτως της προέλευσης των εθίμων, τα Χριστούγεννα ανέκαθεν αποτελούσαν περίοδο γιορτής, αγάπης και προσφοράς. Παρόλο που τα τελευταία χρόνια έχουν μετατραπεί σε «γιορτή» κατανάλωσης, με τα δώρα να κυριαρχούν, ίσως το καλύτερο δώρο για τον καθένα να είναι λίγη περισσότερη αυτοκριτική και αυτογνωσία.