Η ιστορία των σοβιετικών στρατοπέδων καταναγκαστικής εργασίας, γνωστών ως Γκουλάγκ, αποτελεί ένα από τα πιο σκληρά κεφάλαια του 20ού αιώνα. Από το 1917, με την πτώση της δυναστείας των Ρομανόφ, και κυρίως από τη δεκαετία του 1920, το δίκτυο αυτό επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη Σοβιετική Ένωση, φυλακίζοντας εκατομμύρια ανθρώπους. Η λέξη Γκουλάγκ ήταν αρχικά ένα ακρωνύμιο για τη γενική διεύθυνση των στρατοπέδων, αλλά κατέληξε να συμβολίζει ένα ολόκληρο σύστημα καταστολής, όπου οι κρατούμενοι εργάζονταν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες για τη «δόξα» του κράτους.
Η επιβίωση σε αυτά τα στρατόπεδα απαιτούσε υπεράνθρωπη προσπάθεια και ικανότητα διαχείρισης των ελάχιστων πόρων. Η διατροφή ήταν εξαιρετικά πενιχρή, αποτελούμενη κυρίως από αραιό χυλό κριθαριού και έναν ζωμό από υπολείμματα οστών και φλούδες πατάτας. Οι κρατούμενοι βρίσκονταν σε μόνιμο θερμιδικό έλλειμμα, ενώ το φαγητό χρησιμοποιούνταν συχνά ως μέσο ελέγχου και ψυχολογικής πίεσης. Οι συνθήκες εργασίας ήταν εξίσου θανατηφόρες, με τους κρατούμενους να αναγκάζονται να εργάζονται σε ορυχεία ουρανίου χωρίς προστασία ή να χτίζουν σιδηροδρομικές γραμμές μέσα στον μόνιμο παγετό της Αρκτικής, όπου οι θερμοκρασίες έπεφταν κάτω από τους -40 βαθμούς Κελσίου.
Εκτός από την πείνα και το κρύο, οι κρατούμενοι έπρεπε να αντιμετωπίσουν τη βία των φυλάκων και την εσωτερική ιεραρχία των εγκληματικών συμμοριών. Οι φύλακες χρησιμοποιούσαν τον φυσικό περιβάλλον ως εργαλείο βασανισμού, αναγκάζοντας τους ανθρώπους να στέκονται στο χιόνι ή εκθέτοντάς τους σε σύννεφα κουνουπιών το καλοκαίρι. Παράλληλα, ο «κόσμος των κλεφτών» επέβαλλε τους δικούς του νόμους μέσα στα στρατόπεδα, συχνά συνεργαζόμενος με τη διοίκηση για να διατηρεί την τάξη μέσω του τρόμου. Οι πολιτικοί κρατούμενοι βρίσκονταν συχνά στο στόχαστρο τόσο των αρχών όσο και των ποινικών εγκληματιών.
Παρ' όλα αυτά, η πλειονότητα των κρατουμένων κατάφερε να επιβιώσει, όχι μόνο σωματικά αλλά και πνευματικά. Η διατήρηση της αξιοπρέπειας και της πνευματικής διαύγειας ήταν καθοριστική. Μαρτυρίες επιζώντων αναφέρουν τη σημασία της προσωπικής φροντίδας, της εκμάθησης πραγμάτων από στήθους και της εσωτερικής επικοινωνίας για την αποφυγή της τρέλας. Μετά τον θάνατο του Στάλιν το 1953, το σύστημα άρχισε σταδιακά να αποδομείται, αφήνοντας πίσω του μια βαριά κληρονομιά τραύματος, αλλά και μαθήματα για τη δύναμη της ανθρώπινης θέλησης απέναντι στην απόλυτη βαρβαρότητα.