Του Σπύρου Καραλή
Στην αρχή του 20ού
αιώνα, η επιστήμη εμπιστευόταν απόλυτα τους νόμους της κίνησης του
Νεύτωνα και τα περισσότερα ερωτήματα της Φυσικής έμοιαζαν να έχουν
απαντηθεί, εκτός από την υπόθεση του αιθέρα. Αυτά έως το 1905, μια
χρονιά-ορόσημο για τη Φυσική, στη διάρκεια της οποίας ο Αλμπερτ Αϊνστάιν
παρουσίασε την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας που έμελλε να
επανακαθορίσει τον τρόπο που συνολικά αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο. Εκατό
χρόνια συμπληρώνονται από την παρουσίαση της E=mc2 και το 2005 θα είναι
«Ετος Φυσικής» με τιμώμενο πρόσωπο τον Αλμπερτ Αϊνστάιν για το έργο και
την προσφορά του στη γνώση, κυρίως όμως για την πιο γνωστή εξίσωση στην
ιστορία των θετικών επιστημών.
Η Ειδική Θεωρία της
Σχετικότητας δημοσιεύτηκε αρχικά στο γερμανικό περιοδικό «Annaleder
Physik» με τον τίτλο «Επί της ηλεκτροδυναμικής κινουμένων σωμάτων» και
στηρίχτηκε σ’ ένα δοκίμιο που είχε συντάξει ο Αϊνστάιν όταν ήταν μόλις
16 ετών. Στον νέο κόσμο της Σχετικότητας, η εξίσωση Ε=mc2 (η ενέργεια
ισούται με τη μάζα επί την ταχύτητα του φωτός στο τετράγωνο) ανέτρεπε τη
Νευτώνεια προσέγγιση, γκρεμίζοντας ολόκληρο το νοητικό και λογικό
υπόβαθρο πάνω στο οποίο είχαν βασιστεί οι τεχνικές μετρήσεις του χρόνου
και του μήκους. Πριν παρουσιαστεί η E=mc2 ο κόσμος είχε βολευτεί μέσα
στον απόλυτο χώρο και στον απόλυτο χρόνο. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει με
τον χωρο-χρόνο της Σχετικότητας, όπου ο χώρος και ο χρόνος δεν
καθορίζονται αλλά είναι υφασμένοι θεμελιακά. H E=mc2 απέδειξε ότι η
ταχύτητα επηρεάζει τον χρόνο, ο οποίος διαστέλλεται και συστέλλεται,
ανάλογα με την ταχύτητα του παρατηρητή. Κατέδειξε, δηλαδή, ότι ο χρόνος
δεν είναι απόλυτη έννοια, αλλά μια θεμελιώδης ιδιότητα του σύμπαντος
(αργότερα, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας έδειξε ότι ο χρόνος
επηρεάζεται και από την ενέργεια).
Η ατομική βόμβα
Το 1939, ο Δανός
φυσικός Νιλς Μπορ ενημέρωνε τον Αϊνστάιν ότι η σπουδαία Γερμανίδα
φυσικός Λίζε Μάιτνερ είχε διασπάσει το άτομο του ουρανίου, με μικρή μόνο
απώλεια μάζας, η οποία είχε μετατραπεί σε ενέργεια. O Μπορ σκέφτηκε ότι
αν ήταν δυνατή η αλυσιδωτή αντίδραση σχάσεως, τότε το αποτέλεσμα θα
ήταν μια γιγαντιαία έκρηξη, ασύλληπτης έντασης.
Εκείνη τη χρονιά η
σκιά ενός νέου μεγάλου πολέμου πλανιόταν πάνω από την Ευρώπη και όλοι
ανησυχούσαν με τη σκέψη ότι οι Γερμανοί θα εκμεταλλεύονταν την
ανακάλυψη. O Αϊνστάιν αρχικά δυσπιστούσε για την πραγματική δυνατότητα
κατασκευής μιας ατομικής βόμβας από τους χιτλερικούς, πείστηκε όμως από
συναδέλφους του να συντάξει δύο επιστολές, προς τον πρόεδρο Ρούσβελτ,
συνιστώντας «προσοχή στα επερχόμενα δεινά και επαγρύπνηση». Οι επιστολές
Αϊνστάιν, μαζί και με άλλες αναφορές που έρχονταν από την Ευρώπη και
προειδοποιούσαν για τα σχέδια των Γερμανών να προχωρήσουν στην κατασκευή
ατομικών όπλων, ελήφθησαν υπόψη από τους Αμερικανούς και επιτάχυναν την
έναρξη του ερευνητικού προγράμματος «Μανχάταν» που αργότερα θα κατέληγε
στην κατασκευή της πρώτης ατομικής βόμβας. Και μολονότι ο Αϊνστάιν δεν
πήρε ποτέ μέρος στις έρευνες για την κατασκευή βόμβας πυρηνικής σχάσεως,
το όνομά του συνδέθηκε με την πιο μαύρη σελίδα του 20ού αι.: τον
ατομικό όλεθρο στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι.
Στις αίθουσες του
Μουσείου Ατομικής Βόμβας της Χιροσίμα ο χρόνος σταμάτησε στις 8.16 π.μ.,
της 6ης Αυγούστου του 1945, τη στιγμή δηλαδή που ο κυβερνήτης του
αμερικανικού B-29 Enola Gay πάτησε ένα κουμπί και ο υπέρτατος τρόμος
εξερράγη σε ύψος 600 μέτρων πάνω από την πόλη. Σε ένα κλάσμα του
δευτερολέπτου περίπου 30.000 άνθρωποι άφησαν τα αποτυπώματά τους στις
μισογκρεμισμένες επιφάνειες, και σε ελάχιστα δευτερόλεπτα το ατομικό
μανιτάρι σκέπασε τα πάντα. H πρώτη εφαρμογή της E=mc2 ήταν γεγονός…
Το φημισμένο αξιώμα
της ισοδυναμίας μάζας και ενέργειας μετατράπηκε σε καρμική συμπαιγνία
για τον «ειρηνιστή και διανοούμενο» Αϊνστάιν (τους χαρακτηρισμούς
προσέδωσε ο Σαρτρ) και πολλά άδικα ειπώθηκαν σε βάρος του. H
πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική.
Ο Αϊνστάιν
προσπάθησε με κάθε τρόπο να αποτρέψει την εξέλιξη, γνωρίζοντας το
μέγεθος των συνεπειών για τη ζωή στον πλανήτη. Ανήσυχος στην ιδέα ότι οι
Αμερικανοί θα χρησιμοποιήσουν την ατομική βόμβα, επιδεικνύοντας την
υπεροπλία τους, έστειλε νέα επιστολή στον πρόεδρο Ρούσβελτ,
προειδοποιώντας για τους κινδύνους και ζητώντας να μην προχωρήσει σε μια
τέτοιου είδους ενέργεια. Δυστυχώς, αγνοήθηκε. Στη δεκαετία του ’30, σε
μια προφητική επιστολή του προς τον Σίγκμουντ Φρόυντ, με τον οποίο
διατηρούσε τακτική αλληλογραφία, απογοητευμένος σημείωνε ότι «ο κόσμος
έχει επιθυμία για μίσος και καταστροφή», για να απαντήσει ο Φρόυντ ότι
«η ειρήνη σχετίζεται με τον υψηλό βαθμό πολιτιστικής ανάπτυξης και ο
πόλεμος με σύνδρομα που εκπορεύονται από τα ένστικτα».
Το πυρηνικό
ολοκαύτωμα στην Ιαπωνία δικαίωσε και τους δύο· τα επεκτατικά ένστικτα
του πολέμου αποδείχθηκαν πιο ισχυρά από την ανάγκη του ανθρώπου να
διευρύνει τα σύνορα του κόσμου μέσω της επιστημονικής γνώσης.